Φιλολογικές, εξ αποστάσεως ερωτήσεις

[ Μαρία Καζάντη / Ελλάδα / 21.03.20 ]

 Στα πίσω χρόνια τα παλιά, όπου υπολογιστές δεν είχε, η εξ αποστάσεως εκπαίδευση και τότε είχε το χώρο που της αναλογούσε. Διά αλληλογραφίας, εννοείται, “φοιτούσες” σε ιδιωτικές, επίσης εννοείται, σχολές, και αποφοιτούσες ως ντεκορατρίς, μοντελίστ και πλείστα άλλα, με ξενόφερτες μοντέρνες καταλήξεις. Είχε επίσης και φροντιστήρια διά αλληλογραφίας στα “κύρια” μαθήματα που δίνονταν για το πανεπιστήμιο. Μετά πληρωμής, εννοείται.  

 Κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι από τότε. Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση με την επέλαση της τεχνολογίας έγινε μαζική. Σε επίπεδο πανεπιστημιακό, προπτυχιακό και μεταπτυχιακό, νομιμοποιείται στα δημόσια πανεπιστήμια. Παρά τη δωρεάν παιδεία, πληρώνονται ωσάν ιδιωτικά. Και μάλιστα αδρά. Και εάν η “φοίτησις διά αλληλογραφίας” ελάχιστη τύχη και πρεστίζ είχε τα παλιά τα χρόνια, σχόλες αδιαβάθμητες γαρ, σήμερα πτυχία και μεταπτυχιακά ανάρπαστα γίνονται. Έχουν όλοι πρόσβαση; Φιλολογική η ερώτηση. Πτυχιοδάνεια, ευκολίες πληρωμής με πιστωτικές και άλλα χαριτωμένα συμπαρομαρτούντα, κάνουν να βάλει το χέρι του στην ήδη άδεια τσέπη όποιον τα θέλει ή τα χρειάζεται διότι η εργασιακή ανασφάλεια του τα επιβάλλει. Ο αγώνας εναντίον τούτης της καταστρατήγησης της δωρεάν δημόσιας παιδείας από χέρι χαμένος ήταν διότι δεν δόθηκε ποτέ συλλογικά.   

 Κι έπειτα ήρθε ο κορονοϊός και ο εγκλεισμός. Και η εξ αποστάσεως εκπαίδευση μπήκε επί τάπητος διά στόματος υπουργείου.  Κι άρχισαν τα όργανα. Πρώτα τα ιδιωτικά, που βρήκαν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να διαφημιστούν. Κονταροχτυπιούνται οι σχολάρχες για το ποιος άρχισε πρώτος τα διαδικτυακά μαθήματα, ποιος έχει την καλύτερη πλατφόρμα και ποιος έχει τους ατσίδες εκπαιδευτικούς που τα υλοποιούν. Για την ιστορία, πλείστοι εκ των σχολαρχών τούτων, δυσκολεύονται να γιορτάσουν την εξέγερση του Πολυτεχνείου, οι δε εργασιακές συμβάσεις που έχουν διερευνώνται. Για καλό; Φιλολογική, επίσης, η ερώτηση. 

 Μα και δάσκαλοι στα δημόσια σχολεία, εργάτες με λευκά κολάρα της εκπαίδευσης, έσπευσαν να μιμηθούν το μοντέλο πριν καλά καλά τους ζητηθεί. Μάζευαν, εν μέσω καραντίνας, μέιλ για να στείλουν διάφορα ευφυή, υποθέτουμε, τεστάκια στους μαθητές. Σε όλους; Φιλολογική, και πάλι, η ερώτηση.  

 Έχουν άραγε όλοι οι μαθητές, οι γονείς δηλαδή, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο; Υπολογιστές έχουν στα σπίτια τους; Και πόσους, αν έχουν δύο ή τρία παιδιά και αν και κείνοι από το σπίτι εργάζονται; Πρόσβαση έχουν όλοι ή παλεύουν με τα δεδομένα μιας κάρτας; Δωρεάν διαδίκτυο διαθέτει κανείς; Μπας κι έχουν οι εκπαιδευτικοί του δημόσιου σχολείου; Οι οποίοι κανένα λόγο δεν έχουν να μην έχουν υψηλή αυτοπεποίθηση μιας και τεχνολογική επάρκεια στην εκπαίδευσή τους έχουν, παρά την τόσων χρόνων δυσφήμισή τους και από την εργοδοσία τους, λέγε με υπουργείο Παιδείας. Πλείστοι όσοι γονείς που με την κρίση ξαναγύρισαν στο δημόσιο σχολείο, έτριβαν τα μάτια τους από την ποιότητά του. Και το έλεγαν. Και “κάρφωναν” επίσης τα κοσμητικά επίθετα με τα οποία στόλιζαν οι σχολάρχες τους συναδέλφους των δημοσίων -τεμπέληδες, λουφαδόροι, αμόρφωτοι, αδιάφοροι… Πώς αλλιώς θα κρατούσαν τα πελατάκια τους, άλλωστε; 

