Το χωριό Κωστακιοί
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ήπειρος / 03.06.24 ]Το χωριό Κωστακιοί έχει όνομα που συγκρατείται δύσκολα. Άλλοι το προφέρουν “κουστάκιι”, άλλοι “κωστακέους”, άλλοι “κωστάκη”, άλλοι “κουστακιούς” κ.ά. Εικάζεται ότι το όνομα Κωστακιοί προήλθε από το Κωστάκιοϊ, που σημαίνει στα τουρκικά το χωριό του Κώστα.
Ο Βρετανός διπλωμάτης και συγγραφέας Ουίλλιαμ Τέρνερ που επισκέφτηκε το χωριό το 1813 σημειώνει: “Μετά από δύο χιλιόμετρα..., ήρθαμε σε ένα άλλο χωριό με το όνομα Κουστακιούζ(Kustakyuse), το οποίο ήταν το πιο καθαρό, το πιο όμορφο, και ίσως να μην πω, το πιο αγγλικό, που είδα από τότε που έφυγα από τη χώρα μου. Τα σπίτια (περίπου σαράντα τον αριθμό) είχαν καλό μέγεθος και ήταν ασβεστωμένα, το καθένα με έναν μικρό περιφραγμένο κήπο, όπου καλλιεργούσαν σταφύλια, τομάτες, ροδάκινα κ.λπ.. Οι γυναίκες εργάζονταν και τα παιδιά έπαιζαν μπροστά στην πόρτα. Η εκκλησία ήταν όμορφη, και καθώς χτυπούσε η καμπάνα(ένας σπάνιος ήχος στην Τουρκία όπου απαγορεύονται), όταν πέρασα, όλα φαινόταν να συνωμοτούν για να μου δώσουν ιδέες για χαρά.”(Journal of a Tour in the Levant, William Turner, 1820). Επίσης, σε γράμμα του πατριάρχη Ιερεμία Α αναφέρεται: “Έν έτει άπο Χρίστον αχό [1670], λέγει τοΰτο, τον μηναν τον Οκτώβριον ήλθεν ο Ευγένιος ιερομόναχος άπο τους Κωστακέους είς το μοναστήριον είς την Καρακονησαΐαν(Κορωνησία) καί άνήγειρεν αυτήν, καί έκτισε τά κελλία καί έσυμμάζωξε μονάχους καί ιερομονάχους.», (Ανέκδοτον γράμμα του πατριάρχου Ιερεμίου του Α' περί της μονής Κορακονησίας, Ζακυθηνού Δ., Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντ. Σπουδών, τόμ. 13, 1937).
Οι Κωστακιοί είναι καμποχώρι του Δήμου Αρταίων με 2078 μόνιμους κατοίκους (απογραφή 2011), και απέχει από την πόλη περίπου 3 χιλιόμετρα.
Οι Κωστακιοί μαζί με τα υπόλοιπα χωριά του κάμπου βρίσκεται σε μια τοποθεσία η οποία κατά την αρχαιότητα είχε κατοικηθεί από τους Δρύοπες, ένα θεσπρωτικό φύλο, οι οποίοι εκδιώχθηκαν το 625 π.Χ. από τους Κορίνθιους*. Τα ευρήματα που έφερε στην επιφάνεια η αρχαιολογική έρευνα, πιστοποιούν την ύπαρξη οικιστικών θέσεων στην γύρω περιοχή. Οι ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν στη θέση Παλαιοκκλήσι Κωστακιών(κοντά στο κάμπους του πανεπιστημίου), έφεραν στο φως ψηφιδωτό δάπεδο Ρωμαϊκής περιόδου. Το ψηφιδωτό αυτό δεν υπάρχει πια! (Δυστυχώς τα τοπόσημα καταστρέφονται από την άγνοια των κατοίκων. Η μεγάλη πέτρινη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου καταστράφηκε για να κτισθεί μία τεράστια μη λειτουργική εκκλησία. Το παλιό δημοτικό σχολείο γκρεμίστηκε ομοίως. Ακόμα και τα μεγάλα πεύκα έκοψε ο δήμαρχος!)
Σύμφωνα με τα αρχεία της Βενετίας, μας γίνεται γνωστό ότι το έτος 1697, οι Κωστακιοί μαζί με πολλά άλλα χωριά της Άρτας, κατέβαλαν φόρο στην Βενετική διοίκηση με αντάλλαγμα την προστασία από τις επιδρομές των πειρατών. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Μανιάτη πειρατή Λιμπεράκη Γερακάρη, ο οποίος το 1696 λεηλάτησε την πόλη της Άρτας και τα καμποχώρια. Οι Αρτινοί έστειλαν επιστολή στον Δόγη της Βενετίας και τον ενημέρωσαν για την επιδρομή του Γερακάρη και ανάμεσα σε αυτούς που υπέγραψαν την επιστολή ήταν και ο ιερέας των Κωστακιών, Δημήτριος.
