Τρομάζει ο Άδης το θαύμα

[ Κώστας Καναβούρης / Ελλάδα / 18.04.22 ]

Μια παλιά συζήτηση με τον Ματθαίο Μουντέ

 Πέρασαν εικοσιεπτά χρόνια… 

Περνάει ο καιρός και γίνεται χρόνος. και παίρνει μαζί του, τους ανθρώπους που αγαπήσαμε. Τους ανθρώπους που αγάπησε ο καθένας. Τους ανθρώπους που αγάπησα. Εν προκειμένω το φίλο μου ποιητή και θεολόγο Ματθαίο Μουντέ (1935-2000). Άξιος ποιητής, γλυκύτατος άνθρωπος που βαθιά εντρύφησε στην Αγάπη. Ένας άνθρωπος που λείπει από τις μέρες μας. Η συζήτηση που ακολουθεί, δημοσιεύτηκε στον «Επενδυτή», στις 20 Απριλίου 1995. Ήταν Μεγάλη Πέμπτη τότε. Και είναι σα να έγινε σήμερα. Σήμερα λοιπόν που είναι και πάλι η Εβδομάδα του Μεγάλου Πένθους, ας ακουστεί ξανά ο Λόγος του. Έτσι σαν άχνα του καιρού που έγινε χρόνος και σκεπάζει ο αλωνάκι τους. Το αλωνάκι του Ματθαίου και των άλλων ποιητών που έφυγαν από τότε μέχρι και σήμερα. Κι ας διαβαστεί στη μνήμη τους αυτή η τόσο αγαπητική συζήτηση.

------------------------------------------------------------------------------------

           Εάν πράγματι το ανθρώπινο ον βαδίζει ανάμεσα στις Συμπληγάδες του μηδέν και του άπειρου, δηλαδή ανάμεσα στο θαύμα και το τραύμα. Εάν πράγματι το ανθρώπινο ον δεν είναι ένα οντολογικό παράπτωμα, αλλά το αποτέλεσμα του θαμβωμένου χρόνου. Εάν πράγματι η ήττα της στιγμής είναι η νίκη του καθ’ όλου. Εάν πράγματι το πένθος ταιριάζει στην Ελλάδα, γιατί ορθοδοξεί το αιτιατό της Αναστάσεως. Τότε, ναι. Αξίζει σήμερα να συνομιλεί με τον άξιο ποιητή και θεολόγο Ματθαίο Μουντέ για το ηθικό αίτημα του πένθους. Σήμερα που είναι Μεγάλη Πέμπτη ενός έμφυτου μαρτυρίου δημιουργίας. Η Μεγάλη Πέμπτη της σαρκωμένης απόστασης, από τη θεά του θεού, στο βίωμα του ανθρώπου.

 -         Κύριε Μουντέ, ακούγοντας το «σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι τη γην κρεμάσας», τι σας έρχεται στο μυαλό;

-         Στον 103ο ψαλμό που λέγεται και «Προοιμιακός», γιατί διαβάζεται στην αρχή του Εσπερινού, υπάρχει ο στίχος: «Ο εκτείνων του ουρανόν ωσεί δέριν, ο στεγάζων εν ύδασι τα υπερώα αυτού». Δηλαδή, ο Θεός δεν κάνει τον ουρανό από πάνω μας σαν δερμάτινη τέντα και στεγάζει με τα νερά τα υπερώα  του. Είναι μια κοσμογονική εικόνα που ασφαλώς βοήθησε τον υμνογράφο της Βυζαντινής Σταύρωσης να πλάσει ακόμα μια μοναδική ποιητική φαντασία. Δηλαδή βλέπει το Θεό να κρεμά τη γη από τα νερά που είναι τα ανώγεια του Θεού. Και στη «Γένεση» συναντάμε αυτή την απέραντη υδάτινη επιφάνεια του χάους που κλωσά τη συμπαντική δημιουργία, καθώς το πνεύμα, δηλαδή ο Θεός, ρυτιδώνει την ατέρμονη επιφάνεια των νερών. Είναι, έτσι, μια ταύτιση του θεού, του νερού και του σύμπαντος.

