Οι Μωυσήδες και οι χιλιάδες θάνατοι

[ Κατέ Καζάντη / Ελλάδα / 12.11.21 ]

Αν ο θάνατος δεν εκληφθεί ως μεταφυσικό γεγονός, που όταν συμβαίνει δεν μας αφορά, αφού περνάμε στην ανυπαρξία, αλλά ως πραγματικά κομβικό και για όσους πεθαίνουν και για όσους μένουν πίσω, τότε η πολιτική του χρήση δεν αποτελεί ύβρι, ούτε εκμετάλλευση. Ο θάνατος, ο τυχαίος ή όχι θάνατος, ενός ή πολλών ανθρώπων, και κυρίως ο τρόπος που αντιμετωπίζεται στα πλαίσια της οργανωμένης κοινωνίας, αποτελεί την πεμπτουσία της ιδεολογίας της/ου καθεμιάς/νός.

“Δεν θέλεις κύριε να εμβολιαστείς; Μη σώσεις! Τέρμα, πάμε παρακάτω, η ζωή συνεχίζεται”: στη ρητορική αποστροφή του υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων, αντιπροέδρου της Ν.Δ., Άδωνι Γεωργιάδη, (Κόντρα, 21/10/21) συμπυκνώνεται όλη η φρίκη της ιδεολογίας εκείνης που δεν εκλαμβάνει την ανθρωπινότητα ως πάγκοινο χαρακτηριστικό, ομνύει στην άρνηση της κοινής ανθρώπινης φύσης και λειτουργεί εξουσιαστικά και ταυτόχρονα διχαστικά στους από κάτω. Αναπτύσσοντας μια άκρως περιφρονητική θέση για το κομμάτι εκείνο της κοινωνίας που φέρεται ευεπίφορο στην παραπλάνηση ή τη χειραγώγηση, το στέλνει, με μια λέξη, στον Καιάδα. Και, φυσικά, παραγνωρίζει τις ευθύνες όλων εκείνων που με τις πράξεις τους δημιούργησαν μιαν κατάσταση αλλοπρόσαλλη τόσο, ώστε να δίνει χώρο σε κάθε λογής μυθολογίες.

Πώς φτάσαμε, όμως, από την εποχή που ο Μωυσής οδηγούσε το λαό στη Χαναάν, να μπερδέψει την Επαγγελία και να μας φέρει τροχηδόν στην έρημο, είναι μια ιστορία άκρως ιδεολογική, με ερεβώδες παρελθόν και μαύρες ρίζες. Ο διαχωρισμός πατρικίων–πληβείων ήταν φανερός από την ώρα που ο πρωθυπουργός, διαχωρίζοντας εαυτόν και παραβιάζοντας τις εντολές της ίδιας του της κυβέρνησης, περιπατούσε ή διέκοπτε και γλεντοκοπούσε προκαλώντας το δημόσιο αίσθημα. Ήδη ο ανθρωπότυπος της πρώτης ταχύτητας έκανε την εντυπωσιακή εμφάνισή του, τοποθετώντας στο περιθώριο τον “λαουτζίκο”. Η ανυπακοή στο γενικό νόμο έγινε προνόμιο των από πάνω.

Σε τούτη τη λογική των προνομίων εντάσσεται και το κατεξοχήν προνόμιο, αυτό της ίδιας της ύπαρξης. Προνόμιο που διαφυλάσσεται παντίοις τρόποις για τους από πάνω (αλισβερίσια με τον επιστημονικό κλάδο, ταχύτατη πρόσβαση στα επιτεύγματα/φάρμακα κ.ο.κ.), αλλά επισύρει την “ατομική ευθύνη” ως τιμωρία θανατικής καταδίκης για τους από κάτω: η “ευθύνη” τούτη αθωώνει κάθε ανθρωποβόρα πολιτική, μεταφέροντας στις πλάτες των πολιτών όλα τα δημόσια αμαρτήματα.

Ο ναζιστικός Untermensch, ο εκφυλισμένος υπάνθρωπος, εκείνος που πρέπει να μας αδειάζει τη γωνιά, τώρα δεν είναι ο Εβραίος, ο αθίγγανος ή κομμουνιστοσυμμορίτης. Είναι ο χαμένος, ο συντετριμμένος από την κυρίαρχη ιδεολογία, αυτός που αποδέχεται μαρτυρικά την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, που θεωρεί τη “τελική λύση” των συστημικών εκκαθαρίσεων της φτωχολογιάς αναπόδραστη μοίρα. Διότι, στην καπιταλιστική ολοκλήρωση, θύματα της αποδόμησης των δημόσιων συστημάτων υγείας και περίθαλψης δεν είναι, φυσικά, οι ευγενείς του Μωυσέως. Είναι όλοι εκείνοι, οι πεπλανημένοι, με ευθύνη επιστημόνων και πολιτικών, ίσως αντιεμβολιαστές, ίσως και όχι, αλλά και οι άλλοι του ορθού λόγου, των οποίων όμως η ταξική προέλευση δεν προβλέπει προνόμια “αριστείας”.

Η ιδεολογία που θεωρεί τους θανάτους από κορονοϊό μια μορφή μαζικής αυτοκτονίας των πολιτών είναι εδώ, ήταν πάντα εδώ: οι υποστηρικτές της, ξεδιάντροπα, τινάζουν κάθε ευθύνη, ως κόκκο σκόνης, από τους ώμους τους. Δεν υπάρχουν ελλείμματα πολιτικής αλλά μοναχά στοχοπροσήλωση σε έναν δαρβινισμό σύμφωνα με τον οποίο θα επιβιώσουν οι “καλύτεροι”, οι “σώφρονες”, οι “δυνατοί”. Ποιος/α νοιάζεται εξάλλου για τον Untermensch; Ο πιο τρομακτικός ολοκληρωτισμός έρχεται, πάλι και πάλι, να μας θυμίσει τις σκοτεινές διασυνδέσεις του με το παρόν σύστημα.

“Τέρμα, εγώ δεν μπορώ να ασχοληθώ άλλο. Κουράστηκα. Δεν μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω το Κράτος για το θέμα. Τα έχει κάνει όλα", κατέληξε ο πολιτικός που, στην αλήστου μνήμης υπουργεία του στη Υγεία, επέβαλε το διαβόητο 5ευρω στα νοσοκομεία, έβαλε λουκέτα, πετσόκοψε κλίνες και πέταξε εκτός συστήματος όλους τους ανασφάλιστους πολίτες, οι οποίοι, εν καιρώ μνημονίων πλήθαιναν καθημερινά.