Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι (19 Ιουλίου 1893 – 14 Απριλίου 1930), Ρώσος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, ένας από τους κατεξοχήν εκπροσώπους του Ρωσικού Φουτουρισμού στις αρχές του 20ού αιώνα.
Ήταν το τρίτο και τελευταίο παιδί της οικογένειάς του. Γεννήθηκε στο Μπαγκντάτι, στη Γεωργία όπου ο πατέρας του εργαζόταν ως δασοφύλακας. Ο πατέρας του είχε καταγωγή από Ουκρανούς Κοζάκους, ενώ η μητέρα του ήταν επίσης oυκρανικής καταγωγής. Μετά τον ξαφνικό και πρώιμο θάνατο του πατέρα του το 1906, η οικογένειά του — ο ίδιος, η μητέρα του, και οι δύο αδελφές του — μετακόμισε στη Μόσχα.
Στη Μόσχα ο Μαγιακόφσκι ανέπτυξε το πάθος του για τη λογοτεχνία, πήρε μέρος σε σειρά δραστηριοτήτων στο Ρωσικό Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό Κόμμα των Εργαζομένων και αργότερα στρατολογήθηκε ως μέλος των Μπολσεβίκων. Το 1908 διώχτηκε από το σχολείο επειδή η μητέρα του δεν μπορούσε πλέον να πληρώνει τα δίδακτρα. Εκείνη την εποχή, ο Μαγιακόφσκι φυλακίστηκε σε τρεις περιπτώσεις για ανατρεπτική πολιτική δράση. Με την αποφυλάκισή του, εξακολούθησε να εργάζεται για το σοσιαλιστικό κίνημα, και το 1911 μπήκε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας όπου γνωρίστηκε με μέλη του ρωσικού φουτουριστικού κινήματος.
Έτσι αρχίζει τo Σύννεφο με παντελόνια (1915), το πρώτο μεγάλο ποίημα του Μαγιακόφσκι για τον έρωτα και την επανάσταση:
Την σκέψη
στο πλαδαρό μυαλό σας που ονειρεύεται,
σαν υπηρέτης λαίμαργος σε καναπέ λιγδιάρικο
με την καρδιά κουρέλι ματωμένο θα ερεθίσω˙
χορταστικά χλευαστικός, ξεδιάντροπος και καυστικός.
Ούτε μια γκρίζα τρίχα δεν έχω στην ψυχή,
μήτε των γηρατειών την στοργή!
Μέγας ο κόσμος με της φωνής τη δύναμη
έρχομ' όμορφος,
στα εικοσιδυό μου χρόνια.
Το ποίημα Ο πόλεμος και ο κόσμος (1916) αναφέρεται στη φρίκη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και Ο Άνθρωπος (1917) είναι ένα ποίημα που ασχολείται με τη δυστυχία του έρωτα. Με την έκρηξη της Οκτωβριανής Επανάστασης, ο Μαγιακόφσκι έγραφε στρατευμένα ποιήματα -Ωδή στην Επανάσταση, Αριστερή Πορεία- άρθρα, βιβλία για παιδιά και ζωγράφιζε αφίσες και σκίτσα, τα οποία συνόδευε με στίχους και συνθήματα. Το 1924 έγραψε μία ελεγεία 3.000 στίχων για το θάνατο του Λένιν.
Ο πολιτικός του ακτιβισμός ως καθοδηγητή προπαγάνδας σπάνια κατανοήθηκε και συχνά επικρίθηκε από τους συγχρόνους του, ακόμα και από στενούς του φίλους όπως ο Μπορίς Παστερνάκ. Κοντά στα τέλη του 1920, ο Μαγιακόφσκι απομυθοποίησε σε μεγάλο βαθμό την πορεία της Σοβιετικής Ένωσης υπό τον Ιωσήφ Στάλιν: τα σατιρικά του έργα Ο κοριός (1929) και Το μπάνιο (1930), στα οποία πραγματεύονται τη σοβιετική απέχθεια για την τέχνη και τη γραφειοκρατία, αντανακλούν αυτή την εξέλιξη.
