13. ...η Πτώχευση-Το ματωμένο θέρος του 1882

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 28.01.18 ]

...στην αντιπαλότητα μεταξύ Καραπάνου-Παχύ[1] για το Αγροτικό ζήτημα υπάρχει κι ένα άλλο υπόβαθρο που αφορά στο Λαύριο καθώς ο Καραπάνος είναι συμπέθερος με τον Επαμεινώνδα Δεληγεώργη[2] -που θα πεθάνει το 1879. Ανήκει, δηλαδή, κατ’ αρχήν στους αντιμοναρχικούς κοινοβουλευτικούς που συγκρούονται με τον βασιλιά και στους οποίους θα μπορούσε να αποδοθεί η πολιτική, που θα αναπτυχθεί ιδιαίτερα από το Χ. Τρικούπη, της προσέλκυσης όχι του αμιγώς ξένου κεφαλαίου αλλά του κεφαλαίου της ελληνικής διασποράς. Τόσο ο Συγγρός όσο και οι Χρηστάκης Ζωγράφος και Κ. Καραπάνος ανήκουν στην ελληνική διασπορά[3]. Όμως, ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής διασποράς υπηρετεί το ξένο κεφάλαιο. Άρα, υπάρχει μία πολιτική αντίθεση μοναρχικών-αντιμοναρχικών και μία οικονομική μεταξύ του αμιγώς ξένου κεφαλαίου και των εγχώριων αστικών δυνάμεων, που το υπηρετούν και βρίσκονται υπό τη σκέπη του παλατιού, με το κεφάλαιο της ελληνικής διασποράς, που δεν υπηρετεί την εξάρτηση και γι’ αυτό εκφράζεται πολιτικά εναντίον του Αυλής.  Βέβαια, τα στρατόπεδα μοναρχικών και αντιμοναρχικών[4] είναι εντελώς ρευστά, καθώς η μεταπήδηση από το ένα στρατόπεδο στο άλλο είναι συχνή[5]. Έτσι, ο Επαμεινώνδας Δεληγιώργης κατηγορήθηκε ότι έγινε φερέφωνο του βασιλιά[6]. Ο δε Κ. Καραπάνος θα φθάσει στο σημείο, αργότερα, να δοξολογεί το βασιλιά στη Βουλή ως εγγυητή του πολιτεύματος. Σε κάθε περίπτωση, οι βασιλικές παρεμβάσεις στις πολιτικές εξελίξεις γίνονταν χωρίς καν την τήρηση των προσχημάτων. Έτσι, στις 16/2/1892 η βασιλική οικογένεια θα κάνει κούλουμα στο κτήμα του Α. Συγγρού στα Ανάβρυτα και την 17/2 ο βασιλιάς θα παύσει την κυβέρνηση Δηληγιάννη[7]. Ο Καραπάνος ήταν αρχικά με τον Κουμουνδούρο, ύστερα με τον Τρικούπη, στη συνέχεια Δηληγιαννικός[8](ενώ ο Παχύς ήταν σταθερά Τρικουπικός και φιλοβασιλικός).

Μάλιστα, έγινε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση που συνέστησε ο Δηληγιάννης το 1890(τη χρονιά που συνέβη η πτώχευση Αργεντινής) αλλά το 1891 παραιτήθηκε καθώς θεωρούσε ολέθρια την πολιτική των δανείων και πρότεινε «έντιμον συμβιβασμόν» με τους δανειστές[9]. Ο Καραπάνος μετέβη στο Παρίσι όπου έκανε σχετικές δηλώσεις για την κακή οικονομική κατάσταση της Ελλάδας έτσι ώστε ο Δηληγιάννης να μη μπορεί να πάρει δάνειο. Αυτός ήταν ο ουσιώδης λόγος της πτώσης της κυβέρνησης Δηληγιάννη. Το ίδιο συνέβη και με την κυβέρνηση Τρικούπη που αδυνατώντας να συνάψει δάνειο κατηγόρησε τον Καραπάνο για τη «χαλάρωση» της εμπιστοσύνης των ευρωπαϊκών κεφαλαίων προς τα οικονομικά του ελληνικού κράτους. Τον Απρίλιο του 1893 οι ευρωπαίοι κεφαλαιούχοι θέτουν ως όρο στην κυβέρνηση Τρικούπη για τη σύναψη δανείου «την υποβολή των οικονομικών της Ελλάδος εις έλεγχον». Συνεπώς, η πτώχευση της 10ης Δεκεμβρίου 1893 ήταν μονόδρομος. Το ίδιο και ο πόλεμος του 1897 που έγινε μετά από πιέσεις των Γερμανών στο σουλτάνο για να αποζημιωθούν οι Γερμανοί κάτοχοι χρεωγράφων από την πτώχευση[10].

