Μπολερό

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Κόσμος / 25.01.23 ]

Ήπιε την τελευταία γουλιά της μπύρας, ασφάλισε το χαρτονόμισμα κάτω από το ποτήρι και κίνησε για την κορυφή, άπλωσε τη ματιά του πάνω από τις στέγες της πόλης, κοίταξε τις φυσούνες του Μπωμπούρ, τις υπόγειες διαδρομές των ανέστιων, την πλατεία της Σορβόννης κατάμεστη από χειρονομίες κλόουν και σοφών, τον Τάμεση και τον απολυμασμένο χρόνο του κόσμου, το Κολοσσαίο γεμάτο ευνουχισμένους μονομάχους, τη βροχή, στην πλατεία της Όστιας, να ξεπλένει αιώνια τις πέτρες που έβαψε κόκκινες το αίμα του Πιέρ Πάολο, τα κενά βάθρα των αγαλμάτων της Κόκκινης Πλατείας, την Γκουέρνικα στην αίθουσα δημοπρασιών, τον Σηκουάνα να σβήνει στη θάλασσα, τους φόνους με σφαίρες από ομόλογα στην Γουόλ Στρητ…

Έστρεψε το βλέμμα προς τη Σαιν Μισέλ, στο καφέ-Λιουτές, εκεί απ' όπου πάντα την ώρα που μεγαλώνουν οι σκιές, ο Ζοζέφ Μωρίς Ραβέλ βάζει φωτιά με το μπολερό του, την ίδια ώρα που τα κύματα γαλβανίζουν τα σπλάχνα της Μεσογείου πνίγοντας προσφυγόπουλα.

Έξι και τριαντατρία πρώτα λεπτά, οι φεγγίτες γεμίζουν ουράνια τόξα και ο Μπαλζάκ εξηγεί το μυστήριο των εξεγέρσεων,

είναι η στιγμή μετά τη σύγκρουση, όταν τα τραύματα αποσύρονται και συμφωνούνται οι νέοι συσχετισμοί, οι νέες αξίες, οι καινούργιες ψευδαισθήσεις,

η στιγμή της αρμονίας...