Είναι κάτι μανάδες...
[ Γιάννα Κουκά / Ελλάδα / 10.05.20 ]Είναι κάτι μανάδες που χρόνο δεν έχουν να γιορτάσουν τις Κυριακές του Μάη.
Είναι κάτι μανάδες που τα παιδιά τους βάζουν σε καταφύγια, τις βόμβες ν’ αποφύγουν. Τα μάτια τους κλείνουν, αυτιά καλύπτουν, ήχους να μην ακούν, έτσι θαρρούν εκείνες πως τα ανθάκια δεν φοβούνται.
Είναι κάτι μανάδες που πόλεμοι έκλεψαν τους γιους τους. Τούτες οι μανάδες σαν τους βρουν, αναγκάζονται να τους θάψουν μια μέρα. Μια απλή μέρα, σαν όλες τις μέρες, που αλλάζει τις μέρες, τις άλλες μέρες που θα ’ρθουν κι οι άλλες δεν θα ξαναρθούν.
Είναι κάτι μανάδες που στην αγκαλιά βάζουν τα βρέφη και σε μια βάρκα μπαίνουν, μπας και γλιτώσουν από τα κτήνη που τους κυνηγούν. «Κρατήσου. Πάνω μου κρατήσου. Όχι, δεν σου επιτρέπω, τρύπια βάρκα δεν σου επιτρέπω την κόρη μου να πάρεις. Φύγε. Στα τσακίδια. Φύγε. Όχι, όχι την κόρη μου, τρύπια, τρύπια… Κύμα… Μη…»
Είναι κάτι μανάδες που στήθια βγάζουν έξω σε μια πορεία να θηλάσουν το μωρό. Πεινάει, το βλέπεις; πεινάει σου λέω, θα το ταΐσω, εδώ, όπως περπατώ θα το ταΐσω, το πόδι μου αιμορραγεί… πονάω… κουράστηκα… θα το ταΐσω.
Είναι κάτι μανάδες που επισκεπτήρια στις κόρες κάνουν στις φυλακές. Στ’ αυτί κρυφά τους λένε «ιντιφάντα, μη δειλιάσεις, μη λυγίσεις. Λεφτεριά! Για όλους, φτου ξελεφτερία για όλους».
Είναι κάτι μανάδες που σφεντόνες αγοράζουν στους γιους που ελεύθεροι τρέχουν σε πορείες επιστροφής κι είναι που εκείνοι δεν επιστρέφουν κι είναι που εκείνες το ξέρουν και τη σφεντόνα τους νεκροφιλούν…
Είναι κάτι μανάδες με ωδίνες γέννας κάθε μέρα. Ίδιες Παναγιές σου λέω, κάτω από Σταυρούς σου λέω, ίδιες Παναγιές.