Αυτοί οι αντιπαθητικοί διανοούμενοι!
[ Κώστας Κάππας / Ελλάδα / 23.06.21 ]Μια ματιά στο διαδίκτυο θα σας πείσει εύκολα. Το Facebook, τα Κοινωνικά Δίκτυα Ενημέρωσης και τα υπόλοιπα ΜΜΕ έχουν κατακλειστεί από αυτόκλητους γιατρούς, φυσικούς, βιολόγους και μηχανικούς καθώς α) κανείς από αυτούς δεν έχει σπουδάσει το αντικείμενο το οποίο διαπραγματεύεται και β) όλοι αμφισβητούν τα πορίσματα της πραγματικής Επιστήμης, προβάλλοντας είτε προσωπικές αξιώσεις είτε υποστηρίζοντας τους ανυπόστατους ισχυρισμούς αμφιλεγόμενων ‘ειδικών’: «Το 5G είναι υπεύθυνο για τον κορωνοϊό», «η κλιματική αλλαγή είναι μύθος», «μόνο η ομοιοπαθητική νικά τον καρκίνο», κ.α.
Κοντά σε αυτούς, οι συνωμοσιολόγοι και οι απατεώνες συμπληρώνουν το παζλ απαξιώντας κάθε έννοια ορθολογισμού: «Η θέση των πλανητών θα μας δείξει πότε θα λήξει η πανδημία», «ο Covid-19 κατασκευάστηκε σε μυστικό εργαστήριο της Κίνας», «Το DNA των ελλήνων έχει επιπλέον γονίδια από το DNA των υπολοίπων ανθρώπων», «Τσιπάκι στο εμβόλιο θα μας στειρώσει για να ελέγχει ο Σόρος τον παγκόσμιο πληθυσμό», κ.α.
Ποιό είναι εκείνο το τμήμα του πληθυσμού από το οποίο αντλούν αναγνώστες, ακροαματικότητα και τηλεθέαση όλοι αυτοί; Είναι εκείνο που αμφισβητεί την εξειδίκευση, τις ειδικές ικανότητες, τα πτυχία. Αυτό που δεν αναγνωρίζει τους επιστήμονες και τις επιστημονικές ενώσεις, αυτό που εντάσσει απαξιωτικά τους διανοούμενους σε μία νεφελώδη Αριστερά.
Παράλληλα, τα λαϊκίστικα έντυπα τροφοδοτούν αυτήν την αντίληψη παρουσιάζοντας την Αριστερά (στην γενικότερη έννοιά της) με αλληλοσυγκρουόμενα χαρακτηριστικά: διανοουμενίστικη, άθεη, επαναστάτρια εκ του ασφαλούς, κοσμοπολίτισσα και άπατρι,, με κόμπλεξ ανωτερότητας, υπερβολικά φεμινιστική, αφελής, διστακτική στις μεγάλες αποφάσεις, ανεκτική στους μπαχαλάκηδες και στην (πολιτική και κοινωνική) παραβατικότητα, ισοπεδωτική και εχθρό της παραγωγικότητας. Γενικώς παντογνώστρια, απωθητική και αναξιόπιστη.
Αντίθετα η Δεξιά προβάλλεται ως πιο ‘αντρίκια’, απλή, σαφής με σταράτα κατανοητά λόγια. Πιο κοντά στην σιωπηλή πλειοψηφία, στον απλό εργαζόμενο που ξυπνάει χαράματα, βγάζει τίμια το ψωμί του, μακριά από παράπονα και παραλυτικές απεργίες. Οι επτά κατανοητοί και απλοί πυλώνες της: Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια, Εργασία, Ήθος, Νόμος, Τάξη.
Μεγάλη ευθύνη σε αυτά τα πειστικά (εκ του αποτελέσματος) μηνύματα του λαϊκίστικου τύπου έχει η (πρώην) κυβερνώσα Αριστερά. Πράγματι, αυτή η Αριστερά, για να αποφύγει να την θεωρήσουν “λαϊκίστικη” αποφεύγει να προσδιορίσει σαφώς ποιοί είναι οι ταξικοί εχθροί της, εξορκίζει στην πράξη τις έννοιες ‘καπιταλισμός’ και ‘ιμπεριαλισμός’, εξορκίζει τις λέξεις και τις έννοιες “εργατική τάξη”, “προλεταριάτο”, “μαρξισμός”, ο φόβος να μην προκαλέσει φόβο παραλύει κάθε βήμα της, δεν ενθαρρύνει την επιλογή προλεταριακών στοιχείων στα κέντρα λήψης αποφάσεων, δεν ανατρέπει status quo.
Αντίθετα, για έναν συντηρητικό πολιτικό είναι πλεονέκτημα να μπορεί να χειρίζεται το προλεταριάτο και τους μικροαστούς, στρέφοντάς τους πότε εναντίον των
προνομιούχων του από πάνω ορόφου της πολυκατοικίας που κατοικεί (υπάλληλοι με υψηλή θέση, εξειδίκευση και μισθό) ή εναντίον του επιδοματούχου, δύο σπίτια πιο πέρα ή και εναντίον των δύο ταυτόχρονα.
