O sancta simplicitas!

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 30.07.20 ]

 Ένα πρωί μιλούσαμε με την Ιφιγένεια στον κήπο. Ποτίζαμε τα λουλούδια και τα λέγαμε. Έχουμε χαμηλώσει πια τον μεταξύ μας πράσινο φράχτη στο ύψος των ώμων, έτσι -όταν δεν σκύβουμε- βλεπόμαστε. Και κάπως πώς το έφερε η κουβέντα κι η Ιφιγένεια θυμήθηκε τότε που είχε χάσει τη μάνα της και φρόντιζε τον άρρωστο πατέρα της.

«Ήταν πια στα τελευταία του. Ούτε καν με αναγνώριζε. Κι όπως τον τάιζα τη σούπα του σε μια προσπάθεια να είναι  ευγενικός μαζί μου ξέρεις τι μου είπε; “Είστε πολύ καλή κυρία και η σούπα σας ωραία είναι, μα προτιμώ της γυναίκας μου”» και ξεκαρδίστηκε στα γέλια χωρίς να σταματήσει να ποτίζει τον κήπο.

Σκέφτηκα τον Philip Roth. (Έχω σε περίοπτη θέση στη βιβλιοθήκη μου Το ανθρώπινο στίγμα.) Σκέφτηκα, λοιπόν τον Roth. Είχα διαβάσει πρόσφατα ένα ακόμα βιβλίο του με τίτλο Πατρική κληρονομιά. Μιλάει κι εκείνος για τον άρρωστο πατέρα του. Μα εγώ κόλλησα σ’ ένα σημείο –κι απ’ όλο το βιβλίο αυτό μου έμεινε μονάχα- που η μητέρα του συγγραφέα πηγαίνει με τον πατέρα του σ’ ένα εστιατόριο. Την σερβίρουν.  «Δεν τη θέλω αυτή τη σούπα», λέει και παθαίνει το μοιραίο έμφραγμα. Τόσο απλά. (O sancta simplicitas!)

«Δεν τη θέλω αυτή τη σούπα». Αυτά ήταν τα τελευταία της λόγια.

Τον κήπο πάντως τον ποτίσαμε κι οι δυο μας. Ο πράσινος φράχτης μεταξύ μας είναι στο ύψος των ώμων. Όταν σκύβουμε κλαίμε με την ησυχία μας.