Ο Σπυρίδων Αραβαντινός («Ιστορία Αλή πασά του Τεπελενλή») αναφέρει ότι οι Κωστακιοί υπήρξαν τσιφλίκι του πασά των Ιωαννίνων, ο οποίος είχε στην κατοχή του το μεγαλύτερο μέρος του κάμπου. Σύμφωνα με τον Κων. Διαμαντή («Η Άρτα και τα περίχωρα αυτής κατά τους χρόνους της επανάστασης»), οι Κωστακιοί ήταν ένας σημαντικός οικισμός με 90 οικογένειες την περίοδο που ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Το 1805 φτάνει στην Άρτα ο Βρετανός William Martin Leake, αφού πέρασε από τη Σαλαώρα και τα γύρω χωριά Ανέζα και Ποστακιούς(σ.σ. Κωστακιούς). Ο Leake αναφέρεται λεπτομερώς στην ιστορία και στο τοπίο της Άρτας και τα γύρω χωριά της, ενώ παράλληλα χαρτογραφεί την πόλη της Άρτας (Βράκας, 2016b, 108). Τον υποδέχεται στην Άρτα και τον ξεναγεί στην πόλη ο δεσπότης Άρτας, Ιγνάτιος Α, για τον οποίο ο Leake κάνει λόγο στα γραπτά του, αναφέροντας ότι ο δεσπότης είναι εκτελεστικό όργανο του πασά και παίζει σημαντικό ρόλο στις πολιτικές υποθέσεις της περιοχής. Επίσης, ο Leake αναφέρει ότι το κυριότερο προϊόν της Άρτας ήταν το φουντούκι (Σιμόπουλος, 1999a, 380- 382).
Ο Παναγιώτης Αραβαντινός στο έργο του «Χρονογραφία της Ηπείρου» μας ενημερώνει ότι, με βάση τον κατάλογο της απογραφής του 1845, οι Κωστακιοί, από πλευράς ιδιοκτησίας, άνηκαν στην κατηγορία «μουατζέλι» και κατοικούσαν στο χωριό 46 χριστιανικές οικογένειες. Η έκθεση του Ρωσικού Υποπροξενείου Άρτας, το 1877, μας πληροφορεί ότι στους Κωστακιούς κατοικούσαν 117 χριστιανικές οικογένειες και το χωριό αποτελούσε ιδιοκτησία του Κ. Καραπάνου.
Αναφορά στο χωριό κάνει και ο Ιφικράτης Κοκκίδης στο έργο του «Οδοιπορικά Ηπείρου και Θεσσαλίας» που εξέδωσε το ελληνικό Υπουργείο Στρατιωτικών (Αθήνα 1880) και μας δίνει την πληροφορία ότι στο χωριό κατοικούσαν περίπου 400 άνθρωποι.
Στο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης & Πρεβέζης» (εκδ.1884) του Σεραφείμ Ξενόπουλου, μητροπολίτη Άρτας, γίνεται αναφορά στους Κωστακιούς. Σύμφωνα με αυτή την πηγή, την εποχή της επίσκεψης του Μητροπολίτη Άρτας, στο χωριό διέμεναν περίπου 80 οικογένειες. Οι κάτοικοι εκκλησιάζονταν στο ναό του Αγίου Νικολάου ("οικοδομηθέντα το 1782 το πρώτον". Ο Ξενόπουλος κάνει ιδιαίτερη αναφορά σε άλλο βυζαντινό ναό του Αγίου Νικολάου (της Ροδιάς επιλεγομένου) στις "Κιρκιζάτες" χωρίς να τον ταυτίζει με αυτόν των Κωστακιών-Αναφέρει συγκεκριμένα "έτερον πανάρχαιον του Αγίου Νικολάου... βεβυθισμένο...". Άρα η εκκλησία που εκκλησιάζονταν οι κωστακιώτες δεν ήταν ο Άγιος Νικόλαος των Κερκιζατών αλλά η ομώνυμη εκκλησία όπου το σημερινό νεκροταφείο), υπήρχε επίσης το μετόχι της Παναγίας της Πορταΐτισσας των Ιβήρων, ο ναός του Αγίου Γεωργίου (Ως Μονή αναφέρεται από τον Σ.Ξ.. Επρόκειτο για υπέροχη πέτρινη εκκλησία που γκρέμισαν για να χτίσουν το καινούργιο μεγαθήριο από μπετόν!) και το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας. Ο Ξενόπουλος μας πληροφορεί ότι το χωριό είχε δύο ιερείς και ακόμη ότι ένας κάτοικος των Κωστακιών, ο Χρηστάκης Ζυγούρης διετέλεσε προεστός του τμήματος Κάμπου το 1853. Ο Μητροπολίτης Άρτας αναφέρει επίσης ότι στο χωριό υπήρχε αλληλοδιδακτικό σχολείο όπου δίδασκε ένας δάσκαλος και φοιτούσαν 120 μαθητές, οι οποίοι μελετούσαν γεωγραφία, ιστορία, αριθμητική και θρησκευτικά.