Το απόγευμα της 14ης Απριλίου, 1930, ο Μαγιακόφσκι αυτοπυροβολήθηκε σε ηλικία 37 ετών. Στο ημιτελές κείμενο του ποιήματος της αυτοκτονίας του σημείωνε, μεταξύ άλλων:
«Για το θάνατό μου μην κατηγορήσετε κανένα και παρακαλώ να λείψουν τα κουτσομπολιά. Το απεχθανόταν αυτό φοβερά ο μακαρίτης. Μητέρα, αδελφές και σύντροφοι, συγχωρέστε με –αυτός δεν είναι τρόπος- (δεν τον συμβουλεύω σε άλλους) μα δεν έχω διέξοδο. Λίλια αγάπαμε. Συντρόφισσα κυβέρνηση, η οικογένειά μου είναι η Λίλια Μπρικ, η μητέρα, οι αδελφές και η Βερόνικα Βιτόλοτοβα Πολόνσκαγια. Αν τους εξασφαλίσεις μια υποφερτή ζωή, ευχαριστώ. Τ’ αρχινισμένα ποιήματα δώστε τα στους Μπρικ. Αυτοί θα τα ξεδιαλύνουν. «Το επεισόδιο θεωρείται λήξαν» καθώς λεν και εμείς ας πούμε τη βάρκα του έρωτα τη συνέτριψε η ζωή. Είμαστε πάτσι τώρα οι δυό μας και δεν έχει νόημα να καταγραφούνε κάθε αμοιβαίος πόνος, συμφορά και προσβολή. Να ‘στε καλά. Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι. Υστερόγραφο 12.IV.30 Σύντροφοι της ΡΑΠΠ. Μη με θεωρήσετε λιγόψυχο. Σοβαρά, τίποτα δεν μπορεί να γίνει. Γειά σας. Πέστε του Γιερμίλοφ, λυπάμαι που έβγαλα το σύνθημα, έπρεπε να συνεχίσω τον καυγά ως το τέλος. Β.Μ. Στο τραπέζι μου είναι 2.000 ρούβλια – δώστε τα στην Εφορία. Τα υπόλοιπα πάρτε τα απ’ τις Κρατικές Εκδόσεις. Β.Μ. Ξελασπώστε το μέλλον».
Ηταν πράγματι αυτοκτονία;
Μετά το άνοιγμα των σοβιετικών αρχείων, ερευνητές αναζητούν μανιωδώς απάντηση στο ερώτημα. Οι περισσότεροι καταλήγουν σε εικασίες. Η Ιταλίδα συγγραφέας και κριτικός Σερένα Βιτάλε στο ντοκουμενταρισμένο μυθιστορηματικό χρονικό της «Ο μακαρίτης σιχαινόταν το κουτσομπολιό» (εκδόσεις Καστανιώτη 2017) ασχολείται με την αναπαράσταση των τελευταίων ημερών του Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, αφού πρώτα μελέτησε το αρχείο της υπόθεσης του θανάτου του.
Η συγγραφέας συσχέτισε τα ντοκουμέντα του φακέλου με πλήθος άλλα τεκμήρια, αναφορές σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής, μαρτυρίες και αναμνήσεις φίλων και αντιπάλων του ποιητή, καθαρίζοντάς τα κατά το δυνατόν από προσμίξεις μυθευμάτων, νοθευμένων αναμνήσεων και φημών. Καταλήγει ότι η αυτοκτονία του Μαγιακόφσκι είναι μια εξωθούμενη από τις περιστάσεις αυτοχειρία, η οποία παραπέμπει σε πολιτική και ερωτική απογοήτευση. Το να προσπαθεί κανείς να προσδιορίσει με ακρίβεια την ποσοστιαία συμβολή του κάθε παράγοντα στην απόφαση του ποιητή να πατήσει τη σκανδάλη είναι ανούσιο χάσιμο χρόνου. Μιλώντας με όρους αστυνομικού μυθιστορήματος, πρόκειται για υπόθεση ανοικτού τέλους, που τέτοια θα παραμείνει εις τους αιώνες των αιώνων. Άλλωστε όπως έγραψε για τον θάνατο του Λόρκα ο Εγγονόπουλος(«ΝΕΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ ΙΣΠΑΝΟΥ ΠΟΙΗΤΟΥ ΦΕΝΤΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ ΛΟΡΚΑ ΣΤΙΣ 19 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΤΟΥ 1936 ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΑΝΤΑΚΙ ΤΟΥ ΚΑΜΙΝΟ ΝΤΕ ΛΑ ΦΟΥΕΝΤΕ»):
Η Τέχνη κι η ποίηση δεν μας βοηθούν να ζήσουμε:
η τέχνη και η ποίησις μας βοηθούνε
να πεθάνουμε{..}
μα επί τέλους! πια ο καθείς γνωρίζει πως
από καιρό τώρα
-και προ παντός στα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα-
είθισται
να δολοφονούν τους ποιητάς