Η μετααποικιοκρατία και η γυμνή ζωή
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Κόσμος / 11.09.23 ]Η Γκαγιάτρι Τσακραβόρτι Σπίβακ(*), Ινδή φιλόσοφος, η οποία ασχολείται με ζητήματα μετα-αποικοκρατίας και φεμινισμού και διδάσκει Συγκριτική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, δίνει έμφαση σε πολιτισμικά κείμενα ανθρώπων και ομάδων που συνήθως περιθωριοποιούνται από τον κυρίαρχο δυτικό πολιτισμό, όπως οι μετανάστες, η εργατική τάξη, οι γυναίκες και το μετααποικιακό υποκείμενο.
Η Σπίβακ αμφισβητεί μερικές από τις κυρίαρχες ιδέες της σύγχρονης εποχής, όπως την αντίληψη περί υπεροχής του δυτικού κόσμου έναντι του μη δυτικού στα επίπεδα του πολιτισμού, της δημοκρατίας και της ανάπτυξης.
Αμφισβητεί ότι η φτωχοποίηση του κόσμου είναι αναπόφευκτη (αλλά και απαραίτητη), όπως διατείνεται η μετααποικιοκρατική ιδεολογία, και θεωρεί ότι στις σημερινές συνθήκες η έννοια της δημοκρατίας υπονομεύεται ανεπανόρθωτα.
Κατά την Σπίβακ, οι επιπτώσεις της αποικιοκρατίας δεν εξέλιπαν με την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας για πολλές πρώην αποικίες στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, καθώς οι κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές δομές που εγκαθιδρύθηκαν με την αποικιοκρατία εξακολούθησαν να διαπερνούν την πολιτισμική, πολιτική και οικονομική ζωή των μετααποικιακών εθνών-κρατών. Αναδεικνύει την σημερινή αναπαραγωγή των κοινωνικών και πολιτικών ανισοτήτων που ήταν κυρίαρχες και κατά την αποικιοκρατία. Και θεωρεί ότι η ανάδυση των ΗΠΑ ως παγκόσμιας οικονομικής υπερδύναμης στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα επανασχεδίασε τους αποικιακούς χάρτες εξυπηρετώντας τα συμφέροντα του πολυεθνικού κεφαλαίου.
Όπως ο Σαΐντ και ο Ντεριντά, η Σπίβακ εξετάζει την ύπαρξη ενός δικτύου κειμένων που συγκροτούν τον πραγματικό κόσμο, το οποίο εκτείνεται από τα βρετανικά αποικιακά αρχεία ως τις εξωτερικές πολιτικές των ΗΠΑ, τις εκθέσεις της ηλεκτρονικής χρηματιστηριακής αγοράς και τις εκθέσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας για το χρέος του «Τρίτου Κόσμου». Σε αυτό το πλαίσιο, επιχειρεί να αμφισβητήσει μερικές από τις κυρίαρχες ιδέες σχετικά με τη σύγχρονη παγκοσμιοποίηση. Απέναντι στην κυρίαρχη ιδέα πως η ταχύτητα και ευελιξία της τεχνολογίας επιτρέπουν την αποτελεσματική διακρατική κυκλοφορία ανθρώπων, χρήματος και πληροφοριών, αντιτείνει ότι αυτές οι διαδικασίες ρυθμίζονται επικερδώς από τα πλούσια βιομηχανικά έθνη-κράτη του «Πρώτου Κόσμου», ενώ η συντριπτική πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε καθεστώς εξαθλίωσης και καταπίεσης.
Σύμφωνα με τη Σπίβακ, το έργο των ιστορικών των Subaltern Studies επεδίωξε να ξαναγράψει την ιστορία από τα κάτω. Μέσα από αυτό αποδεικνύεται ότι το κίνημα εθνικής ανεξαρτησίας διατήρησε τελικά την υπάρχουσα ταξική δομή στην Ινδία, προσδίδοντας πολιτική και οικονομική εξουσία σε μια μικρή ομάδα της μορφωμένης μεσαίας τάξης, αποκλείοντας, εν μέρει ή πλήρως, το μεγαλύτερο και εξαθλιωμένο μέρος του αγροτικού πληθυσμού από τα οφέλη της εθνικής ανεξαρτησίας.
Η σκέψη της Σπίβακ ταυτίζεται με αυτή της Άρεντ, όπως παρουσιάζεται στο δοκίμιο «Η παρακμή του έθνους-κράτους και το τέλος των δικαιωμάτων του ανθρώπου» (από το βιβλίο Οι Απαρχές του Ολοκληρωτισμού), όπου η φιλόσοφος στοχάζεται πάνω στη συνθήκη που παράγει ανιθαγενείς (stateless) ανθρώπους που μετατρέπονται σε «ανθρώπινα όντα εν γένει», χωρίς ταυτότητα και ρίζες, σε «σκουπίδια της γης», χωρίς δικαιώματα, χωρίς πολιτικές ιδιότητες (όπως ο homo sacer του Αγκάμπεν), χωρίς γνώμη, χωρίς δυνατότητα αυτο-προσδιορισμού και έκφρασης εντός ενός κοινού κόσμου, χωρίς δικαίωμα στη διαμονή, την εργασία, την ισότητα και την ελευθερία δράσης. Οι τρόφιμοι και οι επιζώντες των στρατοπέδων αλλά και οι απάτριδες και οι ανιθαγενείς, γράφει η Άρεντ, ήταν σε θέση να διαπιστώσουν έμπρακτα τα δεινά της βιοπολιτικής που συνεπαγόταν «η αφηρημένη γύμνια του να είναι κανείς άνθρωπος και τίποτα άλλο από άνθρωπος» (γυμνή ζωή).
Η Σπίβακ αναλύει κριτικά τη γενεαλογία του έθνους-κράτους, και των πολιτικών και οικονομικών αιτίων της αποσάρθρωσής του, από μια σκοπιά εμποτισμένη από τη φεμινιστική, μετααποικιακή και αντικαπιταλιστική κριτική.
Το έργο της προσφέρει πολύτιμες προτάσεις για μια δυνατότητα εναλλακτικής επεξεργασίας του δικαιώματος της υπηκοότητας και του ανήκειν, όπου σημείο αφετηρίας αποτελούν οι «εξαιρέσεις» από την ομογενή και ομοιογενή κοινότητα –οι εξόριστοι, οι απάτριδες, οι μη πολίτες-κάτοικοι– και το δικαίωμά τους στη δικαιοσύνη.
(*) Από κείμενο στο Artinews.gr 13-8-2016
**Φωτογραφία αρχείου από την ανθρωπιστική κρίση στην Υεμένη