Παραμονή

[ Μαργαρίτα Μανώλη / Ελλάδα / 31.12.18 ]

Έξω από το παράθυρο ο υπόκωφος κρότος των κεραυνών και το απαλό κροτάλισμα της βροχής στα τζάμια. Σκάλισε τη φωτιά στο τζάκι. Σπίθες πετάχτηκαν από το ελιοκούτσουρο. Μέσα λιακάδα και χρυσαφένιο φως. Να τους βρει η γιορτή φωτισμένους.

Σκουπίζει τη σκουριά μέσα του. Ψάχνει τα θαύματα. Ποια ίχνη χάραξε στο πέρασμά του. Ποιες ευωδιές, ποια χρώματα πήρε μαζί του. Ό,τι είναι άσχημο και οργισμένο, ψυχρό και πικρόχολο το αφήνει πίσω.

 Ένα άγγιγμα, ένα φιλί, ένα βλέμμα. Πλέει ακυβέρνητος σε μια θάλασσα ζεστασιάς. Τα γέλια των φίλων, το τσούγκρισμα των ποτηριών, η φωνή της κόρης του. Φωνή απαλή, σαν ροδάκινο χωρίς κουκούτσι. Η ευλογία να ανήκουμε. Το μοίρασμα της ζωής. Τόσα πολλά ν’ αγαπάς.

Αρκούν, σκέφτηκε. Αρκούν και με το παραπάνω.