Εξίσου σημαντική πηγή, είναι η Οθωμανική απογραφή του 1895 (Σαλναμές Ιωαννίνων για το οικονομικό έτος 1311[1895], έκδοση έβδομη). Σύμφωνα με το σχετικό οθωμανικό νόμο, που ίσχυε από το 1864, η πρωτογενής διαίρεση της αυτοκρατορίας ήταν το βιλαέτι («νομαρχία» ή «γενική διοίκηση»). Κάθε βιλαέτι χωριζόταν σε σαντζάκια και αυτά σε καζάδες. Σύμφωνa με αυτή την απογραφή, το χωριό ανήκε στον Καζά Λούρου, ο οποίος βρισκόταν στο σαντζάκι Πρεβέζης, το οποίο με τη σειρά του, ανήκε στο βιλαέτι Ιωαννίνων. Με βάση λοιπόν αυτή την απογραφή, στους Κωστακιούς κατοικούσαν 56 οικογένειες (χανέδες) με συνολικό πληθυσμό 283 άτομα -143 άνδρες, `40 γυναίκες- (Βικιπαιδεία).
Κατά τη διάρκεια του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897, το χωριό απελευθερώθηκε προσωρινά. Αλλά η ήττα είχε ολέθρια αποτελέσματα. Mετά την υποχώρηση του ελληνικού στρατού «Αι εν Ηπείρω καταστροφαί εκ μέρους των Γκέκηδων και Νιζάμιδων είνε απερίγραπτοι. Τα χωρία Βλαχέρνα, Γρεμνίτσα, Καστακί(σ.σ. εννοεί Κωστακιοί), Ράχι, εγυμνώθησαν. Η κατάφυτος πεδιάς από Νεοχώρι μέχρι Λούρου ποταμού εσπαρμένη εκ σίτου εθερίσθη υπό των Τούρκων…», γράφει η εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ (19 Ιουλίου 1897).
Για τα εγκλήματα Οθωμανών στρατιωτών στους Κωστακιούς και άλλα χωριά της Άρτας το 1897, διαβάζουμε στην εφημερίδα "Σωτηρία" (Μάιος 1897, αριθμός φύλλου 78): "Οι Τούρκοι στρατιώται Ασισιανοί και εξ Αδριανουπόλεως ελθόντες και εις χωρίον Κωστάκη(σ.σ. εννοεί Κωστακιοί ή Κωστάκιοϊ) ημίσειαν ώραν απέχον γεφύρας Αράχθου διέπραξαν φρικώδη και ανεκδιήγητα τερατουργήματα, βία ησέλγησαν επί 19ετούς Αγγελικής Πιτσελή και επί 50ετούς Μαρίας Γ. Χήρας και επί παίδων Γ. Γκολέμπα, Δ. Λουκα, Β. Βούκα, Β.Β. Παντελά. Χθες πάλιν επετέθησαν κατ' απομενουσών εν χωρίω 20 γυναικών, αίτινες απέφυγαν ατίμωσιν διότι αντισταθέντων ανδρών εύρον ευκαιρίαν, καίτοι διωκόμεναι να κρυβώσιν εις ελώδη μέρη (σ.σ. κατέφυγαν στο βάλτο). Εκ τοιαύτης αποτυχίας, οργή θηρίων εστράφη κατ’ αντισταθέντων ους δεινώς εκακοποίησαν εξ ων Κούτσικας και Β. Παπαδημητρίου διατρέχουσιν έσχατον κίνδυνον. Διέρρηξαν θύρας ναών αγίου Γεωργίου και Νικολάου(σ.σ. είναι η εκκλησία στους Κωστακιούς, σήμερα νεκροταφείο) και αφού εσύλησαν αυτούς ίθραυσαν αγίας εικόνας και εβεβήλωσαν ιερά θυσιαστήρια διά περιττωμάτων. Διήρπασαν άπαντα ζωα και παν ότι περιείχε εν τις οικίαις πλησίων χωρίων, τριων τετάρτων απεχώντων. Εντευθεν δέκα ομοια ανθρωπόμορφα τέρατα ητίμασαν μόνην εκεί ευρισκομένην γυναίκα 15ετή παρθένον γυναικαδέλφην Δ. Σακογιάννη υπό ομματα 70ετούς πατρός της δαρέντος ανηλεώς προηγουμένως καί δεθεντος. Αμφότεροι διατρέχουσιν έσχατον κίνδυνον.” (Artinews.gr).
