Ανυπομονώντας να εγκαταλείψουν τα ρωσικά καύσιμα για να πνίξουν το Κρεμλίνο, οι ευρωπαϊκές χώρες πληρώνουν την απροετοιμασία τους: αυξανόμενες τιμές, οικονομική επιβράδυνση, νέες διπλωματικές δεσμεύσεις. Αντίθετα, οι Ηνωμένες Πολιτείες τρίβουν τα χέρια τους...
Στη διαχείριση της ουκρανικής κρίσης, οι Βρυξέλλες έχουν διαπράξει δύο απροσεξίες. Η πρώτη συνίσταται στη μείωση της βιαστικής και απρογραμμάτιστης μεγάλης εξάρτησής της από το ρωσικό αέριο (45% στις αρχές του 2022) και το πετρέλαιο (27%) χωρίς να υπάρχει εναλλακτική λύση ισοδύναμης αξιοπιστίας και κόστους.
Στις 8 Μαρτίου 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε το σχέδιο REPowerEU, που αποσκοπεί στην «εξάλειψη της εξάρτησής μας από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα» έως το 2027 και, πιο συγκεκριμένα, στη μείωση των προμηθειών ρωσικού φυσικού αερίου κατά δύο τρίτα έως το τέλος του τρέχοντος έτους. Γενναιόδωρα καρυκευμένο με «πράσινο υδρογόνο», ηλιακή και αιολική ενέργεια καθώς και βιομεθάνιο, το έργο βασίζεται στο άμεσο μέλλον στη χρήση LNG, που μεταφέρεται με δεξαμενόπλοια LNG (το καθένα περιέχει κατά μέσο όρο το ισοδύναμο μιας ημέρας κατανάλωσης στη Γαλλία), αυτή η πηγή ενέργειας που εξάγεται κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Αυστραλία και το Κατάρ είναι το αντικείμενο που επιθυμούν όλοι, όμως δεν εμπίπτει στη λογική των μακροπρόθεσμων συμβολαίων (το ένα τρίτο του διεθνούς εμπορίου δεν μεταφέρεται με μακροπρόθεσμα συμβόλαια), αλλά στην λογική της άμεσης πληρωμής μέσω δημοπρασίας: Δηλαδή, κάθε φορά ο πλειοδότης κερδίζει το φορτίο. Καταλαβαίνει κανείς ότι έτσι οι τιμές εκτινάσσονται στα ύψη.
Επίσης, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν επαρκείς ποσότητες προς εξαγωγή για να αντικαταστήσουν το ρωσικό αέριο. Επιπλέον, όλο το φυσικό αέριο του Κατάρ είναι μέχρι το 2026 «κλεισμένο» από παραγγελίες σε χώρες της Ασίας. Η Αίγυπτος, ακόμη, εξάγει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της στην Κίνα και την Τουρκία. Τέλος, με την αναταραχή στη Λιβύη και τη διαμάχη Αλγερίας-Μαρόκου, που οδήγησε στο κλείσιμο του αγωγού φυσικού αερίου Μαγκρέμπ-Ευρώπη (GME), η Βόρεια Αφρική προσφέρει ελάχιστη λύση. Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι η τιμή του φυσικού αερίου στην Ευρώπη να εκτιναχθεί στα ύψη.
Η Ουάσιγκτον μπόρεσε πολύ πιο εύκολα να προβεί σε εμπάργκο στους ρωσικούς υδρογονάνθρακες, καθώς δεν υποφέρει από αυτές τις κυρώσεις. Το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ακολουθεί το παράδειγμά της ανακοινώνοντας στις 4 Μαΐου τη "σταδιακή κατάργηση της προμήθειας ρωσικού αργού πετρελαίου εντός έξι μηνών και των διυλισμένων προϊόντων έως το τέλος του έτους" ισοδυναμεί με κυρώσεις ενάντια στους πληθυσμούς της Γηραιάς Ηπείρου, ιδίως σε αυτούς με το πιο χαμηλό βιοτικό επίπεδο.
Περισσότερο από το μισό του ντίζελ που εισάγει η Ευρώπη προέρχεται από τη Ρωσία.
Οι κυρώσεις κατά της Μόσχας που αποφασίστηκαν στην Ουάσιγκτον και εγκρίθηκαν από τις Βρυξέλλες βαραίνουν πάνω από όλα τους Ευρωπαίους. Η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Janet Yellen παραδέχτηκε ευθαρσώς ότι ένα ευρωπαϊκό εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο «θα έχει στην πραγματικότητα πολύ μικρό αρνητικό αντίκτυπο στη Ρωσία», αλλά θα αυξήσει τις τιμές, κάτι που θα ωφελήσει τη Μόσχα στο άμεσο μέλλον!
Γενικότερα, η αναδιάρθρωση της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου γύρω από το LNG θέτει ένα τριπλό πρόβλημα: οικονομικό, οικολογικό και ασφάλειας. Σε αντίθεση με αυτή του πετρελαίου, η τιμή του LNG ποικίλλει από τη μια περιοχή στην άλλη και αλλάζει από στιγμή σε στιγμή.
