Ο Εαυτός στον καιρό του Μεγάλου Εγκλεισμού
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 12.03.21 ]Ένα από τα δυσάρεστα συναισθήματα του εγκλεισμού είναι ο περιορισμός στο σώμα μας. Χωρίς κίνηση, περιορισμένοι σ’ ένα σπίτι-φυλακή ή σ’ ένα δωμάτιο-κελί, μόνο εγκέφαλοι, ψυχές συσσωρευμένες σε μάζα*. Χωρίς ζωή, ζώντας διαμεσολαβημένα, μέσω άλλων, μέσα από αναφορές, από την τηλοψία, το fb, από βιβλία, ταινίες, άλμπουμ, σειρές, άρθρα, συνεντεύξεις, ... Ένα ολόκληρο χωροχρονικό φαντασιακό πεδίο κατασκευάστηκε για να ανταποκριθεί στον περιορισμό, για να ξεπεραστεί η ακινητοποίηση του σώματος, για να μετατοπιστεί η σκέψη, να "πετάξει" μακριά από τον χώρο του εγκλεισμού και να κατευνάσει το σοκ από την ψυχική αδράνεια, από την έλλειψη αγγίγματος και γεύσης.
Ζούσαμε μέσα στην μεγάλη ψευδαίσθηση, που όμως σήμερα κι αυτή συρρικνώνεται, καθώς η vita contemplativa δεν έχει τη vita activa για να τροφοδοτηθεί. Ζώντας με διαμεσολαβημένες εικόνες είμαστε ανίκανοι να αφηγηθούμε τα πάθη μας και πολύ περισσότερο να αισθανθούμε. Η μη δυνατότητα αφήγησης, καταργεί και την επιθυμία. Ο θεατρίνος του Ντιντερό, ο Ντιντιέ, μιμείται εκπληκτικά τις αισθήσεις, αλλά δεν αισθάνεται**, ο απομονωμένος εαυτός του είναι ανίκανος να αγαπήσει…»***. Έτσι, αυτός που καταναλώνει μόνο εικόνες, μη ζώντας πραγματικά για να μπορέσει να τις αισθανθεί, να τις σκεφθεί, να τις φαντασιωθεί, τελικά θα ακρωτηριαστεί συναισθηματικά. Αυτή η νέα αρρώστια της ψυχής, λέγεται «φαντασιωσική αναστολή». Στην καλύτερη περίπτωση, ο απομονωμένος, ο έγκλειστος στον εαυτό του, θα νιώσει απόλαυση μόνο με ένα «συναίσθημα αυτιστικό» ή «αυτοερωτικό», μέσω της αναπαράστασης του ίδιου του του σώματος.
Κλεισμένος στον εαυτό του αλλά και έγκλειστος στο σπίτι του ο άνθρωπος στον καιρό του κοροναϊού, γίνεται ένας ναρκισσιστής, δυστυχισμένος και παραπονούμενος μόνο και μόνο για να ικανοποιηθεί καλύτερα μέσα στο ίδιο του το παράπονο. Ενθουσιάζεται αλλά δεν ευχαριστιέται, κάτοικος ενός αποσπασματικού χωροχρόνου που δεν αναγνωρίζει στον εαυτό του μια φυσιογνωμία, και συρρικνωμένος καθώς είναι μόνο σ’ ένα κομμάτι του, πορεύεται μ’ έναν «ψευδή εαυτό»(faux-self), ανάμεσα στην νεύρωση και την ψύχωση(border-line). Ο Ντιντιέ καταναλώνει την εικόνα του όπως ο κανίβαλος τα σωθικά του. Κι αυτό γιατί ο περίκλειστος ψυχικός χώρος αδυνατεί να μετουσιωθεί σε μια «πράξη σκέψης», σε μια «γλωσσική πράξη» και να μεταβιβαστεί στον άλλον, στο επίπεδο της ουσιαστικής επικοινωνίας και των πραγματικών σχέσεων.****
Οι ψυχικές διαθέσεις πνίγονται μέσα στην τηλεπικοινωνιακή παλίρροια… Η εικόνα έχει την ασυνήθιστη δύναμη να αιχμαλωτίζει τις αγωνίες και τις επιθυμίες… να αναστέλλει το νόημά τους. Αυτό γίνεται αυτόματα. «Η ψυχική ζωή του σύγχρονου ανθρώπου ταλαντεύεται πλέον ανάμεσα στα σωματικά συμπτώματα(την αρρώστια και το νοσοκομείο) και στην εικονοποίηση των επιθυμιών του(ονειροπόληση μπροστά στην τηλεόραση). Βυθισμένος σε αυτή την κατάσταση, μπλοκάρει, αναστέλλεται, πεθαίνει… αυτή η μετάλλαξη της ψυχικής ζωής προεικονίζει πιθανώς μια νέα ανθρωπότητα που θα έχει ξεπεράσει… τη μεταφυσική αγωνία και την έγνοια του νοήματος για το ον»*****.
