«Δεν γνωρίζω άλλο χρέος από το να αγαπάς σαν τη Μαρίτσα»
[ Γιάννα Κουκά / Ελλάδα / 16.01.20 ]Αν την είχε γνωρίσει ο Καμύ ίσως πρόσθετε μια πρόταση: «Αν είχα να γράψω ένα βιβλίο περί ηθικής θα είχε εκατό σελίδες, οι ενενήντα εννέα λευκές. Στην τελευταία θα έγραφα: Δεν γνωρίζω άλλο χρέος από την αγάπη. Δεν γνωρίζω άλλο χρέος από το να αγαπάς σαν τη Μαρίτσα».
Πάει ένας χρόνος που έφυγε. Που έφυγε η γλυκιά μας η γιαγιά. Η γιαγιά των προσφύγων. Πάει ένας χρόνος από το φευγιό της. Ένας χρόνος που στερηθήκαμε την αλληλεγγύη της. Ένας χρόνος που κίνησε για αλλού η καλή μας η Μαρίτσα. Η Μαρίτσα η Μαυραπίδη. Ένας χρόνος από εκείνη τη μέρα που φτωχύναμε. Που πέθανε η αγάπη της. Η αγάπη της για τον κόσμο, για της γης τους κατατρεγμένους. Ένας χρόνος που οι πρόσφυγες δεν άκουσαν το γέλιο της. Ένας χρόνος που πέθανε η γιαγιά που έκανε τους κυνηγημένους να γελούν. «Τη νύχτα και τη μέρα έρχονταν βάρκες. Καλοί άνθρωποι. Τι να τους φοβηθούμε; Τους κάναμε και γελούσαν, για να ξεχάσουν τη θάλασσα που πέρασαν, να μη θυμούνται από πού έρχονται»
Πάει ένας χρόνος που η Λέσβος, που η Ελλάδα έχασαν τη γιαγιά τους. Εκείνης της γυναίκας που έγινε φωτογραφία, που δεν ήταν μόνο μια φωτογραφία. Που μάθαμε για εκείνη, που δεν έτυχε απλά το κλικ του Λευτέρη Παρτσάλη. Που δεν ήταν μια στιγμή της. Που ήταν η ζωή της ολάκερη. Επειδή η γιαγιά μας η Μαρίτσα ήταν αγάπη κι ήταν εκεί, πάντα εκεί, ήταν η ίδια η αλληλεγγύη.
«Ήταν πολύς κόσμος μαζωμένος στον Πλάτανο καθώς είχαν φτάσει τρεις βάρκες. Είδαμε τη μητέρα την ώρα που άλλαζε τα ρούχα της και της είπαμε ότι το μωρό πεινάει. Έδωσαν στο μωρό ένα μπιμπερό αλλά αυτό δεν ήθελε το γάλα. Το δοκίμασα στο χέρι μου και ήταν καυτό. Εκεί δίπλα είχε μια βρύση και κρύωσα εκεί το μπιμπερό και μετά το μωρό το ήπιε το γάλα….του τραγουδούσαμε και ήπιε το γάλα μονορούφι».
Πάει ένας χρόνος που μας έλειψε η αγάπη της. Η αγάπη της για τον κόσμο.
Πάει ένας χρόνος που μας έλειψε η τρυφεράδα της.
«Μετά πενήντα, εκατό χρόνια, θα ήθελα να μου δινόταν το προνόμιο
να βάλω μέσα από ένα παράθυρο το κεφάλι μου, να ρωτήσω, με μια διακριτικότητα απέραντη, να μου ειπούν αν χρειάστηκε στο μεταξύ η αγάπη μου στον κόσμο.» ( Νικηφόρος Βρεττάκος)
Χρειάστηκε, γιαγιά. Χρειάστηκε, Μαρίτσα. Η αγάπη σου χρειάστηκε. Καλέ μας άνθρωπε, Μαρίτσα. Μας λείπεις, γιαγιάκα. Μας έλειψε η αγάπη σου. Εδώ θα μείνει για πάντα, το ζεστό το πέρασμά σου, γιαγιά των φτωχοδιάβολων, γιαγιά του κόσμου, του κόσμου γιαγιά.