Ένα πνιγμένο παιδί, με άριστα
[ Κώστας Καναβούρης / Ελλάδα / 14.02.20 ]«Αν δεν θέλουμε να πνίγεται κανείς, θα έρχονται όλοι στην Ελλάδα. Τελειώσαμε». Άρης Πορτοσάλτε
Δεν ήξερα το γεγονός. Ίσως επειδή ο θάνατος είναι τόσο πολύς ώστε έπαψε να ξενίζει. Μπορεί πάλι να έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο ο φασισμός που δεν φαίνεται αλλά αλλοιώνει τα κύτταρα των ανθρώπων, τυφλώνει την ψυχή τους, ώστε να μην δίνουν σημασία… Άλλωστε τι σημασία μπορεί να έχει ακόμα ένα πνιγμένο παιδί που βρέθηκε στα νερά της Ιταλίας. Τι σημασία έχει ένα παιδί που δολοφονήθηκε επειδή νόμιζε ότι είχε γεννηθεί! Μια χρωματική κηλίδα στο πελώριο πέλαγος του πουθενά, στον απέραντο καθρέφτη που έχει μονάχα μαύρο για να το κόβουν σε φέτες τα μεγάλα κρουαζιερόπλοια που περνούν δίπλα από ένα ακόμη πνιγμένο παιδί. Περιμένουμε πολλές αφίξεις εφέτος. Παντού. Καινούργιες προβλήτες, καινούργιες διευθετήσεις, καινούργια λιμάνια, σχεδόν καινούργιες θάλασσες για ξένους πολυτελείας και ντόπιας υποτέλειας. Τι να σου κάνει ένα πνιγμένο παιδί.
Σα να μην πνίγηκε, αφού δεν υπήρξε. Ένα ειδησάριο που πέρασε τυχαία από τα μάτια μου και το αντιγράφω: «Ο λόγος αυτής της κατηγορίας στελεχών της ΝΔ, που όλο και πληθαίνουν δείχνει ότι δεν μπορεί να τους συγκινήσει το πτώμα ενός παιδιού (σαν αυτό που βρέθηκε στα νερά της Ιταλίας) το οποίο κουβαλούσε ραμμένους στα ρούχα του σε αδιάβροχη θήκη τους βαθμούς του» (Αυγή», Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020, με υπογραφή Λ.Τ. ).
Βάλε τώρα εσύ με το νου σου την απέραντη οδύνη της αντίφασης: Τόσος πλούτος, τόση ισχύς, τόσος ΟΗΕ, τόση Ύπατη Αρμοστεία, Διεθνείς Οργανισμοί, Συμβούλια, Διαβούλια, ένα Ψέμα μεγαλύτερο κι από την υφήλιο, την στιγμή που ράβουν –ποια χέρια άραγε;- στο ρουχαλάκι ενός παιδιού το πολυτιμότερο «χρήμα» που διαθέτει: τους βαθμούς του στο σχολείο. Κάποτε έραβαν κοσμήματα, χρυσό, κειμήλια, για ν’ αγοράσουν τη ζωή τους. Το παιδάκι αυτό είχε ως πιο πολύτιμο ανταλλάξιμο είδος χρήματος για την ζωή του, τους βαθμούς του. Και να που γίνεται ο Πρωταγόρας τραγωδία: «Χρημάτων πάντων μέτρον άνθρωπος».
Το παιδί έχασε από τους δυνατούς, τους πάνω, τον ρυθμό, το μέτρον του κόσμου. Το χρήμα της πολύτιμης ζωής του μετρήθηκε, ζυγίστηκε και βρέθηκε λειψό. Οι βαθμοί του σχολείου δεν ήταν αρκετό «χρήμα» για να περάσει τις εξετάσεις της ζωής. Και κόπηκε. Δεν πνίγηκε. Το έπνιξαν οι μεγάλοι ιεροεξεταστές στο μεγάλο σχολείο της μεγάλης χριστιανικής αγάπης, της περίλαμπρης Ευρωπαϊκής σκέψης και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Α, ναι και της Περιούσιας Φυλής των απάνθρωπων, με τα μεγάλα σχολεία που συνδέονται με την μεγάλη αγορά της φρίκης.
Φαντάσου λίγο. Φαντάσου την τάξη μεγέθους: τα χέρια που ράβουν τους βαθμούς, τα χέρια που θέλουν να δείξουν στον απέραντο κόσμο ότι είναι καλό παιδί. Έχει άριστα στα μαθήματα. Φαντάσου το παιδί που φοράει τα ρούχα, ντυμένο την αριστεία που θα το σώσει. Κι ύστερα πνίγεται. Ακριβώς επειδή οι μεγάλοι που είναι πιο μεγάλοι από τον γονιό, πιο μεγάλοι από όλους τους γονιούς, δεν ενδιαφέρονται για την αριστεία ενός παιδιού από το πουθενά. Δεν είναι παράκρουση; Δεν είναι ασυγκράτητος φασισμός; Να έχει βραχεί έως θανάτου η καρδούλα του και να παραμένουν στεγνοί οι βαθμοί του… Ένας οβολός στον περατάρη, το «χρημάτων πάντων» που μετράει την ζωή. Και τον θάνατο. Και επιπλέει στους μαύρους καθρέφτες όλων.
Άραγε τι βαθμούς να είχε στα μαθηματικά; Τα κατάφερνε; Τι βαθμούς να είχε στην Ιστορία; Στην γλώσσα; Τι βαθμούς να είχε στα θρησκευτικά; Στο δάκρυ άραγε, ή στο «αναίτιο κλάμα παιδιών που κρατιούνται χέρι χέρι, παιδιών που κοιτάζονται και δεν μιλιούνται» κατά πως λέει ο Ελύτης στο «Άξιον Εστί;». Τι βαθμούς να είχε άραγε στο ύψος και το μπόι του με σηκωμένο το χέρι μέχρι τον ουρανό;
Τι βαθμό να έχουμε όλοι άραγε, σ’ αυτή την σωσίβια ελπίδα των βαθμών, που παίρνει μηδέν και πνίγεται μέσα στην ψυχή μας γιατί η ψυχή μας «έκανε πανιά».