Δίποδα κτήνη

[ Κώστας Καναβούρης / Ελλάδα / 14.06.18 ]

        

Και όμως: βρέθηκαν καμμιά εικοσαριά δίποδα κτήνη στην Άμφισσα, απ’ αυτά που λόγω  αβλεψίας (και κοινωνικής αβελτηρίας) κυκλοφορούν με ταυτότητα ανθρώπου, τα οποία στήθηκαν απέναντι στους τραγικούς γονείς και συγγενείς της 13χρονης Γιανούλας, ένα παιδάκι που κατέσφαξε με τα σκάγια του ο ρατσιστής χασάπης και, τον χειροκρότησαν! Επαναλαμβάνω: καμιά εικοσαριά δίποδα κτήνη χειροκρότησαν τον στυγερό φονιά που αφαίρεσε την ζωή ενός παιδιού μόνο και μόνο επειδή ήταν Ρομά!

Για τα κτήνη όμως είναι ήρωας. Ο μάγκας με την καραμπίνα που καθαρίζει για όλη την λευκή φυλή των Ελλήνων. Ο Έλληνας που δεν κολώνει μπροστά στους «γύφτους». Άλλωστε και τους βόρειους γείτονες «γυφτοσκοπιανούς» δεν τους λένε οι «καλοί Έλληνες» που είχαν μαζευτεί στην πλατεία Συντάγματος πριν από λίγο καιρό; Μην πάμε παραπέρα όμως γιατί θα πικραθούμε πολύ... Ας μείνουμε εδώ, στο χειροκρότημα. Στον βαθειά στερεωμένο κοινωνικό φασισμό που δείχνει τα ακονισμένα μαύρα του δόντια.

Σταματάει ο νους του ανθρώπου μπροστά στο αβυσσαλέο ρατσιστικό σκοτάδι. Ως που μπορεί να φτάσει η βαρβαρότητα; Πως γίνεται να χειροκροτάς τον φονιά ενός παιδιού; Τρέμω να το σκεφτώ, γιατί είναι χειρότερο κι από τον ίδιο τον φόνο. Τρέμω να σκεφτώ πόσο πολύ σκοτάδι έχουμε μπροστά μας, πόση τυφλότητα έχουμε να διανύσουμε σ’ αυτή «Την τελευταία προ Ανθρώπου εκατονταετία» που όλο μετατίθεται σε κάποιο αόριστο και απειλητικό μέλλον.

Το κοριτσάκι δεν θα υπάρξει. Για πάντα. Δεν θα γελάσει και δεν θα κλάψει. Για πάντα. Δεν θα χαρεί και δεν θα λυπηθεί. Για πάντα. Δεν θα φιλήσει και δεν θα φιληθεί στον καιρό και στον χρόνο. Για πάντα. Δεν θα μπορέσει να θωπεύσει, να νεύσει, να γίνει το ίδιο ένα νεύμα του κόσμου. Δεν θα μπορέσει να φτερουγίσει, να πει δυο λόγια τυχαία το απόβραδο «περί λύχνων αφάς», να πει μια νυσταγμένη, ξεχτένιστη, «καλημέρα». Δεν θα μπορέσει για πάντα.

Δεν θα μπορέσει να πει, «μαμά», «μπαμπά», «παιδάκι μου». Για πάντα. Τίποτα για πάντα. Και τα κτήνη χειροκροτούν αυτό το μαύρο τίποτα που αρνείται τη ζωή.

Ξέρω πως δεν υπάρχει τιμωρία γι’ αυτού του είδους τα «κανονικά» εγκλήματα της ανθρωποβόρου νομιμότητας. Βλέπεις, ο νόμος και η νομοτεχνία της δικαιοσύνης δεν ασχολείται με την τιμωρία εκείνων που επιχαίρουν για την ρατσιστική σφαγή ενός παιδιού. Ο νόμος και η νομοτεχνία της δικαιοσύνης έχουν σοβαρότερες ασχολίες: πως θα κρατήσουν έξω από την φυλακή τους μεγαλόσχημους εγληματίες και πως θα κρατήσουν μέσα στην φυλακή τις Ηριάννες και του Περικλήδες. Πού καιρός για ένα χειροκρότημα που στάζει αίμα.

Άλλη είναι η τιμωρία των δίποδων κτηνών: ο ίδιος τους ο εαυτός! Το εδοφλέβιο σκοτάδι μέσα στο οποίο ζουν. Αυτή η απέραντη, οργισμένη, ανεξήγητη (για τους ίδιους), δηλητηριώδης φτώχεια του μυαλού και της ψυχής τους. Αυτή η απέραντη δυστυχία που θα την μυρηκάζουν μέχρι το τέλος της ζωή τους.

Αυτή η, εν ζωή, αυτεπίστροφη καταδίκη σε θάνατο. Διαρκείας. Από τον τάφο τους χειροκροτούν. Κι αν δεν το ξέρουν οι ίδιοι, το ξέρει ο εαυτός τους. Και τους σιχαίνεται. Και τους τιμωρεί. Ανελέητα. Όσο κι αν χειροκροτούν με τα μπροστινά τους πόδια.