Της πόλεως το άγος

[ Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης / Ελλάδα / 08.01.19 ]

Έξω απ’ τα τείχη θάβανε οι αρχαίοι τους ακάθαρτους νεκρούς τους. Όσους με τα λόγια και τις πράξεις τους ανοσιούργησαν σε βάρος των συγγενών, των θεσμών και των θεών της πόλεως. Μην τύχει και το άγος τους μιάνει ολόκληρο το άστυ, τους ζωντανούς και τις κατοπινές γενιές των απογόνων. Αλλά σαν έκαψαν ολόκληρο στρατόπεδο και σαν οργώσανε ολόκληρη πεδιάδα σε τούτα δω τα μέρη, ώστε να μη δημιουργηθεί καταυλισμός προσφύγων δεν ήταν οι ζωντανοί που αντέδρασαν μπροστά στο άγος. Σηκώθηκαν λοιπόν οι πεθαμένοι παππούδες, γιαγιάδες, θείοι και θείες, σλαβόφωνοι, τουρκόφωνοι, ξενομερίτες, από τον Πόντο, την Ανατολική Θράκη, την Καππαδοκία, πήραν τα κόκαλά τους απ’ τους τάφους και τα σκόρπισαν στον στεγνωμένο βάλτο των Γιαννιτσών, ένα με τα άλλα μυστικά να γίνουν. Πάνε τώρα κάθε Κυριακή πρωί οι ζωντανοί μετά την εκκλησία, σκύβουν ταπεινά το κεφάλι, ανάβουν ένα κεράκι στα άδεια μνήματα και γυρνάνε ήσυχοι-ήσυχοι στα σπίτια για το μεσημεριανό τους.