-         Αυτό το ύδωρ έχει σχέση με το δάκρυ, αφού και το δάκρυ νερό είναι;

-         Έχει σχέση με το δάκρυ ασφαλώς, αλλά περισσότερο με το νερό της ζωής. Να θυμηθούμε τη φράση του Χριστού που είπε στη Σαμαρείτιδα, πως είναι το ζωντανό νερό που όποιος το πιεί, δεν θα ξαναδιψάσει στον αιώνα. Βέβαια το νερό, σαν βροχή, είναι το δάκρυ.

-         Το ζωντανό νερό, λοιπόν, είναι το δάκρυ;

-         Ναι, είναι το δάκρυ, γιατί από τον πρώτο θρήνο της Εύας στην αυγή του χρόνου ως τη συντέλεια της ιστορίας δεν θα πάψει ποτέ να τρέχει από τα μάτια των ανθρώπων. Και, έχω προσέξει, πως κάθε Μεγάλη Παρασκευή είναι αδύνατον, στο βράδιασμα της μέρας, καθώς ετοιμάζεται η περιφορά του Επιτάφιου να μη δακρύσει ο ουρανός, να μην ψιχαλίσει. Και στη Χίο και στην Ουρανούπολη που έχω ζήσει τις πιο πολλές Μεγάλες Παρασκευές της ζωής μου, όσο καλός κι αν είναι ο καιρός όλη τη μέρα. Θα περάσουν έστω και λίγες στάλες βροχής το δειλινό. Η φύση συμμετέχει στην οδύνη για το γλυκύ έαρ της νιότης και της ομορφιάς που βασιλεύει.

-         Γι’ αυτό και το «ω γλυκύ μου έαρ, πού έδυ σου το κάλλος», από τα «Εγκώμια»;

-         Ασφαλώς η υμνογραφία του Επιτάφιου Θρήνου εμπνέεται από το σπαραγμό της μάνας. «Ω γλυκύ μου έαρ…» λέει ο ύμνος, «βασίλεψες αστέρι μου βασίλεψε’ όλη η πλάση» λέει στον Επιτάφιο ο μεγάλος Ρίτσος. Και ο άλλος μεγάλος, ο Βάρναλης, στη «Μάνα του Χριστού»: «Φεύγεις πάνω στην άνοιξη γιε μου καλέ μου, άνοιξή μου γλυκιά γυρισμό που έχεις, η ομορφιά σου βασίλεψε κίτρινη γιε μου». Και η γιαγιά Μαριγώ η Παλιούραινα στην Ουρανούπολη της Χαλκιδικής μοιρολογούσε: «Αγόρι μου που μ’ έθρεφες με τον κελαηδισμό σου και τώρα πως θ’ ανεβαστώ τον αποχωρισμό σου». Μνήμες και μοιρολόγιο της Ρωμιοσύνης.

-         Η Ρωμιοσύνη, λοιπόν, είναι ταυτισμένη με τα Πάθη και τη Μεγάλη Εβδομάδα, επειδή είναι τόσο ταυτισμένη με το πένθος;

-         Ναι, η Ρωμιοσύνη και λόγω ιστορικών περιπετειών είναι συνδεδεμένη με το αίσθημα του πένθους, αλλά ενός πένθους που το διαδέχεται η ελπίδα της Λαμπρής. Δεν είναι τυχαίο που ο λαός μας ονομάζει Λαμπρή τη γιορτή του Πάσχα.