Στην ίδια εφημερίδα διαβάζουμε: "Ως επληροφορήθημεν μετά την συνομολόγησιν της ανακωχής, τα Τουρκικά της ’Ηπείρου στρατεύματα, αφού κατέστρεψαν σχεδόν όλα τα πλούσια ελληνικά χωρία της ’Ηπείρου, προέβησαν και εις την έξ ολοκλήρου καταστροφήν του πλουσίου εις ελαιώνας κάμπου της 'Αρτης εκ του οποίου άλλα μεν δένδρα κατέστρεψαν δια πυρκαϊάς άλλα δε απέκοψαν. Aι εντεύθεν εις τους κατοίκους της Άρτης προξενηθείσαι ζημίαι υπολογίζονται ως αρκετά σημαντικαί".
Η οριστική απελευθέρωση των Κωστακιών έλαβε χώρα το διάστημα ανάμεσα στις 6 και 9 Οκτωβρίου 1912, όταν τα πρώτα ελληνικά στρατεύματα πέρασαν τη γέφυρα της Άρτας και στις 2 το μεσημέρι απώθησαν τους Τούρκους και εδραιώθηκαν στο χωριό.
*ΚΩΣΤΑΚΙΟΙ ΑΡΤΑΣ Στην κοντινή ύπαιθρο «χώρα» της Αμβρακίας και σε απόσταση περίπου τρία χιλιόμετρα από την σημερινή πόλη της Άρτας, βρίσκεται το χωριό Κωστακιοί. Η περιοχή είχε κατοικηθεί ήδη από τον 7ο αι. π.Χ. και σε επιφανειακές έρευνες έχουν εντοπιστεί διάσπαρτα ευρήματα, τα οποία πιστοποιούν την ύπαρξη αρχαίων οικιστικών θέσεων. Οι ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν στην θέση «Παλαιοκκλήσι» Κωστακιών, έφεραν στο φως ψηφιδωτό δάπεδο ρωμαϊκής περιόδου, το οποίο δεν σώζεται241 και δεν υπάρχει κάποια αναφορά για το κτήριο από το οποίο προήλθε. (ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΝΝΙΝΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ) «ΑΡΧΑΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ» ΘΑΛΕΙΑ ΚΥΡΚΟΥ ΨΗΦΙΔΩΤΑ ΣΤΟΝ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ ΧΩΡΟ ΚΑΤΑ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
**Φωτογραφίες: Η παλιά πέτρινη εκκλησία του αγίου Γεωργίου γκρεμίστηκε. Το ίδιο και το παλιό σχολείο. Τελευταία έκοψαν και τα κωνοφόρα πεύκα. Η είσοδος και ο χώρος γύρω από την πανεπιστημιούπολη εξακολουθούν να είναι άθλια. Μόνο τοπόσημο παραμένει η Παναγία η Πορταΐτισσα, σ' ένα κτήμα (Μονής Ιβήρων) που συχνά γίνεται "λόγγος"...
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α
Στον κάμπο της Άρτας έχουμε μετακινήσεις πληθυσμών που οφείλονται σε μια σειρά αιτίες (αλλαγή δύναμης κατοχής, επιδρομές ληστών, πειρατών κ.ά.). Δεν είναι τυχαία τα ονόματα με ιταλική (ή επτανησιώτικη προέλευση), όπως Γαζέτας, Φούζας, Γαλήνας (το όνομα το βρίσκουμε και στον Γκαλίνα του Κύκλου της Πίζας υπό τον πρώην μητροπολίτη Άρτας Ιγνάτιο Α. Ο Βικέντιος Γκαλλίνα ή Βικέντιος Γαλλίνας, ήταν Ιταλός καρμπονάρος, φιλέλληνας που συμμετείχε στη συγγραφή του πρώτου Συντάγματος της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της Α' Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου. Επίσης στον ελληνο-τουρκικό πόλεμο του 1897 είχαμε την έλευση στην Άρτα του σώματος των Γαριβαλδινών.)κ.ά.
17ος αιώνας, Το κούρσο του Λιμπεράκη
Μεγάλο µέρος του Κάµπου, από τους Κωστακιούς μέχρι τ’ Αλίµπεη (Ψαθοτόπι) γνώρισαν μεγάλη καταστροφή με το κούρσο του Λιµπεράκη Γερακάρη ή αλλιώς Γκιαούρ πασά. Εδώ µέχρι και τις εκκλησίες γκρέµισαν ή κάψανε.
Το 1699 µ.Χ. η Πρέβεζα από τους Ενετούς επανήλθε στους Οθωµανούς και τότε αρκετοί Πρεβεζάνοι θα έρθουν και θα εγκατασταθούν στα χωριά του Κάµπου και κυρίως στην Ανέζα. Όταν όµως στα 1712 στον 7ο Ενετοτουρκικό πόλεµο η Πρέβεζα καταλήφθηκε και πάλι από τους Ενετούς, οι Πρεβεζάνοι επέστρεψαν στην Πρέβεζα με αποτέλεσμα να υπάρχει έλλειψη εργατικών χεριών. Μια συµφωνία µεταξύ Βενετών και Οθωµανών θα επιτρέπει σε Εφτανήσιους Ενετούς υπηκόους να δουλεύουν αφορολόγητα στον κάµπο.
