«…όποιος δεν θέλει να μιλήσει για τον καπιταλισμό δεν πρέπει να μιλάει και για τον φασισμό…»

[ Κατέ Καζάντη / Κόσμος / 20.03.19 ]

«…Κανείς δεν μπορεί ν’ απαιτήσει από τους πολιτικούς πρόσφυγες να αποκαλύψουν στις καπιταλιστικές χώρες που τους έχουν προσφέρει άσυλο τις ίδιες τις καπιταλιστικές ρίζες του φασισμού…»*: από τη Σάμο, την Κόνιτσα ή τα Βίλια ως το Όσλο και τη Νέα Ζηλανδία, ο μετανεωτερικός άνθρωπος θερίζει την εθνικιστική θύελλα της νεωτερικότητας. Τον καρπό ενός κοινού αισθήματος, χρήσιμου για το συνανήκειν στην κοινότητα αλλά αντιπαραθετικού για τον εκτός αυτής, και θεμελιώδους για τη συγκρότηση των εθνικών κρατών, τον ρατσισμό, ο δυτικός άνθρωπος τον ενσωμάτωσε ως ιδιοσυστατικό του στοιχείο. Από τους οριενταλισμούς της αποικιοκρατίας και τα εγκλήματα του αμερικάνικου νότου ως τη σημερινή απέχθεια για τον Άλλον, η απόσταση, με όρους ιστορίας, είναι μηδαμινή.

«…Ο φασισμός είναι η αλήθεια της σύγχρονης κοινωνίας που η θεωρία είχε εξαρχής συνειδητοποιήσει: ο φασισμός στερεοποιεί τις ακραίες ταξικές διακρίσεις που παράγει αναπότρεπτα ο νόμος της υπεραξίας…»*: η αστική τάξη χρησιμοποιεί το έθνος, και τον εθνικισμό, για ίδιον συμφέρον. Μπορεί να τοποθετείται υπέρ της αυτοδιάθεσης των λαών, μοναχά όμως όταν οι ανατροπές που προηγούνται ευνοούν, ή, έστω, δεν θίγουν τα συμφέροντά της. Αλλιώς, ο ολοκληρωτισμός αποτελεί, πάντοτε, μια κάποια λύση, τελευταίο κρυφό άσο στο μανίκι. Από τον Ναπολέοντα ως τον Μουσολίνι και τον Χίτλερ, ποιος νοιάζεται για τα υπόλοιπα, όταν κινδυνεύει η κυριαρχία του κεφαλαίου;

 «…Αλλά όποιος δεν θέλει να μιλήσει για τον καπιταλισμό δεν πρέπει επίσης να μιλάει και για τον φασισμό…»*: η έπαρση των διαφωτισμένων πολιτών του κόσμου, που καταργούν τα σύνορα στο βαθμό που το πορτοφόλι τους το επιτρέπει, καταφάσκουν στον Ξένο μοναχά επίσης στο βαθμό που το πορτοφόλι του Ξένου το επιβάλλει. Το δυτικό ανθρωπολογικό υπόδειγμα (υπο)δέχεται, μετά χριστιανικών βαΐων και κλάδων, τον αλλόφυλο-αλλόθρησκο, ή και ομόφυλο- ομόθρησκο, εάν, και μόνον εάν, ανταποκρίνεται στις σταθερές που ο καπιταλισμός θέτει. Αλλιώς καταφάσκει σε κάθε φασίζουσα συμπεριφορά. Έτσι, το διεθνές προλεταριάτο το οποίο, χθες, μετανάστευε για να βιοποριστεί, σήμερα, ενσωματωμένο στις συστημικές βολικότητες, αρνείται τον επιούσιο στον κατατρεγμένο. Οι πρόσφυγες του πολέμου είναι «ανεπιθύμητοι» τόσο στην άρχουσα όσο και στις υποτελείς τάξεις. Για διαφορετικούς, προφανώς, λόγους: για τους μεν πατρικίους είναι άχρηστοι, στο βαθμό που δεν αποτελούν «αγορά», για τους δε πληβείους αποτελούν φόβητρο, ως ο πεπτωκώς εαυτός τους, σύμβολο της ευμετάβλητης θέσης τους στην κοινωνική και παραγωγική αλυσίδα.

Ο φασισμός, μετερχόμενος τον ρατσισμό, αποτελεί τυπικό χαρακτηριστικό της αστικής, καπιταλιστικής δημοκρατίας. Η πνευματική ορθοδοξία της εποχής μας επιθυμούσε άλλωστε ν’ αφήσει όλα τα λουλούδια ν’ ανθίσουν. Στα πλαίσια του νεοφιλελευθερισμού, που αρέσκεται να ενώνει «άκρα», οι φασιστικές ιδέες αποενοχοποιούνται. Ο φασιστικός σπερματικός λόγος αναφύεται συχνά πυκνά, παρασιτικά ίσως, άλλα δίχως να ανακόπτεται. Του συστημικού Τύπου βοηθούντος, αναβαπτίζεται. Στον εθνικιστικό–ρατσιστικό λόγο, το Ισλάμ αντικατέστησε το εβραϊκό έθνος.

«…Το ολοκληρωτικό καθεστώς, ωστόσο, δεν είναι παρά το προηγούμενο αστικό καθεστώς χωρίς τις αναστολές του…»*: η χωρίς αναστολές συμπερίληψη υπό κοινό μανδύα (ΚΚΕ στη Σάμο, Μπακογιάννης στα Πατήσια κ.ο.κ.), οι συμμαχίες δηλαδή με το διάβολο της ακροδεξιάς, καθώς και η πρόσφατη ευρωπαϊκή ιστορία, με τους Χίτλερ–Μουσολίνι, πιστοποιούν πως μήτρα του ολοκληρωτισμού είναι, και παραμένει, ο δυτικός πολιτισμός. Αυτός, των ιδεών του Διαφωτισμού, που όμως μπορεί κάλλιστα να οπλίζει Μπρέιβικ και Τάραντ. Αυτός, που αναπαράγει την κυριαρχία του κεφαλαίου και των ταξικών του εκπροσώπων.

*Μαξ Χορκχάιμερ, 1939