Η Μώρφια μας

[ Κώστας Καναβούρης / Ελλάδα / 14.10.21 ]

Χτες. Απόγευμα Τετάρτης 13 Οκτωβρίου, περίπου στις 5:30. Ετοιμάζομαι να φύγω για την ΕΡΤ. Έχω «ζωντανή» (πόσο φρικώδης σύμπτωση) εκπομπή στο «Τρίτο Πρόγραμμα. Χτυπάει το τηλέφωνο. Βλέπω το όνομα: Λιάνα Κούρτη. Η μητέρα της Μώρφιας. Λύνονται τα γόνατά μου και με πιάνουν τα κλάματα. Πριν ακόμα ανοίξω τη γραμμή, ξέρω: όλα έχουν τελειώσει. Η αγαπημένη μου Μώρφια, δεν μένει πια εδώ. Η φωνή (ή ό,τι πλησιέστερο σε φωνή, τέλος πάντων) της μητέρας της το επιβεβαιώνει. Η Μώρφια, αυτό το πανέμορφο, τρισχαριτωμένο πλάσμα, με την τρυφερή δύναμη ενός κυκλάμινου, η κόρη των επιστήθιων φίλων μου, της Λιάνας Κούρτη και του Γιώργου Σταματόπουλου, η αδελφή της Τίνας, η εξαίσια φίλη μου, πέταξε από κοντά μας, σαν ανεπαίσθητος αναστεναγμός μέσα σε καταιγίδα, μόλις στα 35 της χρόνια. Στις 6:15 μ.μ. είμαι στο γραφειάκι μου. Έχω δυο ώρες μέχρι να μπω στο στούντιο. Τα γύρω γραφεία κλειστά. Ησυχία. Το ποίημα βγαίνει χωρίς να το καταλάβω. Το δημοσιεύω στη μνήμη της. Όχι ως αποχαιρετισμό, αλλά ακριβώς επειδή δεν πρόκειται ποτέ να την αποχαιρετίσω. Με πείσμα.

 ΤΟ ΠΡΌΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΙΓΊΔΑΣ

 Ό,τι προλάβεις να δεις στο φως μιας αστραπής:

Βλέπει αυτό που δεν Είναι.

Και πάλι σκοτάδι.

Αυτό που δεν Είναι, είναι εδώ.

Υπάρχει και τίποτα δεν Είναι πραγματικό.

Θα γίνει κάποτε, αλλά όχι τώρα.

Τώρα ο κόσμος εξαρτάται από την επόμενη αστραπή:

Θα φωτίσει το πτώμα μιας γάτας

Που τώρα δεν υπάρχει

Μέσα σε ένα κάδο σκουπιδιών

Στη γωνία δυο δρόμων

Στη συνοικία μιας πόλης

Που αύριο θα ξεπηδήσει από τη φαντασία της.

Περιμένει να ξημερώσει

Να σταματήσει η καταιγίδα

Να βγει ο ήλιος

Να περάσουν τα αυτοκίνητα

Της υπηρεσίας καθαριότητας

Να πάρουν τα σκουπίδια

Μαζί με το πτώμα μιας γάτας

Που χτες δεν υπήρχε

Όπως και όλα τα υπόλοιπα.

Τα έχουν αυτά οι καταιγίδες.