Η ληστεία ήταν ένας λόγος εγκατάλειψης του κάμπου για πιο ασφαλή μέρη. Ο Αλή πασάς θα πετύχει µια σχετική ηρεµία µέχρι την Αποστασία του και την έναρξη της επανάστασης της Παλιγγενεσίας. Οι Οθωµανοί γνωρίζοντας, ότι ο κάµπος όλος είναι τσιφλίκι του Αλή και των γιων του βάζουν φρουρές στον κάµπο, βασανίζουν, σκοτώνουν, λεηλατούν.
Η εποχή µετά τον Αλή πασά ως το 1882
Με την ίδρυση του ελληνικού κράτους στον κάµπο της Άρτας, που παρέμενε υπό την εξουσία των Οθωμανών, τα τσιφλίκια του Αλή πασά, κάποια χωριά του κάµπου θα γίνουν «Μουατζέλια» (οι κάτοικοι θα πληρώνουν στο κράτος κάποιο ποσό µέχρι την εξαγορά του ώστε να γίνει ελεύθερο χωριό και να έχει τον τίτλο Καργιέ(Karye)). «Μουαμτζέλια» ήταν τα χωριά: Κωστακιοί, Κεραμάτες, Κυρνικολού, Κολομόδια κ.ά. ∆εν θα τα καταφέρουν όµως να πληρώσουν όλα τα χρήματα και θα ξαναγίνουν και πάλι τσιφλίκια και η κατάσταση των κατοίκων θα επιδεινωθεί. Πολλά χωριά του κάμπου (Μουαμτζέλια) εξαγοράστηκαν από τον Κ. Καραπάνο: Κωστακιοί (117 οικογένειες), Κεραµάτες (16 οικογένειες), Κολοµόδια (12 οικογένειες), Κυρ Νικολού (20 οικογένειες), Γενίτσαρι (30 οικογένειες), Ανέζα (25 οικογένειες)* Στατιστική του Ρωσικού υποπροξενείου της Άρτας, 1877.
Τα χωριά που παρέµειναν «ιµλάκια» (εθνικές γαίες) -σύμφωνα με τον πίνακα του Αραβαντινού(μισά 19ου αιώνα)- ήταν σε καλύτερη μοίρα. «Ιμλάκια» ήταν τα χωριά Νιοχώρι (Νεοχώρι,120 οικογένειες), Ρεϊµή Εφέντης Μπαχυκάλαµος(Παχυκάλαµος, 45 οικογ.), Τσαπρασλή (53 οικογ.), Αγία Παρασκευή (37 οικογ.), Γαβριά (15 οικογ., ιδοκτησία Μητροπολίτη Άρτας), Αλίµπεη (Ψαθοτόπι, 16 οικογ.), Μύτικας (25 οικογεν., ιδιοκτησία Τζελάλ µπέης και Λιάµπης), Μπαντούλα (Απόµερο, 16 οικογεν., ιδιοκτησία Αχµέτ Σαρρή Εφένδης).
Το 1882 οι αγρότες εξεγείρονται. Στο «Ελληνικό» η εξέγερση καταπνίγεται από τους ανθρώπους (πρώην ληστές) του Καραπάνου(δες το δοκίμιο «Το ματωμένο θέρος του 1882»), ενώ στο «Τούρκικο» ο Καραπάνος φροντίζει µε τον Οθωµανικό στρατό να σύρει πολλούς εξεγερμένους χωρικούς στις φυλακές τις Πρέβεζας. Στη συνέχεια ο Καραπάνος άρχισε να πουλά τα κτήµατά του και το κράτος άρχισε να εκποιεί γαίες σε ντόπιους αγρότες.
Η ήττα του 1897
Οι πιέσεις των Τούρκων στον χριστιανικό πληθυσμό της Ηπείρου οδήγησε σε πολλές αποδημίες. Οι Πρεβεζάνοι (στο artinews έχουμε γράψει για τη σφαγή των Πρεβεζάνων στη Σαλαώρα από τον Αλή πασά. Οι Πρεβεζάνοι είχαν καταφύγει στη Βόνιτσα μετά την καταστροφή της Πρέβεζας από τον Αλή και μετά από παρελκυστική πρόσκληση του Ιγνάτιου πήγαν στη Σαλαώρα) έρχονται στον κάμπο της Άρτας, κάτοικοι του κάμπου καταφεύγουν στη Λευκάδα κ.ά.