 Ο Κ. Καραπάνος θα παραιτηθεί [11], όπως είδαμε, από υπουργός, διαμαρτυρόμενος για την ακολουθητέα, λανθασμένη κατά την άποψή του, οικονομική πολιτική, αλλά στην ουσία γιατί ο ίδιος και γενικώς οι «δανειστές»(ληστρικά κεφάλαια της ελληνικής διασποράς αλλά και ξένα) θα έχαναν τα χρήματά τους με την υποτίμηση του νομίσματος κατά 20%. Αυτό θα έπληττε επίσης τις χρηματιστικές συναλλαγές και την τοκογλυφία στα οποία διέπρεπε ο Καραπάνος[12].

Γενικά, οι επενδύσεις των ελληνικών κεφαλαίων που προσέλκυσε ο Τρικούπης κινούνται στην κατεύθυνση της ασφαλούς και εύκολης ρευστοποίησης και όχι της μακροπρόθεσμης απόσβεσης και του μεγάλου ρίσκου. Με άλλα λόγια, οι Έλληνες της διασποράς, αυτοί που ήταν η μεσαία τάξη στην Οθωμανική αυτοκρατορία και μεγαλοαστική στο πλαίσιο του ελληνικού έθνους ήταν ένα εξαιρετικά ιδιόμορφο φαινόμενο: «Ο ρόλος της ομογένειας ήταν ένα… υποκατάστατο και μεταμφίεση της ξενικής εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας»[13]. Οι ομογενείς ήταν όργανα της ξενικής κυριαρχίας και ταυτόχρονα ιδεολόγοι εθνικιστές. Η ταλάντευση στους πόλους αυτού του αμφίσημου ρόλου θα τους ταλανίζει συνεχώς. Όμως, οι Καραπάνος και Χρηστάκης Ζωγράφος, ειδικά ο δεύτερος, είναι ιδιαίτερες περιπτώσεις καθώς μετέφεραν τον κύριο όγκο των συμφερόντων τους στην Ελλάδα. Δεν είναι τυχαία η συμμετοχή των οικογενειών Ζωγράφου και Καραπάνου στην απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου. Αντίθετα, ο Ανδρέας Συγγρός επέλεξε την Αθήνα ως κύριο τόπο διαμονής του, αλλά ως επιχειρηματική έδρα διάλεξε μετά την Τουρκία την Αίγυπτο και όχι την Ελλάδα! Αυτό δείχνει ότι οι Έλληνες δεν εμπιστεύονταν την ελληνική οικονομία και γενικώς την εσωτερική πολιτική κατάσταση, όντας έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να φύγουν. Όμως, κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης 1873-1896 έχουμε μια επίπλαστη ευφορία λόγω του αναπροσανατολισμού των ληστρικών ευρωπαϊκών κεφαλαίων από τις αποτελματωμένες δυτικές οικονομίες σε πιο αποδοτικές, όπως η Ελλάδα. Τα κεφάλαια αυτά και η όλη λειτουργία της ομογένειας κατέστησαν εύθραυστη την ελληνική οικονομία, που κινδύνευε στο παραμικρό φύσημα του ανέμου, όπως συμβαίνει πάντα με τους «πομφόλυγες». Έτσι, οι λόγοι του Καραπάνου, όχι βεβαίως στους εν Άρτη εκλογείς του, αλλά στους εν Παρισίοις[14] τοκογλύφους και «δανειστές» της Ελλάδας (γνωστούς και ως χρηματιστές-επενδυτές) σχετικά με την αναξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας κλόνισαν σοβαρά την τελευταία, καθώς η δανειοληπτική ικανότητα της χώρας κατέστη μηδενική, συντελώντας στην πτώχευσή της. Ο Καραπάνος προφήτευσε την καταστροφή και ενεργοποίησε τον πυροκροτητή για να επαληθευθεί η αυτοεκπληρούμενη προφητεία του. Βέβαια, όλα αυτά δεν τα έκανε από προσωπική ματαιοδοξία και διαστροφή, αλλά διότι πίστευε ότι η ασκούμενη προς την ελληνική κυβέρνηση πίεση θα κατέληγε στη διαμόρφωση μιας πολιτικής που δεν θα απέβαινε προς ζημία αλλά επ’ ωφελεία των συμφερόντων του.

