Delivery

[ Γιώτα Αναγνώστου / / 18.11.21 ]

Τι το θελα να παραγγείλω εκείνο το σουβλάκι. Αν μου ζητήσεις να σου περιγράψω το πρόσωπο του ντελιβερά δεν θα μπορέσω. Δεν είναι που φορούσε μάσκα. Είναι που δεν τον πρόσεξα καθόλου τον άνθρωπο που είχα απέναντι μου. Κοιτούσα μόνο να του πάρω από τα χέρια το πακέτο, ενώ του έτεινα το χαρτονόμισμα και υπολόγιζα τα ρέστα, μην τυχόν με κλέψει, εγώ η ελεεινή.

     Κι αφού του έκλεισα την πόρτα μου στο μασκοφορεμένο πρόσωπο –το πρόσωπο εκείνο του οποίου δεν συγκράτησα και το παραμικρό ακόμα  χαρακτηριστικό, μια ρυτίδα, μια ουλή, το χρώμα των ματιών, μία ελιά ή κάποιο εξάνθημα, πώς να τανε το σχήμα των φρυδιών, το χρώμα απ’ τα μαλλιά του; Κύριος είδε- και πήρα τα σωστά μου ρέστα και το πακέτο μου μπροστά στην τηλεόραση, το πεινασμένο στόμα να μπουκώσω δεν κατάφερα.

      Γιατί καθώς το πακετάκι μου ξετύλιγα, πάνω στο λιγδιασμένο, το φτηνό χαρτί με τη φίρμα του ψητοπωλείου παντού ζωγραφισμένη, είδα γραμμένο ένα ποίημα.