Το 1897, δεκαέξι από τις είκοσι οικογένειες της Κορωνησίας υποχρεώθηκαν να πάνε στην Βόνιτσα. Όπως γράφει η εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ: «Από Καρακονήσια, νησίδιων εν τω Αμβρακικώ κόλπω, ανεχώρισαν εις Βόνιτσαν δεκαέξ οικογένειαι χριστιανικαί εκ των είκοσι εν συνόλω κατοικουσών εκεί εγκαταλείψασαι τας οικίας των εις τους Τούρκους. Ούτοι δε μετά διαρπαγήν αυτών συνέλαβον τας εναπομεινάσας τέσσαρας οικογενείας και τας εφυλάκισαν…»(27 Μαρτίου 1897).
Στην Ήπειρο το 1897 υπήρχαν 15.000 Έλληνες στρατιώτες υπό την διοίκηση του Συνταγματάρχη Θρασύβουλου Μάνου έναντι 28.000 Οθωμανών με 48 πυροβόλα υπό τις διαταγές του Αχμέτ Χιφσί Πασά.
Το πρωί στις 6 Απριλίου/18 Απριλίου 1897, Κυριακή των Βαΐων το ατμόπλοιο «Μακεδονία» δέχτηκε καταιγιστικά πυρά στο στόμιο της Πρέβεζας και προσάραξε σε αβαθή κοντά στο Άκτιο. Το γεγονός αυτό σήμανε την έναρξη του πολέμου στο μέτωπο της Ηπείρου. Στην πόλη της Άρτας ο ελληνικός στρατός έλαβε θέση μάχης. Η 2η πεδινή πυροβολαρχία χτύπησε πρώτη το τουρκικό φρούριο στη θέση «Ιμαρέτ» και έλαβε άμεση απάντηση με καταιγισμό πυρών από τα 6 μεγάλα πυροβόλα, τα οποία έβαλλαν συντονισμένα κατά του Αμυντικού Στρατώνα Άρτας. Ανταλλαγή πυροβολισμών σημειώθηκε και στη γέφυρα της Άρτας αλλά και στην περιοχή της Κάτω Παναγιάς και της Περάνθης.
Στις 4 μ.μ. τα κανονιοφόρα του ελληνικού στόλου βομβάρδισαν το φρούριο της Σαλαώρας και κατέστρεψαν τα 2 πυροβόλα τύπου «Άρμστρονγκ». Οι Οθωμανοί της Σαλαώρας εγκατέλειψαν το φυλάκιο και υποχώρησαν μέσω Βίγλας και Ιμάμ Τσαούς προς την Φιλιππιάδα. Ο Ελληνικός στόλος κατέλαβε την Σαλαώρα.
Το βράδυ της 6ης Απριλίου, τοποθετήθηκε κινητή γέφυρα στο ύψος της Περάνθης και το πρωί της 7ης Απριλίου πέρασαν από αυτή, ένας λόχος Μηχανικού, ένας λόχος του 9ου Συντάγματος Πεζικού και 2 ίλες ιππικού και ύστερα από σφοδρή μάχη κατέλαβαν τα χωριά Νεοχώρι, Παχυκάλαμος και Ακροποταμιά, όπου οι Τούρκοι είχαν κατασκευάσει ορύγματα (το ίδιο και στα μετόπισθεν: Κωστακιούς και Χαλκιάδες). Οι Τούρκοι, τελικά, χρησιμοποιώντας ως ασπίδα τα γυναικόπαιδα της περιοχής, υποχώρησαν στο χωριό Μύτικα και οχυρώθηκαν στον Πύργο του Φουάτ Μπέη όπου υπήρχαν περίπου 1000 στρατιώτες. Το πρωί της 9ης Απριλίου, υπήρξαν πληροφορίες ότι οι Τούρκοι είχαν εγκαταλείψει τον Αρτινό κάμπο κατά τη διάρκεια της νύχτας και είχαν κινηθεί προς τη γέφυρα του Λούρου και τη Φιλιππιάδα.
Μέχρι το βράδυ της 10ης Απριλίου/22 Απριλίου είχε απελευθερωθεί το μεγαλύτερο μέρος του κάμπου και η Φιλιππιάδα.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ»: «Την πρωΐαν (10 Απριλίου) ο λοχαγός Μπεράτης απέστειλεν εις τον ταξίαρχον τον υπολοχ. Κωνσταντινούπουλον, ίνα αναφέρη αυτώ περί της ανάγκης της προχωρήσεως προς κατάληψιν της Φιλιππιάδος […] διατάξας να γνωρίση τούτο και στον εις Κωστακιούς ταγματάρχη Κουμουνδούρον… περί την μεσημβρίαν αφίκετο με το τάγμα του ο ταγματάρχης Κουμουνδούρος… (που βρισκόταν στους) Κωστακιούς, όπου διανυκτέρευσε παρακολουθούμενος και υπό του λοχαγού του πυροβολικού Μήτσου Γ. με έναν ουλαμόν υπό τον ανθυπολοχ. Γαλανόν, του ετέρου υπό τον ανυπολ. Καράκαλον διαμείναντος εν τη γεφύρα Άρτης…»
Στη συνέχεια η εφημερίδα αναφέρεται στη λεηλασία των περιουσιών των μουσουλμάνων της Φιλιππιάδας (σ.σ. Χαμιδιέ): «Οι αντάρται ευρόντες την ευκαιρίαν και ενωθέντες μετά των Χριστιανών κατοίκων και πολλών εκ των πλησιοχώριων χωρικών ελεηλάτησαν τας ιδιωτικάς περιουσίας και ήθελον καταδηώσει την πόλιν αν μη εγκαίρως κατέφθανεν ο λοχαγός Μπεράτης και ολίγον αργότερα ο ταγματάρχης Κουμουνδούρος με το τάγμα του… την 1μμ αφίκετο και ο ταξίαρχος Μπότσαρης». Το χάος ήταν τέτοιο που «δεν γνώριζε το σκυλί τον αφέντη του» γράφει η έκθεση του συνταγματάρχη Στράτου υπό τον τίτλο: «Η κατάληψις της Φιλιππιάδος», που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ(Σάββατον, 12 Ιουνίου, 1899).
