Τι μπορεί να είναι μια ζωή χωρίς άγγιγμα;

[ Σοφία Αραβοπούλου / Ελλάδα / 27.03.20 ]

Σπίτι. Όλη μέρα, όλη νύχτα. Κάθε μέρα. Μόνη, εγώ, το σπίτι μου, ο χρόνος μου ο ατέλειωτος, όσα με περιμένουν να βάλω σε τάξη μέσα και έξω μου. Μια πάλη καθημερινή με τον καλό και τον κακό μου εαυτό. Με τις σκέψεις μου, τις αδυναμίες μου, τον βυθό μου.

Βρέχει σήμερα. Άνοιξα το παράθυρο του γραφείου μου για να ακούσω τη βροχή να χτυπά στα φύλλα του φίκου που βρίσκεται -ο κορμός του μόνο- στον ακάλυπτο της διπλανής πολυκατοικίας. Τα κλαδιά καλύπτουν σε μισό μέτρο σχεδόν όλη την εικόνα μου του έξω κόσμου και μου δίνουν μία αίσθηση γαλήνης. Πάντα αγαπούσα τον ήχο της βροχής, όχι όμως και τον φίκο μας. Από ένα δεντράκι πράσινο και όμορφο που ήταν πριν καμιά εξηνταριά χρόνια, τις τελευταίες τουλάχιστον δύο εικοσαετίες έγινε ένα τέρας που ναρκοθετεί τα θεμέλια των δύο πολυκατοικιών, γεμίζει με ξερά φύλλα και σπόρους τον ακάλυπτο με αποτέλεσμα να πλημμυρίζουμε συχνά όταν βρέχει, όπως και σήμερα, και έτσι να μην είναι πια αγαπητός αλλά το ακριβώς αντίθετο.

Σήμερα δεν ακούγονται ούτε τα πουλιά. Τα σίγασε η βροχή. Μόνο οι σταγόνες και το πληκτρολόγιο τώρα που γράφω. Οι σκέψεις δεν μετράνε. Νοιώθω μόνη. Εγώ και εγώ. Χαϊδεύω με το ένα χέρι μου το άλλο, μετά το μπράτσο μου, τους ώμους μου, τα γόνατά μου, το πρόσωπό μου. Δεν μου αρκεί. Αυτό που μου λείπει περισσότερο είναι το να μπορώ να αγγίξω αυτούς που αγαπάω. Αποζητάω το χάδι μου σε εκείνους και το χάδι αυτών σε μένα μετά.
Αυτό είναι κάτι που αντιλαμβάνομαι για πρώτη φορά. Ό,τι πιο σημαντικό για μένα είναι να χαϊδεύω και μετά να παίρνω χάδι. Να δίνω και μετά να παίρνω. Ίσως να ήταν καλύτερο το αντίθετο. Αλλά έτσι είμαι. Τι μπορεί να είναι μια ζωή χωρίς άγγιγμα;