Εκτός τόπου και χρόνου

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 24.03.22 ]

Δεν ξέρω τι πήγε λάθος. Χρόνια έρευνας να πάνε έτσι στράφι. Ξένος δάκτυλος - άρρενος ασφαλώς γεμάτου φθόνο - θα σαμποτάρισε τη χρονοκάψουλά μου. Ευαίσθητο μηχάνημα στ’ αλήθεια, πολύπλοκο στη συνδεσμολογία.  Το ελαχιστότατο γρανάζι του  να λάσκαρε  θα γινόταν η ζημιά. Και έγινε.

Χάρη σ’ αυτόν τον φθονερό, ενώ, σύμφωνα με τις  ρυθμίσεις, προγραμμάτιζα να μεταφερθώ  στο Μεσολόγγι νύχτα 10ης προς 11η Απριλίου 1826 να δω, δέκα λεπτά όλο κι όλο, τη  Σάνα και την Τασούλα  Γυφτογιάνναινα  να ορμούν ηρωικά  στην Έξοδο  αρματωμένες και ντυμένες  φουστανέλες, γυναίκες  μολονότι ατόφιες, βρέθηκα αλλού και άλλοτε.

Σε τραπεζάκι υπαίθριου καφενείου. Μελαχρινό  γκαρσόνι σπεύδει. Μαύρο παντελόνι, άσπρο πουκάμισο, μεταλλικός δίσκος σαν αποσπασμένο τάσι από τη ζυγαριά της Θέμιδος.

 -Σκέτο, «ελληνικό».

Μου πρότεινε μπακλαβά φρεσκοψημένο. Ένευσα  όχι. Σουρούπωνε. Μια μουσική οικεία απ’ τα μεγάφωνα. Φωτίστηκε  λευκό πανί στο βάθος. Ένα σεράι δεξιά, μία παράγκα αριστερά. Στο κέντρο  Καραγκιόζης ξυπόλυτος, κουρελής και μακρυχέρης. Χοροπηδάει, δείχνοντας πότε το δεξί, πότε το αριστερό προφίλ του. Αγάς, Βεζυροπούλα με φερετζέ, Βεληγκέκας σκιές της εξουσίας, Χατζηαβάτης, Σιορ-Διονύσιος, βιζο-λα-βιζο, Μορφονιός, μπάρμπα-Γιώργος σκιές των άλλων. Η Αγλαΐα, βγαίνει από την παράγκα για να ρωτήσει μοναχά  τον Καραγκιόζη, αν έφερε  το παιδομάνι να ταΐσει. Ποτέ  φαϊ δεν φέρνει, αλλά τα καταφέρνει πάντα. Τρώει καρπαζιές, δίνει κι αυτός, όπου μπορεί. Όπως το έχει υποσχεθεί «θα φάμε, θα πιούμε και νηστικοί θα κοιμηθούμε».  

Πέρασε το δεκάλεπτο. Ξέμεινα εδώ. Όλα λάθος. Τόσος κόπος για ένα θέατρο σκιών. Ο καραγκιοζοπαίχτης πάντα αθέατος.  Και το γκαρσόνι δεν αναγνωρίζει το ευρώ που του προσφέρω. Επιμένει να πληρωθεί σε δραχμές.   

 

*Σταματήστε τον πόλεμο. Σταματήστε τη δολοφονία του λαού της Ουκρανίας…

Τώρα