Οι Έλληνες προχώρησαν μέχρι τα Πέντε Πηγάδια όπου είχαν οχυρωθεί οι Τούρκοι αλλά μετά από αψιμαχίες στις 27 και νέες επιθέσεις στις 28 και 29 δεν μπόρεσαν να κάνουν κάτι αφού δεν έρχονταν ενισχύσεις. Στις 12 Μαΐου έγινε νέα Ελληνική επίθεση ενώ Ηπειρώτες εθελοντές προσπάθησαν να αποκόψουν την τουρκική φρουρά στην Πρέβεζα. Ο ελληνικός στρατός επιτέθηκε στις 13 Μαΐου κοντά στην Στρεβίνα με σκοπό να καταλάβει και να κρατήσει τη θέση, πράγμα που κατάφερε την επόμενη. Τελικά όμως οπισθοχώρησε στις 15 Μαΐου.
Οι κάτοικοι των χωριών του κάμπου βρίσκονταν στο έλεος όλων, όχι μόνο των Τούρκων αλλά και των Ελλήνων στρατιωτών. Η εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ (8 Μαΐου 1897) γράφει ότι «Πολλοί χωρικοί παραπονούνται εν Άρτη δια τους ίππους των οι οποίοι προσελήφθησαν εις τον στρατόν άνευ αποζημιώσεως και άνευ αποδείξεως… Λέγεται ότι πολλοί στρατιώται εφυγάδευσαν εις τας πατρίδας τους πολλούς τοιούτους ίππους».
Όμως η μεγάλη συμφορά συνέβη μετά την υποχώρηση του ελληνικού στρατού. «Αι εν Ηπείρω καταστροφαί εκ μέρους των Γκέκηδων και Νιζάμιδων είνε απερίγραπτοι. Τα χωρία Βλαχέρνα, Γρεμνίτσα(σ.σ. εννοεί Γραμενίτσα), Καστακί (σ.σ. εννοεί Κωστακιοί), Ράχι, εγυμνώθησαν. Η κατάφυτος πεδιάς από Νεοχώρι μέχρι Λούρου ποταμού εσπαρμένη εκ σίτου εθερίσθη υπό των Τούρκων… Άρτα 16 Ιουλίου 1897» (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, 19 Ιουλίου 1897).
Το 1913, δηλαδή μετά την απελευθέρωση του κάμπου της Άρτας, σε έκθεση µε τίτλο «Αναρίθµησις των κατοίκων των νέων επαρχιών τηςΕλλάδος του έτους 1913», αναφέρονται οι πληθυσμοί των χωριών εκείνη την περίοδο: Οι Κωστακιοί είχαν πληθυσμό 222 άρρενες και 206 θηλ.( συν 428 κατοίκους) και στο σχολείο μαθητεύουν 120 μαθητές. (1881-1882 τα σχολεία του κάµπου αριθµούν τα 22, όπου όπως µας πληροφορεί ο Σεραφείµ Ξενόπουλος του Βυζαντίου µαθητεύουν 652παιδιά. Κωστακιοί 120, Κιρκιζάτες - Πλησιοί 30, Αλήµπεη (Ψαθοτόπι) 15, Βίγλα 10 κ.ά.)
*Κωστακιοί: Ο πληθυσμός της αποτελείται από λίγους Τούρκους, πολλούς αυτόχθονες Έλληνες, Εβραίους και ένα κάποιο αριθμό φυγάδων, απ’ τους οποίους οι πιο πολλοί είναι Βενετοί, που βρίσκουν εδώ άσυλο.
