Η κάθε μέρα ίδια...

[ Μαργαρίτα Μανώλη / Ελλάδα / 18.09.19 ]

Τα χωράφια στέρεψαν από χρόνια, ερημωμένες οι αυλές, εγκαταλειμμένα τα σπίτια με τις παλιές κόκκινες σκεπές, λίγα τζάκια που καπνίζουν το χειμώνα. Ηρωικά αντιστέκονται με την προσδοκία του καλοκαιριού. Χορεύουν οι σκιές των «απόντων» στο βραδινό φως. Το χωριό τη νύχτα κανακεύει τη μοναξιά του, σκεπάζεται μ' ένα μαύρο σεντόνι. Και τα πρωινά ένας ξεπλυμένος ήλιος το φωτίζει. Μελαγχολικός κι αυτός.

Οι γυναίκες,  λιγνές και μαυροφορούσες, συχνάζουν κάθε Σάββατο στα κοιμητήρια και μοιρολογούν σε κάθε μοναχικό μνήμα. Συχνά καρτερούν στην αυλόπορτα παιδιά κι εγγόνια από τόπους μακρινούς, πλέκουν άχρηστα εργόχειρα, για να κρατούν απασχολημένα τα χέρια και το μυαλό τους. Και  μετρούν τα χρόνια τους με απώλειες και θανάτους.

Το φθινόπωρο η ομίχλη γεμίζει τους άδειους, ήσυχους δρόμους. Τα γέρικα κορμιά αναπαύονται στις αναμνήσεις τους. Συχνά στήνουν στο τραπέζι παλιές φωτογραφίες. Μια βουρκωμένη σιωπή τα μάτια τους. Με κέρασμα γλυκό κυδώνι και τσίπουρο της λήθης.

Και το χειμώνα απλώς περπατούν με κόπο ενάντια στον άνεμο. Με το κεφάλι κατεβασμένο, ελπίζοντας πως η άνοιξη δεν θα αργήσει. Κι οι αγωνίες τους απλές κι αυτές. Το σύννεφο που θα ρίξει στην ώρα του τη βροχή, η ξάστερη νύχτα που δεν έχει φόβο, η λιγοστή πράσινη γη που θα δώσει την τροφή της χρονιάς.

Κι η κάθε μέρα ίδια κι απαράλλακτη με την προηγούμενη. Οι μέρες, η μια μετά την άλλη, περνούν. Περνούν και χάνονται για πάντα.