Ασπάλαθοι της άνοιξης

[ Νίκος Προσκεφαλάς / Ελλάδα / 18.04.22 ]

Γ. Σεφέρης, «Επί ασπαλάθων»)Γ. Σεφέρης, «Επί ασπαλάθων»Ήταν ωραίο το Σούνιο τη μέρα εκείνη του Ευαγγελισμού/πάλι με την άνοιξη/ λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες/το κόκκινο χώμα κι ασπάλαθοι/δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια/ και τους κίτρινους ανθούς.

(Γ. Σεφέρης, «Επί ασπαλάθων»)

Η ζωή ολοκαύτωμα σε μια γωνιά νοσοκομείου

ξεχασμένη

κόκκινο έγκαυμα

που χάσκει

Στους δρόμους της πόλης σκοτωμένα παιδιά

και στις πλατείες της γης ο κόσμος

τους βλέπω δεν αντέχουν

κρατούν αναμμένα κεριά

αμάξια γύρω σταματούν

μένουν ακίνητα

κοιτάζουν με απορία τα κεριά οι οδηγοί

τον επιτάφιο θρήνο

αυτή την άλλη δόνηση

πεθαίνουμε ένας ένας ανοιγοκλείνουν σιωπηλά

τα στόματα

κρατούν σφιχτά με αγωνία

το κερί τους 

ανάβουν άλλοτε ο ένας απ' τον άλλο

με τα κεριά ως πότε

να παλεύουν

 

Αγάλματα που λιώνουν

κέρινα

 

Κοιτούν την άνοιξη απ’ του Λάζαρου τον τάφο

και τους ασπάλαθους κοιτούν που ανθίσαν

στα χωράφια

Περιμένουν του ποιητή

την προφητεία με λαχτάρα

κι ας νιώθουν πως τα αγκάθια λάθεψαν

πως εμένανε τρυπούν κι εσένα

που όλο ματώνουμε και λέμε τάχα πως ελπίζουμε

με τις πληγές να χάσκουν ανοιχτές

 

Ξέγνοιαστοι ακόμα οι άφρονες τύραννοι πάνω από τα κουφάρια μας

μεθοκοπάνε.