Εάν όλα αυτά δεν αρκούν, ο “αντιδιανοουμενισμός” αποτελεί ισχυρό βοηθητικό στήριγμα. Είναι φανερό ότι η οικονομική παγκοσμιοποίηση από την μία πλευρά στράγγισε τα δικαιώματα εκείνων των κοινωνικών κατηγοριών, των λiγότερο προικισμένων με τυπικά και ουσιαστικά προσόντα (πτυχία, εξειδίκευση, ξένες γλώσσες) ενώ αντιθέτως ευνόησε τους “διανοούμενους διαμορφωτές γνώμης” (δοκιμιογράφους, δημοσιογράφους, δικαστικούς, θεωρητικούς και θετικούς επιστήμονες, managers και χρηματοοικονομικούς συμβούλους).
Η κοινωνική απομόνωση της πλειοψηφίας των διανοουμένων, των “ειδικών”, των καλλιτεχνών, ο ατομικισμός τους, ο ναρκισσισμός τους, η περιφρόνησή τους για τα λαϊκά ήθη και έθιμα αλλά και ο αθηνοκεντρισμός τους, αποτέλεσε τέλειο καύσιμο στην επιχειρηματολογία της Δεξιάς. Όταν οι “προοδευτικοί” διανοούμενοι δίνουν μαθήματα δημοκρατίας ανέχειας, οικολογίας και ηθικής στον κόσμο, ο θυμός ξεχειλίζει. Η αστική τάξη η οποία πάντοτε παρουσίαζε την κοινωνία ως αιχμάλωτη της αριστερής πολιτιστικής ελίτ, η οποία “τα ξέρει όλα”, δεν θα μπορούσε να ονειρευτεί κάτι καλύτερο από αυτήν την ταύτιση συναισθήματος και αντίληψης.
Επιλέγοντας ως βασικό στόχο την ελίτ της κουλτούρας, ο λαϊκισμός της δεξιάς προστάτευσε την ελίτ του χρήματος. Αυτό έγινε εφικτό διότι στα μάτια πολλών, η πνευματική επάρκεια “των μορφωμένων” έγινε πιο ανυπόφορη από το θράσος των πλουσίων.
Τι πρέπει να γίνει; Υπάρχει μια σαφής ειδοποιός διαφορά στην δράση: εάν το καπιταλιστικό Σύστημα στο οποίο όλοι διαβιώνουμε δεν μας ενοχλεί και τόσο και μπορούμε να συνυπάρχουμε με αυτό κάτω από κάποιες προϋποθέσεις, είναι προφανές ότι θα αναλωνόμαστε σε σχόλια και αφ’ υψηλού παρατηρήσεις σε απλούς ανθρώπους “οι οποίοι δεν κατανοούν” τις ατέλειες του Συστήματος.
Αντίθετα, εάν είμαστε αποφασισμένοι να ανατρέψουμε (και όχι να καταγγείλουμε απλώς ή να επιδιορθώσουμε) ένα εκμεταλλευτικό Σύστημα είμαστε υποχρεωμένοι να σεβαστούμε τους φορείς ανατροπής που δεν είναι άλλοι από τον ίδιο τον λαό. Μαθαίνουμε να αφουγκραζόμαστε τις ανησυχίες του, να σεβόμαστε την γνώμη του και σε τελική ανάλυση, να παραμείνουμε σάρκα από την σάρκα του, άμεση και όχι φευγάτη πρωτοπορία του, όπως λέει και ο Γιάννης Ρίτσος:
Καὶ νὰ ἀδελφέ μου ποὺ μάθαμε νὰ κουβεντιάζουμε ἥσυχα κι ἁπλά.
Καταλαβαινόμαστε τώρα, δὲν χρειάζονται περισσότερα. Κι αὔριο λέω θὰ γίνουμε ἀκόμα πιὸ ἁπλοί.
Θὰ βροῦμε αὐτὰ τὰ λόγια ποὺ παίρνουνε τὸ ἴδιο βάρος σ᾿ ὅλες τὶς καρδιές, σ᾿ ὅλα τὰ χείλη.
Ἔτσι νὰ λέμε πιὰ τὰ σύκα-σύκα καὶ τὴ σκάφη-σκάφη.
Κι ἔτσι ποὺ νὰ χαμογελᾶνε οἱ ἄλλοι καὶ νὰ λένε, «Τέτοια ποιήματα, σοῦ φτιάχνουμε ἑκατὸ τὴν ὥρα.». Αὐτὸ θέλουμε κι ἐμεῖς.
Γιατὶ ἐμεῖς δὲν τραγουδᾶμε γιὰ νὰ ξεχωρίσουμε ἀδελφέ μου ἀπ᾿ τὸν κόσμο. Ἐμεῖς τραγουδᾶμε γιὰ νὰ σμίξουμε τὸν κόσμο