Κοινωνία των νόμων ή κοινωνία των ανθρώπων;

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 12.07.17 ]

 

Δικαιοσύνη, νόμος, ανομία, παρανομία, λέξεις και έννοιες εκτοξεύονται και συγκρούονται πάνω από τα κεφάλια μας σαν αρνητικά και θετικά ιόντα. Οφείλουμε, λέει, σεβασμό στη Δικαιοσύνη. Αλλά κανείς δεν λέει για ποια δικαιοσύνη πρόκειται, κανείς δεν μιλάει φερ’ ειπείν για την κοινωνική δικαιοσύνη. Οι περισσότεροι ταυτίζουν την έννοια της δικαιοσύνης μόνο με τη θεσμισμένη εκδοχή της. Και ότι ο νόμος είναι νόμος. Αυτό διατείνεται ένας ορισμένος «νομικός τρόπος σκέψης», ως εάν ο νόμος να έπεσε από τον ουρανό. Όμως, ο νόμος ψηφίστηκε στη Βουλή και συμπυκνώνει το συσχετισμό των πολιτικών και ταξικών δυνάμεων μία δεδομένη στιγμή. Άρα ο νόμος θεσπίζεται στο Κοινοβούλιο και την ευθύνη γι’ αυτόν έχουν αυτοί που νομοθετούν και κατ’ επέκταση αυτοί που εκλέγουν τους νομοθέτες. Επίσης, ευθύνη έχουν και αυτοί που εφαρμόζουν το νόμο, δηλαδή οι δικαστές.  

Γιατί, όμως, στην Ελλάδα έχουμε, σήμερα, τη σύγκρουση μεταξύ Εκτελεστικής και Δικαστικής Εξουσίας; Γιατί η πολιτική αντιπαράθεση γίνεται πλέον στο νομικό πεδίο και με νομικούς όρους και όχι στο πολιτικό πεδίο; Πολιτικά μιλώντας, αυτό συμβαίνει γιατί η κυβέρνηση έχει απολέσει τον υπέρ αυτής συσχετισμό δυνάμεων στους κοινωνικούς θεσμούς. Αδυνατεί, δηλαδή, να πολιτικοποιήσει τα προβλήματα, καθώς, δεν διαθέτει επικοινωνιακή δυνατότητα. Ο κομματικός της μηχανισμός και ο «δρόμος» (συνδικάτα) έχουν υποτιμηθεί υπέρ μίας κεντρικής «από τα πάνω»(Μαξίμου) διακυβέρνησης. Έτσι, ο Αλέξης Τσίπρας και η ομάδα του σύρθηκαν στο προνομιακό για τους «πάνω» πεδίο αντιπαράθεσης, το νομικό. Δεν είναι τυχαία η «πρόσληψη» προς τούτο της Β. Θάνου στο Μαξίμου ως υπεύθυνης της νομικής υπηρεσίας. Η μεταγραφή έγινε ανάλογα με τον αντίπαλο και το γήπεδο. Εκεί όμως το παιχνίδι είναι χαμένο από χέρι για τον Αλ. Τσίπρα.   

Οι «πάνω» έχουν τεράστιο νομικό μηχανισμό. Θυμίζουμε τη νομική ομάδα της περίφημης Goldman Sachs, η οποία προκειμένου να κινείται στα όρια της νομιμότητας και της παρανομίας, δημιούργησε ένα μυστικό παράρτημα, το Multi-Strategy Investing(MSI), που είχε ως αντικείμενο την παράκαμψη των νόμων. Στις ΗΠΑ, η πολιτική αντιπαράθεση γίνεται στο νομικό πεδίο και με νομικούς όρους, όπως στην Ελλάδα σήμερα. Αλλά εκεί πρόκειται για μία αντιπαράθεση μεταξύ των «πάνω», δηλαδή για τις λεγόμενες εσωτερικές αντιθέσεις και συγκρούσεις των τεράστιων οικονομικών συμφερόντων μεταξύ τους.

Η αντιπαράθεση στο νομικό πεδίο κινείται στο πλαίσιο της λεγόμενης ερμηνείας του Συντάγματος(σ.σ. δες την περίπτωση των συμβασιούχων στην Ελλάδα). Γι’ αυτό πολλοί μιλούν για τον σύγχρονο «συνταγματισμό» όπου υπάρχει η «κυβέρνηση των νόμων» σε αντίθεση με την «κυβέρνηση των ανθρώπων». Εδώ έχουμε την περίπτωση της κρίσης του «συνταγματικού σφάλματος», δηλαδή τις ερμηνείες και τα λεγόμενα «παραθυράκια», που αναζητούν οι νομικές ομάδες, όπως η MSI, καθώς και την «αντιδημοκρατική πρακτική», δηλαδή μία λειτουργία που παρακάμπτει το πνεύμα του νόμου. Ακριβώς για παράβλεψη του "πνεύματος του νόμου" κατηγορούνται και οι Έλληνες δικαστές.

Η δημοκρατία, όταν ο δημόσιος χώρος γίνονται τα δικαστήρια, χάνει το πολιτικό της περιεχόμενο και γίνεται «νομοκρατία», καθώς αυτό το πεδίο ελέγχεται απόλυτα από τους «πάνω». Αλλά κι όταν υπάρχει το ενδεχόμενο οι «πάνω» να χάσουν το παιγνίδι στο πεδίο της νομικής αντιπαράθεσης, τότε καταφεύγουν στο πολιτικό λόμπινγκ μέσω της μιντιακής τους εξουσίας, υποχρεώνοντας την εκτελεστική εξουσία(κυβέρνηση) να καταφύγει στην «κατάσταση της εξαίρεσης»(όπως συνέβη στην Ελλάδα στις κυβερνήσεις συνεργασίας και ξεχάστηκε) σύμφωνα με την οποία το κράτος μπορεί να σταθεί τόσο εντός όσο και έξω από τη νομική τάξη ταυτόχρονα. Μιλούμε για το παράδοξο, η κρατική εξουσία (μαζί με την τροϊκανή) ως κυριαρχία να παρέχει τα θεμέλια της έννομης τάξης και, ακριβώς λόγω αυτού του γεγονότος, να έχει επίσης την εξουσία να την αναστέλλει(Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου).

Πως μπορεί κάποιος να αντιμετωπίσει αυτή την κατάσταση; Μα επαναφέροντας την αντιπαράθεση στο πολιτικό πεδίο. Αλλά μπορεί κάποιος να μην υπακούει στο νόμο και να αρνηθεί τη "νομοκρατία"; Ναι, λέει ο Χ. Ζιν, αρκεί η πράξη του να συνάδει με την δικαιοσύνη. Το ανώτατο κριτήριο, λοιπόν, δεν είναι ο νόμος αλλά η δικαιοσύνη. Γιατί διαφορετικά θα έχουμε μία «κοινωνία των νόμων» και όχι μία «κοινωνία των ανθρώπων». Για να συμβεί όμως αυτή η αλλαγή του πεδίου και των όρων της πολιτικής αντιπαράθεσης σε ένα προτεκτοράτο, όπως, η Ελλάδα σήμερα, είναι απαραίτητη η Ανεξαρτησία από τον αφέντη-αυθέντη και τους εγχώριους τοποτηρητές του!