«ΑΕΚάραααα»

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 01.10.22 ]

«ΑΕΚάραααα»! Η φωνή ακούγεται σε όλη τη γειτονιά στεντόρεια και κάποιες φορές παροξυσμική. Εγκαίνια του γηπέδου της Αθλητικής Ένωσης Κωνσταντινούπολης με λάβαρα του Πόντου, ψεύτικα ολογράμματα, πυρρίχιους χορούς και παπάδες, προεξάρχοντος του Πατριάρχη. Όσοι αεκτζήδες δεν ήταν στο γήπεδο, «ζούσαν» τη στιγμή μέσω της ΕΤ3, που μετέδιδε τον ενθουσιασμό από τις κερκίδες της «Αγιά Σοφιάς». Γιατί μια κοινωνία, όπως και μια συλλογικότητα, όπως μια ποδοσφαιρική ομάδα, χρειάζεται μια καταγωγή, ένα ιδεώδες, ένα τοτέμ, μια υπέρτατη αρχή, μια συνέχεια, μια αφήγηση, μια γενεαλογία, περισσότερο ή λιγότερο φανταστικές και τέλος μια εσωτερική ιεραρχία -το ιερό, το άβατο-, μια «Αγιά Σοφιά».

Η πίστη σε μια ποδοσφαιρική ομάδα καλύπτει οντολογικά και πολιτικά κενά, έγραφε ο Ρεζίς Ντεμπρέ. Ο άνθρωπος θέλει ένα αγκωνάρι για ν’ ακουμπάει στις δύσκολες στιγμές, αλλά και κάτι για να γεμίζει με νόημα την άδεια ζωή του, θέλει έναν τρόπο αποφυγής της τρέλας, υιοθετώντας μια μικροτρέλα, μια ελεγχόμενη «τρέλα», θέλει μία «αντιπυρά» για να αντιμετωπίσει τις μεγάλες πυρκαγιές που τον πυρπολούν καθημερινά. Αντί για την κατάρρευση, λοιπόν, και το τίποτα που οδηγούν στον ριζικό ψυχωτικό αυτισμό «επιλέγουμε κάτι». Αυτό το κάτι τι μπορεί να είναι μία θρησκευτική, μία πολιτική πίστη, ή η πίστη σε μία ποδοσφαιρική ομάδα….

«ΑΕΚάραααα»! Η ιαχή από χιλιάδες οπαδούς ακούγεται ξανά και ξανά από τις οθόνες της τηλεόρασης. Θυμάμαι τον Ελίας Κανέτι να συγκλονίζεται όταν άκουγε την ιαχή «γκοοοολ» από το στάδιο Πράτερ της Βιέννης. Η ταυτότητα διαμορφώνεται εδώ. Η ομάδα γίνεται ο ταυτοτικός συλλογικός καθρέφτης. Ο συλλογικός ναρκισσισμός, η «ομαδική αγάπη» καλλιεργείται εδώ, όπως και το «μίσος για τους εκτός ομάδας», τους αντιπ-άλλους. Εδώ, αναπτύσσεται η υπερευαισθησία στην πρόκληση των "άλλων" και η πεποίθηση ότι μόνο η εκδίκηση συνιστά ικανοποιητική απάντηση. Από εδώ εκκινεί ο «χουλιγκανισμός». Εδώ καλλιεργείται και εκείνη η αρσενική κουλτούρα που διαπερνά τις διάφορες περιοχές, τα έθνη, τις γενιές. Από εδώ ξεκινά ο χουλιγκάνος αλλά και ο γυναικοκτόνος.

«ΑΕΚάρααα». Η μοναχική φωνή ακούγεται ξανά και ξανά, σε παροξυσμό πια. 

Το θέαμα μας διεγείρει, έγραφε ο Ουμπέρτο Έκο. Φωνάζοντας και χειρονομώντας ασκούμαστε σωματικά και ψυχικά, εκτονωνόμαστε, μόνο που αυτή η εκτόνωση δεν οδηγεί όπως στους αθλητές σε μια νέα σχέση με το σώμα μας, δηλαδή στον έλεγχο και στην αυτοσυγκράτηση, αλλά στη χειραγώγησή του, στην instrumentum regni. Η δική μας συμμετοχή στο παιγνίδι γίνεται στο... μιλητό, που τροφοδοτείται από τον Τύπο και την Τηλεόραση. Η αθλητική φλυαρία έχει όλα τα χαρακτηριστικά της πολιτικής συζήτησης και μερικές φορές γίνεται το υποκατάστατό της.

«ΑΕΚάρααα»!

Ναι, το ποδόσφαιρο αποπροσανατολίζει. Ίσως αυτή η μπάλα, αυτές οι φανέλες να φτιάχτηκαν από τη δυστυχία μικρών παιδιών στην Ασία. Ναι, το ποδόσφαιρο είναι μέσο πολιτικής χειραγώγησης. Όμως, εξακολουθεί να είναι η χαρά των φτωχών στις αλάνες(όσες έχουν απομείνει), στις φαβέλες, ή στα 5χ5.

Στο βιβλίο «πως μας έκλεψαν το ποδόσφαιρο» οι δημοσιογράφοι Fancois Ruffin και Antoine Dumini γράφουν για το λαϊκό ποδόσφαιρο, τότε που δεν ήταν μία μεγάλη επιχείρηση και οι ποδοσφαιριστές δεν ήταν οι σύγχρονοι «μονομάχοι» στην αρένα. Γράφουν για τον Socrates(Βραζιλία), τον Carlos Caszely(Χιλή), τον Robbie Fowler(Βρετανία) και άλλους ποδοσφαιριστές που τάχθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υπέρ των απόκληρων, υπέρ των αδικημένων. Ακόμα και σήμερα στη λατινική Αμερική είναι ζωντανή μία άλλη προσέγγιση του ποδοσφαίρου, που αντιτίθεται στην εμπορευματοποίηση του. Γι’ αυτό όσοι μιλούν για «αντιποδοσφαιρική ρητορεία» και «αριστερή ενοχή» δεν είναι παρά οι οπαδοί του ποδοσφαίρου της FIFA και των πολυεθνικών, αυτών που σε λίγο θα κάνουν την έναρξη του Μουντιάλ στο Κατάρ, στα γήπεδα που έχουν σκοτωθεί χιλιάδες εργάτες-σκλάβοι…

"ΑΕΚάραααα" ρε...