Οι «σωτήρες» και η θρησκεία
Για να στηρίξει την ακρωτηριασμένη του υποκειμενικότητα ο έγκλειστος –ολοκληρωτικά ή εν μέρει- θα χρειαστεί ένα δεκανίκι ψυχής. Αυτό που προσφέρει το σύστημα είναι οι ψυχολόγοι, αλλά προπάντων η θρησκεία! Εδώ πιάνουν δουλειά οι «μηχανικοί ψυχών» και οι «σωτήρες» τεχνοκράτες. Από τα τέλη του 16ου αιώνα, στο ίδρυμα του Πλύμουθ μάντρωναν τους άνεργους, τους φτωχούς, τους παράφρονες και γενικά τους anormaux, δηλαδή τους κοινωνικά «απροσάρμοστους». Από τότε προέβλεψαν «τον διορισμό ενός schoolmaster(διευθυντή) που οφείλει να πληροί τον τριπλό όρο, να είναι ‘ευσεβής, εγκρατής και νηφάλιος’… κάθε Σάββατο απόγευμα, και ημέρα εορτής, θα οφείλει να απευθύνεται στους εγκλείστους, να τους προτρέπει και να τους διδάσκει τα στοιχειώδη της προτεσταντικής θρησκείας. Στο Αμβούργο ή στο Πλύμουθ, με τα Zuchthausern και Workhouses (σ.σ. αντίστοιχα των γαλλικών «Γενικών Νοσοκομείων»-ειδικών ιδρυμάτων εγκλεισμού)... οικοδομούν τούτα τα φρούρια της ηθικής τάξης, όπου μέσα από τη θρησκεία διδάσκουν τα αναγκαία για την ηρεμία των πόλεων»*******. Ιδού ο λόγος, η τάξη, η ηρεμία των πόλεων! Έμβλημά τους η ρήση: «Αν μπορέσαμε να υποτάξουμε στο ζυγό τα ζώα, δεν πρέπει να απελπιζόμαστε μήπως δεν μπορέσουμε να σωφρονίσουμε τον παραστρατημένο άνθρωπο»(Φουκώ, σ.112)! Αλλά ποιοι είναι οι… παραστρατημένοι; Είναι οι άνεργοι, οι φτωχοί, οι αλήτες, οι διαφορετικοί, οι τρελοί, μεταφορικά και κυριολεκτικά, γενικά οι αντικοινωνικοί, δηλαδή οι «ξένοι» προς την κοινωνία. Σ’ αυτούς τους «ξένους» σήμερα, προστίθενται οι «ξένοι των ξένων», οι πρόσφυγες, οι άνθρωποι των αλλεπάλληλων αποκλεισμών, οι υποψήφιοι για όλες τις τιμωρίες, για όλες τις φυλακές. Είμαστε, λοιπόν, όλοι έγκλειστοι, αλλά υπάρχουν και οι πιο έγκλειστοι από τους έγκλειστους, είναι οι μαντρωμένοι στις φυλακές και στα στρατόπεδα προσφύγων και μεταναστών, καθώς και στα γκέτο των Ρομά.
Όμως στον καιρό του Μεγάλου Φόβου, κανείς δεν βλέπει τον άλλο, κι αν τον βλέπει, τον βλέπει ως πιθανό ξενιστή του ιού, ως φορέα μόλυνσης. Καθένας περιορίζεται στον φοβισμένο του εαυτό. Ο Κάφκα αυτο-εγκλείεται και «κρύβεται» συρρικνούμενος σε κατσαρίδα: «Σαν άνθρωπος είμαι ένας, όμως ο φόβος μ’ έχει κόψει σ’ εκατό κομμάτια. Κι όσο μεγαλύτερος είναι ο φόβος τόσο μαζεύομαι σ’ ένα μόνο κομμάτι. Κι ο φόβος δεν αφήνει όλα αυτά τα κομμάτια να συγκεντρωθούν, να γίνουν ένα», λέει κάποιος στον ψυχαναλυτή του*******. Τα διαλυμμένα κομμάτια καλείται να τα συνδέσει ξανά ο ψυχίατρος, ατομικός και συλλογικός.
Και το ερώτημα που τίθεται είναι: Θα δεχθούμε την ανασύσταση του εαυτού μας και του κόσμου σ’ αυτό ηλεκτρονικό-ψηφιακό θέατρο της ψευδαίσθησης; Θα δεχθούμε αυτό «που εξορίζει τον άνθρωπο από την αλήθεια του κόσμου;(Μ.Φ. σελ. 458). Θα περιοριστούμε στην φενακισμένη προσωπική αλήθεια, μεθυσμένοι από το ψηφιακό «ψευδαισθητό»;
Θα υποταχθούμε, τελικά, σ’ αυτή τη δυστοπία χωρίς έναν σπασμό, χωρίς μία αντίδραση;
*https://www.lesinrocks.com/2020/04/06/actualite/actualite/journal-du-confinement-jour-15/
**Τζούλια Κρίστεβα, Οι νέες αρρώστιες της ψυχής, 1996, σελ. 32
***στο ίδιο, σελ. 33
**** στο ίδιο, σελ. 62
******στο ίδιο σελ.30
*******Νίκος Σιδέρης, Ψιχία ψυχής
********Μισέλ Φουκώ, Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή, 2007, σελ. 110-111