Κείμενο: Θωμάς Κοροβίνης
Μουσική: Ανδρέας Κατσιγιάννης:
Η Θάλασσά Μας
Κάθε φορά που πεθαίνει στο νερό ένα παιδί
πνίγεται μαζί του και το παιδί που ήμουνα κάποτε κι εγώ.
Κάθε φορά που σβήνει στο νερό μια μάνα
φεύγει μαζί της ξανά κι η μάνα που είχα κάποτε κι εγώ.
Κάθε φορά που τυλίγει το κύμα τόσους και τόσους γέροντες
θάβω μαζί τους ξανά τούς παππούδες μου που έθαψα κάποτε κι εγώ.
Το '22, η Σμύρνη, τ' Αϊβαλί, η Ορντού, η Τραπεζούντα,
τώρα, το Κανταχάρ, η Βαγδάτη, η Λαχώρη, η Παλμύρα.
Ω, Ανατολή, ω Ιωνία θεσπέσια, από κει που γεννιέται το φως,
από κει πλημμυρίζει ξανά και ξανά το άδικο αίμα.
Αίμα που φέρνει κι άλλο αίμα
και κατεβαίνει ποτάμι στη θάλασσα,
μια θάλασσα που δε λέει να χορτάσει
χοές και σπονδές για άταφους νεκρούς
και μνημόσυνα αμακάριστα.
Η θάλασσά μας, η θάλασσά μας,
θάλασσα του Οδυσσέα και του Σεβάχ
θάλασσα των αποικιών και των θρύλων
θάλασσα των Συρακουσών και της Ποσειδωνίας,
θάλασσα του Ελλησπόντου και της Μασσαλίας
θάλασσα των κοντραμπατζήδων και του Μπαρμπαρόσσα
θάλασσα των λιμανιών και των ψαροκάικων
θάλασσα των δυτών και των σπόγγων
θάλασσα των σειρήνων και των μελαμψών εραστών
θάλασσα των μαστουρωμένων γυμνιστών στα Μάταλα.
Θάλασσα των κρισκράφτ και των γιότ
των ναυαγίων της Δοκού και των Φούρνων,
του “Χειμάρα” και της “Φαλκονέρας”,
ω, τι φρικτά ελληνικά ναυάγια .
Θάλασσα που σε οργώσανε φρεγάδες και κάτεργα,
μπομπάρδες και γαλεάσσες.
Θάλασσα που δε χορταίνεις ναυμαχίες.
Γεια σου Κανάρη, γεια σου Μπουμπουλίνα μου,
γεια σας Κουρσάροι της Μονεμβασιάς
και γεια σας, γεια σας πειρατές Μαυριτανοί.
Θάλασσα του ήλιου και των ταξιδιών
που οι μύθοι σου γεννήσαν την θεά του έρωτα
Θάλασσα της ανάγκης και της ανθρώπινης πραμάτειας,
θάλασσα της απόγνωσης και της μάταιας ελπίδας
δε λησμονάς ποτέ τα αρχαία σου Φαρμακονήσια.
Δε αφήνουν αυτή τη θάλασσά μας ήσυχη
να κλάψει τους αιώνιους, τους στοιχειωμένους πνιγμένους της,
δεν την αφήνουν να ησυχάσει το πένθος της.
Δε μας αφήνουν να νιώσουμε καν τον δικό μας θάνατο,
μας δίκασαν να μην ξεπενθήσουμε ποτέ
δεμένοι ισόβια με την αλυσίδα
του ατέλειωτου θανάτου των άλλων.
Κάθε φορά που σβήνει στο νερό μια μάνα
φεύγει μαζί της ξανά κι η μάνα που είχα κάποτε κι εγώ.
Κάθε φορά που τυλίγει το κύμα τόσους και τόσους γέροντες
θάβω μαζί τους ξανά τούς παππούδες μου που έθαψα κάποτε κι εγώ.
Το '22, η Σμύρνη, τ' Αϊβαλί, η Ορντού, η Τραπεζούντα,
τώρα, το Κανταχάρ, η Βαγδάτη, η Λαχώρη, η Παλμύρα.
Ω, Ανατολή, ω Ιωνία θεσπέσια, από κει που γεννιέται το φως,
από κει πλημμυρίζει ξανά και ξανά το άδικο αίμα.
Αίμα που φέρνει κι άλλο αίμα
και κατεβαίνει ποτάμι στη θάλασσα,
μια θάλασσα που δε λέει να χορτάσει
χοές και σπονδές για άταφους νεκρούς
και μνημόσυνα αμακάριστα.
Η θάλασσά μας, η θάλασσά μας,
θάλασσα του Οδυσσέα και του Σεβάχ
θάλασσα των αποικιών και των θρύλων
θάλασσα των Συρακουσών και της Ποσειδωνίας,
θάλασσα του Ελλησπόντου και της Μασσαλίας
θάλασσα των κοντραμπατζήδων και του Μπαρμπαρόσσα
θάλασσα των λιμανιών και των ψαροκάικων
θάλασσα των δυτών και των σπόγγων
θάλασσα των σειρήνων και των μελαμψών εραστών
θάλασσα των μαστουρωμένων γυμνιστών στα Μάταλα.
Θάλασσα των κρισκράφτ και των γιότ
των ναυαγίων της Δοκού και των Φούρνων,
του “Χειμάρα” και της “Φαλκονέρας”,
ω, τι φρικτά ελληνικά ναυάγια .
Θάλασσα που σε οργώσανε φρεγάδες και κάτεργα,
μπομπάρδες και γαλεάσσες.
Θάλασσα που δε χορταίνεις ναυμαχίες.
Γεια σου Κανάρη, γεια σου Μπουμπουλίνα μου,
γεια σας Κουρσάροι της Μονεμβασιάς
και γεια σας, γεια σας πειρατές Μαυριτανοί.
Θάλασσα του ήλιου και των ταξιδιών
που οι μύθοι σου γεννήσαν την θεά του έρωτα
Θάλασσα της ανάγκης και της ανθρώπινης πραμάτειας,
θάλασσα της απόγνωσης και της μάταιας ελπίδας
δε λησμονάς ποτέ τα αρχαία σου Φαρμακονήσια.
Δε αφήνουν αυτή τη θάλασσά μας ήσυχη
να κλάψει τους αιώνιους, τους στοιχειωμένους πνιγμένους της,
δεν την αφήνουν να ησυχάσει το πένθος της.
Δε μας αφήνουν να νιώσουμε καν τον δικό μας θάνατο,
μας δίκασαν να μην ξεπενθήσουμε ποτέ
δεμένοι ισόβια με την αλυσίδα
του ατέλειωτου θανάτου των άλλων.