Μικρές επαρχιακές πόλεις

[ Γιώτα Αναγνώστου / Ελλάδα / 30.01.19 ]

Αυτές οι μικρές επαρχιακές πόλεις θέλουν μεγάλη προσοχή. Πέφτεις για ύπνο μια χαρά και ξυπνάς μ’ ένα βουητό στ’ αυτί το δεξί, όπως ακριβώς σου το περιέγραψε στο ασανσέρ την προηγούμενη η κυρία Αντιγόνη. Το αριστερό σου μάτι έχει γλαύκωμα, όπως του κυρίου Αριστείδη. Στον ώμο σου έχει φυτρώσει το χέρι του περιπτερά και ψάχνει για ψιλά στην τσέπη σου. Μέσα στο στήθος σου παλεύει ο βηματοδότης του Θεμιστοκλή να δώσει ρυθμό στο σώμα σου. (Συμμαθητής σου δεν ήταν; Όχι μια τάξη μεγαλύτερος). Στο πόδι σου η ρήξη χιαστού του Περικλή από το εργασιακό πρωτάθλημα. Στο παράθυρό σου κολλημένες αφίσες και ενοικιαστήρια και κηδειόχαρτα. Πάντα. Μια κλήση για παράνομο παρκάρισμα στο παρμπρίζ της Γεωργίας με τον δικό σου αριθμό κυκλοφορίας. Στους ώμους σου το βάρος της ασήκωτης σχολικής τσάντας του Γρηγοράκη. Τα δάχτυλά σου μουδιασμένα από τις τσάντες της λαϊκής της κυρίας Αμαλίας. Τα Ποινικά Χρονικά στο γραμματοκιβώτιό σου με πρώτη την υπόθεση του φόνου της Αλεξάνδρας/της Ελένης/του Ζακ. Τους υπερασπίστηκες ή τους σκότωσες; Αδιευκρίνιστο. Αυτό το γρουμπούλι κάτω από τη μασχάλη σου πολύ σ’ ανησυχεί. Το ψηλαφείς με δέος. Είναι τόσο νέα η Άρτεμις. Στο κεφάλι σου η πολύχρωμη μαντίλα της Ελίφ απ’ τον καταυλισμό, στα μάτια σου η θλίψη της. Αγκούσα ο αιφνίδιος περιορισμός δικαιωμάτων.

Και όλα αυτά θα ήταν ανυπόφορα στ’ αλήθεια αν δεν ένιωθες κάπου εκεί μέσα ήσυχο και απαλό κι ορμητικό και βίαιο τον έρωτα της μικρής γειτονοπούλας για τον νεαρό που κόβει βόλτες κάτω από το σπίτι με την κομμένη εξάτμιση. Τον έρωτα αυτόν που ήσυχα και απαλά κι ορμητικά και βίαια ν’ ανθίσει περιμένει μαζί με τις αμυγδαλιές.