Οι Δυτικοί γιορτάζουν πιο πολύ τη γιορτή των Χριστουγέννων. Ταιριάζει στον ορθολογικό δογματισμό τους. Η Ανατολή δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην Ανάσταση μέσα στο φως και στην αίγλη της ανοιξιάτικής φύσης. Γι’ αυτό και οι ξένοι την ορθοδοξία την χαρακτηρίζουν ως εκκλησία της Ανάστασης. Βέβαια αυτό το φως περνάει μέσα από την οδύνη του σκοταδιού για ν’ ανατείλει. Είναι το φως της πατερικής χαρμολύπης. Είναι «το φως που πατά χαρούμενο τον Άδη και το χάρο» κατά τον Διονύσιο Σολωμό.

-         Δηλαδή εμείς που είμαστε «πατριωτάκια του ήλιου», κατά τον Οδυσσέα Ελύτη, είναι γιατί ξέρουμε το σκοτάδι και τη λύπη του;

-         Φυσικά. Γιατί με «τον ήλιο τον ηλιάτορα τον πετροπαιχνιδιάτορα» εξορκίζουμε τα κάθε λογής ερέβη και όλα γίνονται «ως εκ φωτός».

-         Εδώ βρίσκεται το νόημα της Μεγάλης Εβδομάδας;

-         Ναι, είναι η λύπη του Σταυρού που προετοιμάζει την αστραπή του Θριάμβου.

-         Και προς τα πού μας πάει η λύπη και η αστραπή;

-         Μας πάει σε μια αμετάθετη, μακρινή έστω, αλλά υπαρκτή Ελπίδα.

-         Τελικά, κύριε Μουντέ, η ελπίδα είναι το θαύμα;

-         Ναι, η ελπίδα πως ο σπόρος που θάβεται φυτρώνει, ανασταίνεται και καρποφορεί. Ο Άδωνις και ο Χριστός συμπορεύονται μέσα στην ανακαινισμένη φύση και ιστορία.

-         Από όλα αυτά προκύπτει βίωμα;

-         Ασφαλώς προκύπτει. Προκύπτει το βίωμα του αγωνιστικού σθένους. Που ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια, ακόμα και το θάνατο, τον έσχατο δυνάστη των πάντων. Αρκεί να σκεφτούμε ότι την εβδομάδα των Παθών επιστεγάζει ο επινίκιος ύμνος «Θανάτω θάνατον πατήσας».

-         Το θαύμα, δηλαδή, συμβαίνει επειδή τα ανθρώπινα όρια δεν τελειώνουν ποτέ;

-         Ασφαλώς. Γιατί η ιδέα ούτε φυλακίζεται ούτε ενταφιάζεται. Το πνεύμα, δηλαδή ο άνεμος της ψυχής, δεν έχει σύνορα ούτε μπορεί κανείς να το κατευθύνει εκεί που θέλει. Το πνεύμα, όπου θέλει «πνει».

-         Πενθούμε και γιορτάζουμε. Πενθούμε την πτώση της μονάδας και γιορτάζουμε της ανάσταση της οντότητας;

-         Ναι. Μας δίνει την απάντηση η ίδια η εικονογραφία του Βυζαντίου. Στην Ανατολή η Ανάσταση του Χριστού δεν εικονογραφείται με τον Χριστό που σηκώνεται από τον τάφο με μια σημαία, ενώ οι φαντάροι, τυφλωμένοι, πέφτουν στο έδαφος.

Η βυζαντινή αγιογραφία μας παρουσιάζει την «εις Άδου Κάθοδον», όπου ο Χριστός πατάει τις συντριμμένες πύλες του Άδη, το ιμάτιό του ανεμίζει σαν σημαία θριάμβου, στ’ αριστερό του χέρι κρατάει ένα σκήπτρο και με το δεξί ανασηκώνει τους απ’ αιώνων νεκρούς – την ανθρώπινη οντότητα που είπες, αγαπητέ μου Κώστα Καναβούρη – ενώ σε μια σκοτεινή γωνίτσα το φρικιαστικό πρόσωπο ου Άδη τρέμει τρομαγμένο και πιο πέρα κείτονται σπασμένα και πεταμένα τα άχρηστα κλειδιά της θανατόπορτας.