Εργαλείο κοπής...

[ Πέπη Δουρέκα / Ελλάδα / 24.02.19 ]

Έχω χορτάσει πια. Δεν πεινάω. Έχω χορτάσει κρασί και ψίχουλο. Μετάληψη. Εισδύω στη σάρκα άλλοτε ηδονικά κι άλλοτε ορμητικά. Μπήγομαι με πάθος, με μίσος, μ’ εκδίκηση. Μια τρικυμία ψυχής και μυαλού κινεί το χέρι. Είμαι προέκτασή του. Ό, τι  δεν μπορεί αυτό, το κάνω εγώ.

Είμαι όμορφο, σαγηνευτικό. Γυαλίζω, αστράφτω. Παλιά ήμουν έργο τέχνης. Με στόλιζαν, με χάραζαν, με έντυναν με ασήμι και χρυσό. Με ζύγιζαν για να πετάω ίσα και να καρφώνομαι. Όποιος ανταγωνιστής μου και να υπήρξε, εγώ επιβιώνω, εγώ κυριαρχώ. Αταξικό και πάντα ετοιμοπόλεμο. Ξαδερφάκι του δρεπανιού κι αδερφάκι του σπαθιού.

Ανοίγω δρόμο στην άβυσσο. Την απελευθερώνω για λίγο. Ραγίζει και παίρνει φως. Φτύνει λάβα και καταλαγιάζει. Τρέχει το ζεστό υγρό και σταγόνες ραίνουν τα περάσματα…  Βροντάει η καρδιά, αδειάζει ο νους.  Αποκάλυψη.

Τώρα τελευταία, δουλειά μου να σφάζω πάλι αδύναμους κι αδικημένους. Γίνομαι κόκκινο γυναικείο, πορτοκαλί κοριτσίστικο, ερυθρό πολέμου. Στον ήλιο το σώμα μου αστράφτει πορτοκαλοκίτρινο. Όταν παλιώνω, παίρνω ένα σκούρο βυσσινί, αυτοκρατορικό. Δίνω χρώμα στην ομίχλη και στη λάσπη, να τρέμει το μάτι. Δίνω χρόνο στην ψυχή και στο βλέμμα, να εκφράσουν  το άδικο.

Αθώο στην πρόθεση. Ένοχο στην πράξη. Εργαλείο κοπής.

Έχω πολλή δουλειά πάλι...