Κάθε πλατεία και μία μεγάλη φωτιά. Τα κλαρίνα στενάζουν γύρω από τις φλόγες που φωτίζουν τα πρόσωπα. Το κρασί και το τσίπουρο ρέουν, με αφθονία. Μικροί, μεγάλοι, μασκαρεμένοι, παραδίδονται σε ένα ξενύχτι, που κρατάει μέχρι το ξημέρωμα. Είναι μία ιεροτελεστία εξαγνισμού, που διώχνει το κακό και έρχεται από πολύ παλιά. Είναι η νύχτα της Αποκριάς στα Γιάννενα, που έχει τη δύναμη της φωτιάς, είναι το έθιμο της «Τζαμάλας», που κάθε εποχή έχει τον δικό του συμβολισμό.
Αμέσως μετά τον εσπερινό της Κυριακής της Αποκριάς ανάβουν οι φωτιές που καίνε μέχρι το πρωί της Καθαρής Δευτέρας. Κορμοί δένδρων και μεγάλα κούτσουρα, που τοποθετούνται σε κάθε πλατεία ή γειτονιά της πόλης, από τις προηγούμενες ημέρες, μέσα σε ένα μεγάλο κύκλο με ψιλή άμμο, λαμπαδιάζουν. Το γλέντι αρχίζει με χορό, κρασί και ζεστή φασολάδα. Είναι ένα ξεφάντωμα, μία φυγή από την καθημερινότητα. Πειράγματα, αστεία και ευρηματικές ατάκες, ανεβάζουν το κέφι, ενώ τα κλαρίνα δίνουν τον ρυθμό σε όσους σέρνουν το χορό της φωτιάς.
Το έθιμο, αποτελεί μια ιεροτελεστία εξαγνισμού, που με την πάροδο του χρόνου και ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε εποχής, έχει τον δικό της συμβολισμό. Επί Τουρκοκρατίας, ο χορός γύρω από τη φωτιά, έβγαζε τον πόθο των σκλαβωμένων για τη λευτεριά. Τότε, οι Γιαννιώτες, έπαιρναν ειδική άδεια από τη διοίκηση της πόλης για την τέλεση του εθίμου.
Οι ετοιμασίες για την αναβίωση του εθίμου αρχίζουν νωρίτερα. Οι πολιτιστικοί σύλλογοι της κάθε γειτονιάς σε συνεργασία με τον Δήμο, φροντίζουν για τα ξύλα, την άμμο και το κρασί.
Η λέξη «τζαμάλα», όπως υποστηρίζουν ειδικοί, για τους Γιαννιώτες, μάλλον είναι ανερμήνευτη, ωστόσο, ορισμένοι λένε πως, είναι αρβανίτικη ή τουρκική. Ο λογογράφος Θοδωρής Σαμαράς, σε έρευνα του για την ετυμολογία της λέξης μεταξύ άλλων αναφέρει: «… και η λέξη τζαμάλα, συνειρμικά συγγενεύει με τη δαμάλα, λέξη αρχαία ελληνική, δηλαδή χοντροκαμωμένη… Στα μάτια ενός σύγχρονου παρατηρητή, τα επίθετα αυτά δεν είναι διόλου άτοπα. Κάθε μια από αυτές τις συνοικιακές φωτιές, που καίνε τόσο πολλά και χοντρά κούτσουρα, είναι … δαμάλα -χοντροκαμωμένη! Πρόκειται για κούτσουρα με τέτοιες συνήθως διαστάσεις, που τα σηκώνουν δυο-δυο οι άντρες να τα ρίξουν στη φωτιά…».
Πηγή: ΑΠΕ