**Διδακτορική διατριβή, Λευτέρη Βέτσιος «Η οικονοµική και διπλωµατική παρουσία των Βενετών στην Άρτα»
***(Πηγή Φώτης Βράκας) https://www.academia.edu
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β
Διαβάζουμε στο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης και Πρεβέζης» του Σεραφείμ Ξενόπουλου (πρώτη έκδοση 1884):
Στη σελίδα 171: «Ουχί ολιγώτερον της ημισείας ώρας εξ Άρτης, προς δυσμάς αυτής, κατά το τμήμα Κάμπου, έξω του χωρίου Κωστάκιοϊ, εν τερπνοτάτη πεδιάδι, κείται ιερά Μονή επί τω ενδόξω ονόματι του αγίου Γεωργίου (Απριλ. 223), ης ο πρώτος δομήτωρ άγνωστος και η εποχή αυτή, αλλ’ ως δοκεί ην κτίριον του παρελθόντος αιώνος περί τα τέλη (σ.σ. περί τα τέλη δηλαδή του 18ου αιώνα), σαθρωθέντος δε του Ναού, και επαπειλουμένου καταπεσείν, ανέλαβεν ανοικοδόμησιν αυτού, εν έτει 1871, Αρχιερατική εντολή ο και ήδη ηγουμεύων εν μοναχοίς Γερμανός αναγείρας αυτόν και αλλωπίσας εντελώς… Η γούμενοι γνωστοί ααυτής εισιν οι εξής. 1816 Εφραίμ, 1844 Χρύσανθος, 1852 Επιτροπή, 1836 Γεράσιμος, 1846 Ιωσήφ, 1858 Γερμανός).
Πλησίον του χωρίου των Κωστακιών προς δυσμάς κείται ιερόν Μετόχιον της των Ιβήρων ιεράς Μονής μετά ιερού Ναού, σεμνυνομένη ει όνομα της Θεοτόκου μνυνομένης εις όνομα της Θεοτόκου Πορταϊτίσσης, βελτιούμενον οσημέραι υπό της αόκνου προθυμίας … του εν Μοναχοίς οσίου Ευγενίου, όστις αφίχθη εις Άρταν και ανέλαβε την διεύθυνσιν αυτού εν έτει 1847.
Αυτόθι υπήρχεν υπό την εξουσίαν του Σινά όρους και Ναός της Αγίας Αικατερίνης κατηδαφισμένος από του 1821.».
Στη σελίδα 151 διαβάζουμε: «…Εν τω εις χωρίον Κωστακιούς Μετοχίω της εν Άθωνι Μονής των Ιβήρων, σεμνυνομένω επ’ ονόματι της Θεοτόκου Πορταϊτίσσης, εν δυσί κιβωτίοις αργυροίς, υπάρχουσι τα ιερά λείψανα Προκοπίου του Δεκαπολίτου εκ της αγίας αυτού κάρας, και μερίδια των αγίων Χαραλάμπους, Μοδέστου και τινων ανωνύμων […] Εν τη ιερά Μονή του αγίου Γεωργίου εις Κωστακιούς υπάρχουσιν εν κιβωτίω μερίδια τινων λειψάνων Τρύφωνος και Χαραλάμπους…».
Στη σελίδα 214 διαβάζουμε ότι «Εις Κωστακιούς (υπήρχε) εν ελληνοαλληλοδιδακτικόν (σχολείο) εν ω εδιδάσκοντο μαθηταί 120 και υφ’ ενός διδασκάλου.", (συνολικά στον Κάμπο υπήρχαν 14 σχολεία με 655 μαθητές).
Η τιμωρία ψαράδων από τους Κωστακιούς (1739)
Σύµφωνα µε την έρευνα της Ευστρατίας Συγκέλου και του Σπύρου Ασωνίτη για τον Αµβρακικό κόλπο, φαίνεται, πως οι Οθωµανικές αρχές για να προσελκύουν ενοικιαστές στα ιχθυοτροφεία υπόσχονταν προστασία από τους ληστές. Την προστασία αυτή την αναλάµβαναν οι ντόπιοι. Το πιο καλό παράδειγµα είναι εδώ οι Στρογγυλιώτες, που τους έστειλε εκεί ο Αλής να φυλάνε τα διβάρια. Αν κάποιοι όµως ήθελαν να ψαρέψουν για προσωπική χρήση, θα έπρεπε να ανοιχτούν στον κόλπο και µακριά από τα ιχθυοτροφεία. Το ψάρεµα γίνονταν µε καµάκι, δίχτυ, πετονιά και από τον 18ο αιώνα µπήκε και το παραγάδι. Ο Μέρτζιος στα βενετικά αρχεία της Άρτας µας πληροφορεί, ότι στα 1739 µια οµάδα ψαράδων από τους Κωστακιούς ανοίχτηκαν στον κόλπο και ψάρεψαν σε ιχθυοτροφείο της Πρεβεζας. Ο Βενετός διοικητής διαµαρτυρήθηκε στον βοεβόδα της Άρτας, οι ψαράδες συνελήφθηκαν και τιµωρήθηκαν παραδειγµατικά. ****