Sido Kasim
Κούρδισα από το Αφρίν ξεκίνησε την πορεία του τρόμου με την ελπίδα ότι θα βρει καταφύγιο για τον εξάχρονο γιο της. Ο άνδρας της σκοτώθηκε, οι μόνοι συγγενείς στη Γερμανία. Ξεκίνησε, μόνη γυναίκα με ένα εξάχρονο αγοράκι, την πορεία του τρόμου. Τη μεγαλύτερη διαδρομή την έκανε με τα πόδια. Τα λιγοστά λεφτά της τα κρατούσε για τον βαρκάρη που θα την περνούσε από τα μικρασιατικά παράλια της μεγάλης καταστροφής -που ακόμη δεν ξεχνιέται κι ας πέρασαν κοντά εκατό χρόνια από τότε- στα νησιά, όπου ήδη πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια γεννήθηκε μια λέξη σύμβολο ανώτατου πολιτισμού: Φιλοξενία.
Δύο μήνες αργότερα έφτασε απέναντι από το νησί της ευαίσθητης Σαπφούς. Πλήρωσε το βαρκάρη γι’ αυτήν και τον μικρό της. Που να ήξερε ότι στη χώρα του Ξένιου Δία ο οβολός στον βαρκάρη δεν είναι πάντα πέρασμα στη ζωή. «Σφιχταγκάλιαζα το παιδί, για να μη φοβάται», έμελλε να πει αργότερα. «Η βάρκα άρχισε να βουλιάζει, μας κοιτούσαν αδιάφοροι και άπραγοι». Κλαίει. Παγωμένο το πήραν και το πήγαν στο νοσοκομείο, αυτήν δεν την επέτρεψαν να το συνοδεύσει. Περίμενε. Κάποια στιγμή ήρθε μια γυναίκα και της είπε «συλλυπητήρια».
Το γλύτωσε από τους βομβαρδισμούς και από τα θηρία στην πορεία του τρόμου, που ήταν συνάμα πορεία ελπίδας. Το έθαψε στη Λέσβο. Δεν ξαναείδε τον τάφο του. Απαγορεύεται να βγει από το αρματαγωγό, όπου κρατείται μέχρι να απελαθεί.
Πολυπολιτισμική είναι η χώρα μας ακόμη και χωρίς ούτε έναν ξένο. Το ξέρουμε ήδη από τον Όμηρο, κι ας προτιμούμε να νομίζουμε ότι ο Οδυσσέας σε άλλες χώρες περιπλανήθηκε δέκα χρόνια. Στους διαφορετικούς πολιτισμούς μας περιπλανήθηκε. Πότε στο νησί των Φαιάκων και της Ναυσικάς και πότε στα παράλια των Λαιστρυγόνων και στη σπηλιά του Πολύφημου.
Στη Λέσβο και στη Χίο και στη Σάμο οι ξένοι/ες συναντούν τις πιο πολλές φορές την Καλυψώ και τη Ναυσικά, γριούλες τώρα, να κάθονται στο παγκάκι, στην αγκαλιά τους ένα μωρό από τα μικρασιατικά παράλια. Ενσάρκωση της πιο ελληνικής λέξης: Φιλοξενία.
Έρχονται όμως και στιγμές όπου οι Λαιστρυγόνες και οι Πολύφημοι ξεπετιούνται από τις σπηλιές, όπου κρύβονταν, πετούν βράχους στα πλοία του Οδυσσέα και επιχειρούν, μισάνθρωποι και ανθρωποφάγοι, να κατασπαράξουν τους ξεριζωμένους του κόσμου, που αναζητούν καταφύγιο και προστασία. Και μαζί να πληγώσουν θανάσιμα ό,τι μισούν περισσότερο: τον Ελληνικό Πολιτισμό που είναι άρρηκτα δεμένος με την αξία της Φιλοξενίας.
Γιαβρί μου, Σίντο, σε αφήσαμε στα χέρια τους. Δεν καταφέραμε να σε σώσουμε. Την εικόνα σου μόνο σώζουμε και θα την κρατήσουμε για πάντα στη μνήμη μας. Να μας θυμίζει ότι ανθρώπινες ζωές, όλο και πιο συχνά μικρών παιδιών, θυσιάζονται στο βωμό της βαρβαρότητας, όταν και όπου μένει ανυπεράσπιστος και αδύναμος ο Πολιτισμός της Ανθρωπιάς και της Φιλοξενίας.
Δεν θα σε ξεχάσουμε. Με πράξεις θα τιμούμε τη μνήμη σου.