Στο «προς τους Εκλογείς…» πόνημά του, ο Κ. Καραπάνος μιλάει για μία εξωτερική και μία εσωτερική χρεοκοπία. Η εξωτερική αφορά στην απώλεια της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας για την οποία έγραφε ότι «εάν εξακολουθώμεν, εν γνώσει της οικονομικής του τόπου ημών καταστάσεως, να εξαπατώμεθα και να γεννώμεν εις τους δανειστάς ημών φρούδας και επιζημίους δι’ αυτούς ελπίδας, αντί να είπωμεν αυτοίς ειλικρινώς την θέσιν ημών, και ζητήσωμεν και παρ’ αυτών τας λογικάς εκείνας συγκαταβάσεις, τα οποίας πας δανειστής παρέχει προς πάντα τίμιον οφειλέτην». Ο Κ. Καραπάνος, ένας εκ των δανειστών και ο ίδιος, εκφράζει την αγωνία του για την οικονομική κατάσταση της χώρας, όχι για τη χώρα καθ’ εαυτή, αλλά για τα συμφέροντά του. Γι’ αυτό προτείνει:

«ας είπωμεν εις όλους τους δανειστάς ημών, εν πάση ειλικρινεία, την οικονομικήν ημών θέσιν, ας είπωμεν εις αυτούς ότι και χάριν ημών, και χάριν αυτών των ιδίων, έχομεν ανάγκην να βελτιώσωμεν τους διαφόρους κλάδους της Διοικήσεως ημών και διατηρήσωμεν τον δια την ασφάλειαν και προστασίαν ημών απαιτούμενον στρατόν και στόλον, διότι άνευ αυτών ούτε το κράτος δύναται να διοικηθή καταλλήλως, ούτε το δημόσιον ταμείον δύναται να πραγματοποιήση τα έσοδα αυτού…». Συνεπώς, ο στρατός και ο στόλος δεν αφορά μόνο την ασφάλεια του έθνους αλλά διασφαλίζει και τα έσοδα του δημόσιου ταμείου! Ο στρατός και ο στόλος δεν είναι παρά το «manu militari» των κεφαλαιούχων εναντίον του εσωτερικού εχθρού, ήτοι των άτυχων κολίγων, των καλλιεργητών, των φορολογουμένων, του «κατώτερου λαού», όπως θα έλεγε κι ο Καραπάνος, καθώς και των δύστηνων εργατών των ορυχείων Λαυρίου, κοντά στα οποία στρατοπέδευε στρατός αλλά και μία φρεγάτα, που ήταν σε επιφυλακή, στα ανοιχτά.

Από το 1885 έως την 10η Δεκεμβρίου 1893 και το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» πέρασαν οκτώ χρόνια. Επί οκτώ χρόνια ο Καραπάνος διαλαλούσε και στοιχημάτιζε στην χρεοκοπία της Ελλάδας με αποκορύφωμα την 24η Οκτωβρίου 1890 όταν ορκίζεται υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Δηλιγιάννη και την παραίτησή του τον Ιούνιο του 1891. Στο Χρηματιστήριο Αθηνών θα δημιουργηθεί πανικός. Η πτώση της κυβέρνησης και η ανάληψη από τον Τρικούπη δεν θα αλλάξει την κατάσταση. Οι διαπραγματεύσεις του Χ. Τρικούπη τον Απρίλη του 1893 για τη σύναψη δανείου θα αντιμετωπίσουν τον όρο των κεφαλαιούχων(δανειστών) για «υποβολή των οικονομικών της Ελλάδος εις έλεγχον». Επί της ουσίας ζητούσαν όχι μόνο να ελέγχουν αλλά και να διοικούν άμεσα το κράτος.

