Για ένα χαμόγελο

[ Μαργαρίτα Μανώλη / Ελλάδα / 17.10.18 ]

 Η πόλη. Μικρή, επαρχιακή. Γονείς στυλοβάτες της κοινωνίας. Και συ, ο «αλλιώτικος», δε χώραγες στη μικρή, τακτοποιημένη ζωούλα τους. Τα μάτια της μάνας σου μια κατηγόρια. Βλέπεις οι δεσμοί αίματος δεν εγγυώνται και τη σωστή λειτουργία των σχέσεων. Πολύ νωρίς στη ζωή σου είχες αποδεχθεί τη «διαφορετικότητά» σου. Και είχες καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πνευματικότητά σου ήταν  κάτι μοναδικό και αποκλειστικά δικό σου. Κάτι που έβρισκες βαθιά μέσα σου σε ένα μυστικό μέρος της ύπαρξής σου.

 Ώσπου στα δεκάξι το ουρλιαχτό της σάρκας σε πήρε μακριά. Κι έμεινε το δωμάτιό σου Μουσείο της απουσίας. Με το όνομά σου σκαλισμένο στον τοίχο. Ένα σημάδι ότι έζησες κάποτε εκεί.

Για πολύ καιρό ζεις στον περιορισμένο μικρόκοσμο του μυαλού σου. Ο κόσμος κι εσύ πορεύεστε χώρια. Και τις νύχτες, όταν ανάβει η μοναξιά, βάζεις μπρος το αυτοκίνητο με τα χίλια. Με την ελπίδα να αφήσεις τα προβλήματά σου εκεί στο δρόμο. Αλλά εκείνα σκαρφαλώνουν στο μυαλό σου. Και σε τσιγκλίζουν για την ασημαντότητά σου. Φόβος. Υπαρξιακός φόβος ότι δεν μετράς, ότι είσαι εντελώς μόνος.

Μια παρουσία, ένας περαστικός, ένα άδολο χαμόγελο. Σαν προσφορά. Για μια στιγμή ένιωσες παιδί ξανά. Πετώντας στα ουράνια για ένα τοσοδούλικο πραγματάκι. Απαγκιάζεις σ’ αυτό το χαμόγελο, ώστε να μη νικήσει το σκοτάδι μέσα σου.