Το φευγιό

[ Μαρία Χατζηχριστοδούλου / Ελλάδα / 26.09.21 ]

Σήκωσε τη βαλίτσα και προχώρησε χωρίς να κοιτάξει πίσω.

Η μπουκαπόρτα έχασκε σαν στόμα ανοιχτό να την καταπιεί.

Στα πέντε βήματα σταμάτησε, γύρισε το κεφάλι πίσω να κοιτάξει.

Ποιον άφηνε, ποια έκλαιγε, ποιοι την κοίταζαν αμίλητοι, ποιος της χαμογελούσε στο φευγιό της.

Η λέξη την άρπαξε από το λαιμό, κατέβηκε ως την καρδιά, την γράπωσε στα νύχια της.

Φευγιό, ένα θηρίο δηλαδή αυτή η λέξη. Ένα θηρίο που θα την κατασπάραζε ενώ εκείνη του αφηνόταν σαν άλλη Ανδρομέδα, δεμένη στον βράχο της θυσίας της.

Μόνη της ετοίμασε τις αλυσίδες που την έδεσαν εκεί, μόνη της, καθώς ετοίμαζε τη βαλίτσα.

Η μπουκαπόρτα έχασκε, την περίμενε.

Γύρισε το κεφάλι, ούτε δάκρυ δε βρήκε κουράγιο να στάξει.

Παραδόθηκε στο θηρίο.

Έφυγε.

 

Επιμέλεια κειμένου: Νινέτα Πλυτά