Στις βουλευτικές εκλογές του της 3ης του Μάη 1892 τα δύο μεγάλα κόμματα ήταν των Δηλιγιάννη(κορδόνι) και Τρικούπη(ελιά). Ο Δηλιγιάννης είχε χάσει πολλούς οπαδούς καθώς η μεγάλη πλειοψηφία της κοινής γνώμης είχε επιδοκιμάσει το πραξικόπημα του βασιλιά(αποπομπή Δηλιγιάννη) και μεταστράφηκε στον Τρικούπη, προκαλώντας το μίσος και τις επιθέσεις Δηλιγιάννη εναντίον της Αυλής. Θυμίζουμε ότι η κυβέρνηση Δηλιγιάννη είχε να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση. Ο Κ. Καραπάνος ως υπουργός Οικονομικών πρότεινε την ίδρυση μονοπωλίου καπνού, τον συμβιβασμό με τους δανειστές και να μπει φόρος στα διαβατήρια. Ο Δηλιγιάννης δεν δέχτηκε και ο Καραπάνος παραιτήθηκε. Η οικονομική κρίση δημιούργησε πολιτική κρίση. Τότε ο Α. Συγγρός προκειμένου να επηρεάσει τις εξελίξεις και να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες του ιδρύει από τα παρασκήνια το «τρίτο κόμμα», -που παραδόξως ήταν, τουλάχιστον τύποις, κόμμα αρχών- και επιχειρεί να ρίξει την κυβέρνηση Δηλιγιάννη ώστε να δημιουργηθεί υπηρεσιακή κυβέρνηση από το «τρίτο κόμμα». Ως γνωστόν ο λόγος του Συγγρού περνούσε στο παλάτι, αφού όπως αναφέρει ο ίδιος στα «απομνημονεύματά» του ήταν σύμβουλος του Γεωργίου Α΄. Έτσι, έπεισε το βασιλιά να καθαιρέσει τον Δηλιγιάννη, αφού ο Δηλιγιάννης αρνήθηκε να παραιτηθεί, και να σχηματίσει υπηρεσιακή κυβέρνηση αποτελούμενη από δημοφιλή πρόσωπα του «τρίτου κόμματος». Πριν όμως, λίγο έλειψε να έχουμε σύγκρουση –δηλαδή εμφύλιο- δηλιγιαννικών(αντιμοναρχικών) και τρικουπικών(που συνέπραξαν με τους φιλοβασιλικούς), όταν σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας των δηλιγιαννικών, οι τρικουπικοί και φιλοβασιλικοί Αλέξ. Σκουζές και Στέφ. Δραγούμης οργάνωσαν αντισυγκέντρωση στην πλατεία Συντάγματος.  

Οι προεκλογικές αντιβασιλικές απειλές του Δηλιγιάννη τρομοκράτησαν την Αυλή. Ο Τρικούπης από την άλλη πλευρά υπερασπιζόταν το βασιλιά, χαρακτηρίζοντας σύννομη την ενέργειά του (αργότερα έλεγε στον Καρολίδη πως ο Δηλιγιάννης είχε δίκιο τότε, αλλά συντάχθηκε με το βασιλιά για να προλάβει τη μεγάλη οικονομική καταστροφή. Εξάλλου στη νέα κυβέρνηση ο Τρικούπης κράτησε το υπουργείο Οικονομικών). Ο Τρικούπης απέδωσε στο Δηλιγιάννη την πρόκληση της οικονομικής κρίσης και θεώρησε ότι το πρωταρχικό ήταν η εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το εξωτερικό και ο «ισοζυγισμένος» προϋπολογισμός(το έλλειμμα ήταν 17 εκατομμύρια, τεράστιο για την εποχή) που σήμαινε οικονομίες και νέους φόρους. Οι νέοι φόροι έπληξαν τις μεσαίες και τις φτωχές αγροτικές κοινωνικές ομάδες που καλούνταν για μία ακόμη φορά να πληρώσουν το μάρμαρο. Ο Τρικούπης, προτάσσοντας τα έσοδα από τους φόρους, ζήτησε δάνειο από Άγγλους χρηματιστές, που έστειλαν τον Εδουάρδο Λω να εξετάσει τα οικονομικά της χώρας μας. Οι Γάλλοι αντιτέθηκαν σ’ αυτή την κίνηση(ως γνωστόν ο Τρικούπης ήταν αγγλόφιλος) και έστειλαν δικό τους εκπρόσωπο, ενώ διέδιδαν ότι η Ελλάδα είναι στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και πως ο Τρικούπης είχε αποκρύψει την πραγματική κατάσταση των οικονομικών. Τις γαλλικές θέσεις στήριξαν οι Καραπάνος, Δ. Ράλλης κ.ά.    

