Μία ομάδα Γάλλων αρχαιολόγων ανακάλυψε τη δεκαετία του 1950, στην αρχαία συριακή πόλη της Ουγκαρίτ (σημ. Ρας Σάμρα), μια σειρά από πήλινες πινακίδες που χρονολογούνται στον 14ο αιώνα π.Χ. Οι πινακίδες ήταν χαραγμένες σε σφηνοειδή γραφή στην αρχαία γλώσσα των Χούριαν (με δάνεια Ακκάδιων όρων) και αποτελούσαν ένα είδος μουσικής σημειογραφίας.
Ανάμεσά τους βρέθηκε μία πινακίδα στην οποία ήταν χαραγμένος ένας λατρευτικός ύμνος που γράφτηκε πριν από 3.400 χρόνια, που αποτελεί σήμερα το παλαιότερο διατηρημένο τραγούδι (που συνοδεύεται από νότες) στον κόσμο. Το εύρημα ήταν πολύ σημαντικό, καθώς αποδείκνυε ότι η μουσική κλίμακα και η αρμονία ήταν γνωστά από πολύ πιο πριν απ' όσο νομίζαμε και εξελίχθηκαν σε μεγάλο βάθος χρόνου. Το γεγονός αυτό διέψευδε τις μέχρι τώρα απόψεις των μουσικολόγων που ήθελαν την αρχαία αρμονία να χρονολογείται πριν από 2000 χρόνια και να έχει εφευρεθεί από τους Αρχαίους Έλληνες. Σύμφωνα με τους ειδικούς, το εύρημα της Ουγκαρίτ «ανασυντάσσει όλη την θεωρία για την καταγωγή της σημερινής δυτικής μουσικής».
Η καθηγήτρια Ασσυριολογίας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια και επιμελήτρια του Μουσείου Ανθρωπολογίας του Μπέρκλεϊ, Δρ. Αν Κίλμερ, εργάστηκε επί δεκαπέντε χρόνια πάνω στην ηχητική "μετάφραση" του συγκεκριμένου κομματιού. Τελικά, το 1972 ανέπτυξε μια ερμηνεία του τραγουδιού με βάση τη μελέτη της σημειογραφίας.
Η ψηφιακή εκδοχή στην οποία ακούγεται το κομμάτι μπορεί να μην έχει τη γλύκα και το βάθος των φωνών -που ήταν και το αρχικό όργανο των Σουμέριων-, όμως δίνει μια ιδέα της σύνθεσης, της μελωδίας και της αρμονίας του αρχαίου πολιτισμού, αν και ο ακριβής ρυθμός δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμα.