Οι ανθισμένες νερατζιές

[ Σπύρος Σιάτρας / Ελλάδα / 11.03.21 ]

"Έχω πάρει καφέ και κάθομαι μέσα στο αμάξι. Σαράντα νούμερα μετά θα προμηθευτώ την ένεση. Για να την πάω σε δικό μου. Και ξέρω πως την χρειάζεται. Την περιμένει. Κι έχει έναν κρύο ήλιο, ανοιξιάτικα όμορφο. Η ζωή προχωράει. Ο κόσμος περνάει δίπλα. Πάντα δίπλα πέρναγε ο κόσμος. Με μάσκες, μηχανές, αμάξια, σκέψεις. Στον ημιόροφο απέναντι, οι κουρτίνες είναι τραβηγμένες και η γιαγιά καθιστή. Με την λευκή νυχτικιά και την σκούρα μπλε ρόμπα της. Το κάγκελο μου κρύβει το πρόσωπο της και βλέπω μόνο άσπρα μαλλιά και ζαρωμένο μέτωπο. Και μόνο μάτια. Μια κοιτάζει το πάτωμα, μια τις απέναντι νεραντζιές. Που έχουν ακόμη ήλιο. Που είναι έξω αυτές. Κι ας κάνει κρύο. Και χωρίς νυχτικιά και ρόμπα. Προχωράει η ζωή. Με κάγκελα, ρόμπες, νυχτικιές και μάτια. Κι αναμονή με κρύες ανοιξιάτικες λιακάδες. Κι ανθισμένες νεραντζιές. Τις ρουφιάνες..."