Έρημη η χελιδονοφωλιά

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 18.09.20 ]

Σηκώθηκε με κόπο απ’ το κρεβάτι. Έσυρε τα πόδια της ως το μπάνιο. Πόση προσπάθεια χρειάστηκε για λίγα μόλις βήματα. Στον καθρέφτη το πρόσωπό της μπλαβιασμένο απ’ τα χτυπήματα, πρησμένο, παραμορφωμένο. Δεν καθάρισε με το νίψιμο, μόνο πόνεσε. Στην κουζίνα άναψε το καμινέτο να φτιάξει καφέ και το ραδιόφωνο. Χαράζει η μέρα  και η πόλη έχει ρεπό…  Δεν καπνίζει. Ποτέ της δεν κάπνισε και να που τώρα, τόσων ετών γυναίκα, θα ήθελε ένα βαρύ-βαρύ τσιγάρο. Δεν έχει. Ούτε να βγει μέχρι το περίπτερο μπορεί έτσι που την κατάντησε. Με τι μούτρα; Την ξέρουν όλοι στη γειτονιά και θα ρωτήσουν. Και τι να πει; Ότι τη σακάτεψε ο γιος της; Το καμάρι της; Ή ότι την κοίταξε με περιφρόνηση στο πάτωμα πεσμένη, ματωμένη, άρπαξε ό,τι είχε στο πορτοφόλι της και βρόντηξε πίσω του την πόρτα για να μη στήσει την παρέα που περίμενε. Δεν θα πάει στο περίπτερο, θα κλειστεί στο σπίτι για όσο χρειαστεί. Ούτε στο φούρνο, ούτε στο μανάβη. Θα τη βγάλει μόνο με νερό, αν χρειαστεί. Δεν αντέχει ούτε άλλο πόνο ούτε άλλη ντροπή. Και ενοχή. Κυρίως ενοχή για ό,τι δεν είδε, δεν κατάλαβε, δεν ένιωσε, δεν πρόλαβε. Τραβάει μια γωνίτσα απ’ την κουρτίνα. Κοιτάζει έξω με το ένα μάτι. Έρημη η χελιδονοφωλιά. Φθινοπωριάζει.  …πορεία με συμμετοχή οργανώσεων, κοινωνικών χώρων και συλλογικοτήτων από το μνημείο του Παύλου στο Κερατσίνι μέχρι το κέντρο του Πειραιά…   

Αχ μωρέ Μάγδα, εσύ τουλάχιστον μεγάλωνες χελιδόνι…