 Μα έχουν κανένα λόγο να μιμηθούν κι αυτό το μοντέλο -γονείς ίσον πελατάκια – οι δάσκαλοι στο δημόσιο σχολείο που, εκτός της δωρεάν παιδείας, την ισότητα και την ισονομία των μαθητών ευαγγελίζεται; Τι ποσοστό άραγε των ταξικά αδύνατων μαθητών και εκπαιδευτικών έχει, πενιχρή έστω, πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες; Οι εργάτες, οι άνεργοι, οι πρόσφυγες, οι μετανάστες μπας και αποκλείονται εντελώς; 

 Τούτη τη φορά οι ερωτήσεις δεν είναι φιλολογικές. Το σύστημα, την επόμενη μέρα της νέας οικονομικής κρίσης, εκ κορονοϊού προερχόμενης, θα έχει νικητές και ηττημένους. Ουαί κι αλίμονό του αν νικητές δεν είναι οι έχοντες και οι κατέχοντες. Αλίμονό του, αν δεν βάλει σε λειτουργία τον αγαπημένο του κοινωνικό αυτοματισμό, τη λατρεμένη του ενδοταξική διαμάχη. Προκομμένος δάσκαλος/α που έστειλε ηλεκτρονικά ραβασάκια, ή και χειρόγραφα που τα άφησε στο φούρνο της γειτονιάς, λες και από εκεί ο κορονοϊός απουσίαζε, ανεπρόκοπος/η ο άλλος/η που ή ο υπολογιστής του κράσαρε ή δεν δεχόταν να αφήνει μαθητές στην απ’ έξω. Στην τελική, έρχεται και η αξιολόγηση, σ’ ένα σχολείο που πώς θα είναι την επόμενη μέρα, δεν ξέρουμε. Είμαστε όμως βέβαιοι ότι στο παζάρι θα μπουν θεσμικά και εργασιακά δικαιώματα. Ο σώζων εαυτό σωθήτω, έστω και εξ αποστάσεως και αυτή η περιβόητη ατομική ευθύνη μάλλον ήρθε για να μείνει φέρνοντας σε αμηχανία μέχρι και συνδικαλιστικά σωματεία. Οι εργατικοί αγώνες της επόμενης μέρας θα είναι άραγε εξ αποστάσεως ή με συλλογικές διαδικασίες και ταξική αλληλεγγύη στους δρόμους; Ή μήπως με το να “τη βολέψω”; 

 Σε κάθε περίπτωση, το εργαλείο των νέων τεχνολογιών ή θα δίνει ίσες ευκαιρίες στους πάντες ανά την επικράτεια στη δημόσια και δωρεάν παιδεία ή μπάζει από παντού, κρίνεται ανεπαρκές και απορρίπτεται. Πόσα, αλήθεια, από τα κονδύλια που θα δοθούν λόγω κρίσης αναλογούν στην παιδεία; Μήπως το περιβόητο 15% το έχουμε πια ξεχάσει; Και την ψυχολογική στήριξη της εκπαιδευτικής κοινότητας – μαθητές, δάσκαλοι, γονείς- ευγενική χορηγία τίνος θα είναι; Κάποιου ιδρύματος ενδεχομένως; Φιλολογικές, ξανά μανά, οι ερωτήσεις. 

 Έτσι κι αλλιώς, οι κονδυλοφόροι του νεοφιλελευθερισμού, ονόματα δεν λέμε, δεν τους διαφημίζουμε, έπιασαν δουλειά. “Οι ταπεινοί γύρω μας έριξαν λόγια βδελυρά και μας εμίσησαν, αλίμονο αν δεν μας μισούσαν, αυτό θα σήμαινε πως συγγενεύουμε με την ταπεινή και πρόστυχη ψυχή τους” λέει ο Μίλτος Κουντουράς. Προσυπογράφω και εξαιρετικά τους το αφιερώνω.  

 * Η Μαρία Καζάντη είναι εκπαιδευτικός πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και συγγραφέας