Μη μου τις πληγές άπτου
[ Μαρία Χατζηχριστοδούλου / Ελλάδα / 13.02.21 ]Μη μ’ αγγίζεις.
Ή αν το θες τόσο πολύ άγγιξε με διακριτικά, με την αφή ενός φτερού κι ενός ζεστού ψωμιού την κόρα. Έτσι, να με χαϊδεύεις με μυρωδιές οικείες, να μη φοβάμαι. Εγώ θα σ’ αγγίζω όμως. Σαν την ανατριχίλα στους κάλυκες της γεύσης από ώριμο βερίκοκο. Σαν τη στέρεη υφή του πεπονιού με το άρωμα να διαπερνά τους πόρους της παλάμης μου. Κυρίως σαν τα βότσαλα τα αφημένα στο κύμα. Εγώ θα σε μυρίζω, σαν το βρεγμένο χώμα της μνήμης μου, σαν το λείο φρεσκοτριμμένο ξύλο μιας ψάθινης καρέκλας, σαν τη φλούδα ενός κορμού αλμυρίδας που γδέρνει την πλάτη μου.
Εσύ κράτα τ’ αγγίγματα σου.
Μπορώ να γίνω ένα φρούτο καλοκαιρινό για σένα. Ένα αχλάδι που στάζει έρωτα ανάμεσα στα δόντια σου ή ένα ροδάκινο ξεδιάντροπο. Μπορώ να σ’ αφήσω να γευτείς το μέλι και τη σάρκα πίσω από τ’ αγκάθια μου ή να χαμηλώσω τους στυφούς τόνους της ύπαρξής μου σαν καρπός σκίνου.
Μα, μη μου άπτου τις πληγές, ως απόδειξη της παρουσίας τους.
Υπάρχουν, αλλά όχι για σένα . Είναι δικές μου, μικρές ουλές στο δέρμα της ψυχής μου, δεν τις καλύπτω, είναι εδώ, φαίνονται. Τις σμίλεψε ο χρόνος και το γέλιο μου, τις έφτιαξε μικρά εκθέματα σε κυκλαδίτικο μουσείο. Απλές, καμπύλες φόρμες πληγών, τίποτα το συγκλονιστικό, σαν λευκά ειδώλια της ζωής μου. Μπορείς να τις κοιτάξεις όσο θες, να διαβάσεις τις επιγραφές που τις συνοδεύουν, μπορείς να ψάξεις, να ρωτήσεις, να μάθεις.
Περιπλανήθηκαν σ’ ακρογιαλιές και σε φοιτητικές πορείες, μάτωσαν κάποιες φορές ξανά από την αρχή κι άλλες στιγμές δεν έτρεξε ούτε μια στάλα αίμα, για κάποιες ούτε που θυμάμαι πώς έγιναν, αυτές είναι οι πιο βαθιές, τα πήλινα σπαράγματα των εκθεμάτων μου. Τις περισσότερες τις ζωγράφισα σα μαργαρίτες με κόκκινο βαθύ στεφάνι και κίτρινα πέταλα· χαμογελούν στους επισκέπτες. Όλες τις φρόντισα, τις ξέπλυνα με θαλασσινό νερό και τις στέγνωσα στον ήλιο πριν τις αποθέσω στη σκιά του χρόνου.
Είναι καταδικές μου πια κι ας ήταν δώρα από άλλους. Τώρα εκτίθενται στην ψυχή μου, είναι διάφανες μαρμαρυγές και αλαβάστρινα δοχεία των μυστικών μου αρωμάτων. Μπορείς να τις θαυμάσεις, μπορείς να μαντέψεις το άρωμα που άφησαν πάνω μου. Μπορείς ακόμη και να κλάψεις μαζί μου γι’ αυτές.
Μα να τις αγγίξεις, ούτε λόγος. Μη μου τις πληγές άπτου...
*Επιμέλεια: Νινέτα Πλυτά