Η αξιοπιστία των προμηθειών θέτει ένα άλλο πρόβλημα: σε αντίθεση με τις μακροπρόθεσμες συμφωνίες που υπογράφηκαν με τη Ρωσία ή το Κατάρ, οι αγορές LNG από ιδιώτες Αμερικανούς παραγωγούς εκμεταλλεύονται τη συγκυρία για να ανεβάσουν τις τιμές. Η περιπλάνηση του πλοίου LNG British Listener – έφυγε από τον τερματικό σταθμό Freeport LNG κοντά στο Χιούστον στις 21 Μαρτίου για την Ασία μέσω του καναλιού του Παναμά πριν στρίψει την 1η Απριλίου για να περάσει προς την αντίθετη κατεύθυνση και να κατευθυνθεί προς την Ευρώπη όπου οι τιμές είναι υψηλότερες— είναι ενδεικτική του πως λειτουργεί η αγορά και ποιος κερδίζει απ’ αυτή.
Αλλά η μεγαλύτερη υποκρισία της ρωσοευρωπαϊκής αποσύνδεσης φυσικού αερίου αφορά το περιβάλλον. Η παραγωγή και η μεταφορά αμερικανικού LNG παράγει διπλάσιο αποτύπωμα άνθρακα από την παραγωγή και τη μεταφορά συμβατικού ρωσικού αερίου (58 γραμμάρια CO2 ανά κιλοβατώρα για ένα ταξίδι στη Γαλλία, σε σύγκριση με 23).
Τελικά, το παραμύθι ότι δήθεν ωφελεί η εξόρυξη και η κατανάλωση μέσω μεταφοράς, και πως οι ανταλλαγές ορυκτών πόρων που οργανώνονται σύμφωνα με μια λογική δικτύων, συνδέουν παραγωγούς και καταναλωτές σε μια σχέση αμοιβαία επωφελούς εξάρτησης, που κάνουν τον κόσμο λιγότερο συγκρουσιακό χάρη στις ειρηνικές αρετές της αλληλεξάρτησης, το παραμύθι αυτό αποδείχθηκε ότι δεν έχει «δράκο»! Σε ένα άρθρο, οι Αμερικανοί μελετητές διεθνών σχέσεων Henry Farrell και Abraham Newman αποδόμησαν εντελώς αυτό το παιδικό παραμύθι. Σε αντίθεση με τους νεοφιλελεύθερους ισχυρισμούς, οι δομές του δικτύου δεν δημιουργούν «έναν συνεργατικό κόσμο, όπου οι σχέσεις εξουσίας είναι διάχυτες και οι ασυμμετρίες επιλύονται. Αντίθετα, καταλήγουν σε απτή και διαρκή ανισορροπία ισχύος». Ήδη, ορισμένα κράτη βρίσκονται στην ισχυρή θέση να κάνουν χρήση της αλληλεξάρτησης, όπως οι ΗΠΑ (με τα Swift), και οι Ρώσοι με το φυσικό αέριο. Αυτός είναι ο εκβιασμός για τον οποίο οι Δυτικοί υποπτεύονταν τη Μόσχα ακόμη και πριν από την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανία - και που υλοποιήθηκε τον περασμένο Μάρτιο, όταν ο Βλαντιμίρ Πούτιν όρισε τις παραδόσεις με πληρωμή σε ρούβλια.
Σε αυτό το «μεγάλο παιχνίδι» των αμοιβαίων ενεργειακών εξαρτήσεων, οι ΗΠΑ απολαμβάνουν ένα προνομιακό καθεστώς καθώς εξαρτώνται μόνο από τον εαυτό τους, ενώ η Κίνα, ο μεγάλος τους αντίπαλος, εισάγει όλο και περισσότερα ορυκτά καύσιμα. Ο πόλεμος εδραιώνει τη θέση των ΗΠΑ και οι ιδιώτες Αμερικανοί παραγωγοί φυσικού αερίου και σχιστολιθικού πετρελαίου έκοψαν τα cruppers με τον αποδυναμωμένο Ρώσο ανταγωνιστή. Αλλά ένα σύννεφο σκοτεινιάζει τον ορίζοντα: μετά από δύο χρόνια διακοπών παραγωγής που συνδέονται με περιορισμούς, υλικοτεχνικό χάος, έλλειψη εξαρτημάτων και πρώτων υλών, η ξαφνική άνοδος των τιμών της ενέργειας απειλεί και τις ΗΠΑ. Οι τιμές του φυσικού αερίου στην αντλία έχουν διπλασιαστεί από το 2020. «Η κυβέρνηση πρέπει να λάβει υπόψη την πιθανή αύξηση του κόστους για τις αμερικανικές οικογένειες λόγω της αύξησης των εξαγωγών φυσικού αερίου» έγραψε μια ομάδα γερουσιαστών, προτρέποντας την υπουργό Ενέργειας Τζένιφερ Γκράνχολμ να αναλάβει «ταχεία δράση» (Financial Times, 6 Μαΐου 2022). Με άλλα λόγια, το υπερκέρδος προσανατολίζει του Αμερικανούς παραγωγούς φυσικού αερίου προς την Ευρώπη και αλλού, έτσι αυτό μειώνεται στις ΗΠΑ και ακριβαίνει ομοίως!
Δεν είναι τυχαίο ότι η Ουάσιγκτον έφθασε στο σημείο να ξαναρχίσει το διάλογο με δύο χώρες στις οποίες είχε επιβάλει κυρώσεις: τη Βενεζουέλα και το Ιράν!
Πληροφορίες από https://www.monde-diplomatique.fr/2022/06/REYMOND/64753