Αγαπημένη

[ Μαργαρίτα Μανώλη / Ελλάδα / 11.01.19 ]

Ο έρωτας είχε σκάσει ανάμεσά τους σαν πυροτέχνημα, θαμπώνοντας με εντυπωσιακά χρώματα. Ένας έρωτας που μεταμόρφωνε καθημερινά τον κόσμο σε παράδεισο. Κι ύστερα είχαν μείνει μόνο σκοτάδι κι αποκαΐδια. Εκείνη φευγάτη «από μοίρα βάσκανον». Κι απόμεινε πονεμένος και σκυφτός από τα χρόνια και τον άδικο καιρό. Βλέπεις η θλίψη έχει τη δική της βαρύτητα. 
Είχε παραμείνει σ’ αυτούς τους τοίχους με την ελπίδα ότι μια μορφή της ζωής που είχε ονειρευτεί μπορούσε να υπάρξει. Ένας μικρόσωμος άντρας που ζάρωνε με τα χρόνια ενώ ο χώρος γύρω του μεγάλωνε. 
Δεν βγαίνει πια απ’ το σπίτι. Ολοήμερα κολλημένος σ’ ένα παράθυρο, βρεγμένο από τα δάκρυα και θαμπό από μέσα.
Μόνο κοιτάει έξω βλέποντας τη ζωή να τον προσπερνάει. Κι αναζητά την αγαπημένη του σε κάθε περαστική.
Αλλά ποτέ δεν ήταν εκείνη. Φυσικά και δεν ήταν. Το χαμόγελο πέθανε στα χείλη του όσο ξαφνικά είχε ανθίσει. Το σπίτι σκοτεινό. Ήσυχο σαν τάφος. Ο αναστεναγμός του αντήχησε στη γυμνή κρύα σιωπή. Απορία και θρήνος μαζί.
Αλλά δεν είχε σημασία πια. Το μπουκαλάκι με τα χάπια άδειο στο κομοδίνο. Θα ξανάβλεπε την αγαπημένη του.
Αγαπημένη μου. Ο κόσμος γύρω του αιμορραγούσε κόκκινο κι ύστερα σκοτάδι.
Σκοτάδι.