Δεν είναι όλοι έτσι...

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 17.07.18 ]

Βλέπω την Ελλάδα από ψηλά καθώς ο ουρανός είναι αίθριος. Η ερημοποίηση είναι προφανής. Παρόλ' αυτά υπάρχει μία φωτεινότητα και ηρεμία του τοπίου. Μετά την Κροατία συννεφιάζει. Μέσα από τα ανοίγματα στα σύννεφα διακρίνω χωριά και πόλεις της κεντρικής και της βόρειας Ευρώπης. Το πράσινο οργιάζει. Μετά τις Άλπεις όλα είναι φλατ, χωρίς καμία ανύψωση του εδάφους, χωρίς καμία άρση των ανθρώπων. Ακόμα και τα θεσμικά τελετουργικά, όπως αυτά της υποδοχής των νικητών της σύγχρονης αρένας, μοιάζουν να ενισχύουν την κατάπτωση και οι μυριόστομες ιαχές το απίστευτο πνευματικό χάλι. Η εξανάσταση ως αντιεντροπική αντίδραση στον πόνο των ψυχών έχει εξαφανιστεί. 

Περνάμε πάνω από το Άαχεν και τις Βρυξέλλες. Μάγχη. Νησιά σκουπιδιών. Η ροχαλοπράσινη θάλλασσα του Τζόυς. Κι όμως κανείς δεν μιλάει. Το έγκλημα συντελείται από τους νικητές, απ' αυτούς που στιμάρουν τη ζωή μας, από τη βαριά βιομηχανία. Αλλά το παιχνίδι παίζεται στο Σίτι. Εκεί που κανονίζεται η τιμή του καθενός. Πλέον, κανένα προϊόν δεν τιμάται με βάσει την προσφορά και τη ζήτηση, αλλά με βάση την αξιολόγηση του "μπραντ νέιμ", του ονόματος και της εικόνας του από έναν χρηματιστή που δεν έχει δει ποτέ στη ζωή του ένα κόκκο σταριού, μία πορτοκαλιά μέρλιν, μία αυλακιά στο βαμβακοχώραφο. Όλες οι τιμές διαμορφώνονται από τη διαφήμιση και το μάρκετινγκ. Ακόμα και ολόκληρες χώρες αξιολογούνται με βάση την εικόνα τους, αυτή που διαμορφώνουν τα μέσα ενημέρωσης. Ο πόλεμος έχει αλλάξει μορφή. Είναι πλέον οικονομικός. Όχι της πραγματικής οικονομίας αλλά της εικονικής, δηλαδή της χρηματοπιστωτικής. Τα όπλα καταστροφής και μαζικής εξόντωσης έχουν αλλάξει. Ο θάνατος είναι αργός, αφανής, αντιηρωικός και γι' αυτό αφόρητα πιο βασανιστικός.

Χήθροου. Εκείνο που κάνει πιο πολύ εντύπωση είναι η αδιαφορία. Τα βλέμματα δεν διασταυρώνονται. Λες και υπάρχει ένας κώδικας μη επαφής. Κατευθύνομαι νοτιοδυτικά. Σαουθάμπτον. Ζητάω πληροφορίες. "Όταν δεις την πιο άσχημη πόλη", είσαι στον προορισμό σου μου λέει ο οδηγός του λεωφορείου. Το μόνο ενδιαφέρον εκτός από την ασχήμια το γλυπτό της γυμνής γυναίκας του Ροντέν και οι γλάροι. Αυτά τα φοβερά ιπτάμενα τέρατα με τις άγριες ανθρώπινες κραυγές. Νόμιζα πως ήταν επινόηση του Χίτσκοκ αλλά δεν ήταν. Καμία σχέση με τους μικρούς γλάρους της Μεσογείου. Το ίδιο και οι άνθρωποι, καμία σχέση με τους μεσογειακούς. Τους βλέπω μεθυσμένους στις παμπ. Τα μάτια τους στεγνά, λιμασμένα για επαφή. Σε κοιτούν έντονα και αδιάκριτα. Κραυγάζουν όπως οι γλάροι. Εφιάλτης. Η ζωή ένας Τιτανικός. Κατάθλιψη και αλκοόλ. Αλκοόλ και κατάθλιψη. Κι ανάμεσα στα δύο, το μεθυσμένο, ζωώδες σεξ. Όποιος καταφέρνει να βγει από όλα αυτά είναι έτοιμος κατακτητής. Ένας κανίβαλος της οικονομικής αυτοκρατορίας του Σίτι και των νησιών Κέιμαν, που θα πίνει το νέκταρ από το κρανίο των δολοφονημένων.

"Δεν είναι όλοι έτσι", με συγκρατεί ο Αλέξανδρος από τη διολίσθηση στη φασιστική γενίκευση. Όχι δεν είναι όλοι έτσι. Ο κλοσάρ που μου ζήτησε μερικές πένες δεν είναι έτσι. Η κοπέλα που μια μέρα έβαλε ξαφνικά τα κλάματα στη στάση του λεωφορείου, βλέποντας την αγριότητα γύρω της, δεν είναι έτσι. Τα παιδιά που ακόμα ονειρεύονται και ερωτεύονται, περπατώντας χέρι χέρι, δεν είναι έτσι…