Μαρώ Τριανταφύλλου (Fb)
Εχτές το βράδυ κατεβήκαμε στο λιμάνι, για τους πρόσφυγες. Αυτούς που ήρθαν από τη Σάμο με το "Νήσος Χίος". Είδα τον μικρό πλαϊνό καταπέλτη να ανοίγει και τους πρόσφυγες να κατεβαίνουν, ένας-ένας, δυο-τρεις μαζί, με τα παιδιά στην αγκαλιά, με λίγα πράγματα στα χέρια, με την αγωνία στο μάτι, κοιτώντας τους ανθρώπους που τους περίμεναν για να τους γλυκάνουν λίγο την ψυχή με ένα χαμόγελο -πόσο λίγα μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτούς αλλά πόσο αναγκαία- και όπως τους κοίταζα ήξερα τα ονόματά τους. Πρώτη κατέβηκε η γιαγιά-Ελένη και πίσω της η γιαγιά-Ελένη, και αυτές οι δυο μαζί η γιαγιά-Ελένη και αυτός ο άντρας με το παιδάκι η γιαγιά-Ελένη κι η κοπελιά που έχασε το βήμα της και παραπάτησε η γιαγιά-Ελένη. Κάθε πρόσφυγας η μνήμη της. Και τα λόγια της "εμείς καλά ζούσαμε, μας διώξανε, τρέχαμε να σωθούμε, και φτάσαμε εδώ και κάποιος μας δίνει ψωμί και το πήρα". Ήξερα, όταν το 'λεγε ότι η φωνή της ράγιζε από μια μνήμη ντροπής κι ευγνωμοσύνης. και θυμώνω σαν τον φέρνω στο νου το λόγο της, γιατί κανείς δεν έχει δικαίωμα να κάνει έναν άνθρωπο να νιώθει έτσι. Τους καλωσορίσαμε εχτές, αύριο ας σηκώσουμε την γροθιά στους δρόμους να ζητήσουμε να τελειώσει ο πόλεμος που ξεσπιτώνει τους ανθρώπους.