Ο Καραπάνος έδωσε «την πρώτη μαχαιριά» στην οικονομική πολιτική του Τρικούπη καθώς παρουσίασε την Ελλάδα σε συνέδριο επιχειρηματιών στο Παρίσι ως χρεοκοπημένη χώρα. Τη σκυτάλη πήρε ο Ελληνογάλλος τραπεζίτης Βλαστός, φίλος του Συγγρού και γνωστός από τα σκάνδαλα του Παναμά. Οι Γάλλοι ζήτησαν την ενοποίηση των χρεών και μαζί τους συμφώνησαν οι Συγγρός και βασιλιάς Γεώργιος(που κατείχε πολλά χρεόγραφα), ο Τρικούπης όμως διαφώνησε. Τελικά, και παρά το γεγονός ότι η διαδικασία για το αγγλικό δάνειο προχωρούσε θετικά, τα κρατικά ταμεία ήταν άδεια καθώς τα έσοδα από τους φόρους δεν ήταν τα αναμενόμενα. Η κατάσταση επιδεινώθηκε από την κρίση της σταφίδας, καθώς η τιμή της δραχμής έπεφτε συνεχώς και ο πληθωρισμός ανέβαινε. Στο χρηματιστήριο Αθηνών δημιουργήθηκε πανικός. Τότε ο Τρικούπης κατάφερε να λάβει από τους Άγγλους ένα πολύ μικρότερο δάνειο από το αρχικό, αλλά χρειαζόταν βασιλικό διάταγμα για να κυρωθεί. Ο Γεώργιος αρνιόταν την κύρωση και κωλυσιεργούσε. Και τούτο γιατί ήθελε να δώσει εντολή σε Άγγλους χρηματιστές να πουλήσουν τα βασιλικά χρεόγραφα[15]. Το γεγονός διέρρευσε και όλοι άρχισαν να πωλούν με συνέπεια το κατρακύλισμα των τιμών και προπάντων την ακύρωση του δανείου, την κύρωση του οποίου αρνήθηκε ούτως ή άλλως ο Γεώργιος, κινούμενος με βάση τα συμφέροντά του που ταυτίζονταν με αυτά των Βλαστού, Συγγρού, Καραπάνου κ.ά.        

Ο Τρικούπης, ύστερα από τα γεγονότα αυτά, έγινε πάλι αντιβασιλικός, ενώ ο βασιλιάς ανέθεσε το σχηματισμό κυβέρνησης στον Σ. Σωτηρόπουλο(Ράλλη και Ευταξία), άνθρωπο του Συγγρού. Τώρα τόσο ο Τρικούπης όσο και ο Δηλιγιάννης στράφηκαν εναντίον του βασιλιά, ο οποίος «έπαιζε» πλέον με το κόμμα του Συγγρού. Ο πρωθυπουργός Σωτηρόπουλος προέβη σε προσωρινή αναστολή πληρωμών και συνήψε δάνειο με τον αγγλικό τραπεζικό οίκο Χάμπρο προκειμένου να καλύψει πρόσκαιρα τη χρεοκοπία. Όμως, τα ελληνικά χρεόγραφα κατρακύλησαν και όσοι είχαν μετοχές έχασαν τα λεφτά τους, ενώ ο Γεώργιος ταξίδευε στο… εξωτερικό. Όταν επέστρεψε, το αντιβασιλικό μένος ήταν μεγάλο, γι’ αυτό κάλεσε τον Τρικούπη και του ανάθεσε τον σχηματισμό κυβέρνησης. Για να είναι ο Τρικούπης αυτός που θα πει στις 10/12/1893 το «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν».

Στο εξωτερικό όλοι στράφηκαν εναντίον της Ελλάδας. Ένα σατυρικό περιοδικό του Βερολίνου(τα περισσότερα ομόλογα ήταν σε χέρια Γερμανών)  δημοσίευε γελοιογραφία με το βασιλιά ντυμένο αρματωλό, με φουστανέλα και φέσι και τη λεζάντα «Ο μικρός κλέφτης», Der Kleine Klephte που σημαίνει και μικρός λωποδύτης. Οι Γερμανοί είχαν πάθει μεγάλη ζημιά καθώς είχαν αγοράσει πολλά ελληνικά χρεόγραφα μετά τους αρραβώνες του διαδόχου Κωνσταντίνου με την Γερμανίδα πριγκίπησα Σοφία.

Η τότε τρόικα ήταν το συμβούλιο της εταιρίας των Μονοπωλίων(η βάση του συμβιβασμού με τους δανειστές που πέτυχε ο Τρικούπης) στο οποίο συμμετείχαν, προκειμένου να ελέγχουν, και οι ξένοι δανειστές με αντιπροσώπους τους. Ο συμβιβασμός όμως δεν προχώρησε γιατί ο Τρικούπης διαφώνησε με τους δανειστές για το ύψος του τόκου. Ο Τρικούπης άρχισε να υφίσταται σφοδρές επιθέσεις τόσο από το παλάτι όσο και από του δηλιγιαννικούς. Τότε δημιουργήθηκε η παρακρατική οργάνωση στρατιωτικών με των επωνυμία «Στρατιωτικός Σύνδεσμος» και προέκυψε η «Εθνική Εταιρεία» που προκάλεσε τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.

Εν τω μεταξύ ο βασιλιάς είχε επανασυμφιλιωθεί με τον Δηλιγιάννη και μαζί στράφηκαν εναντίον του Τρικούπη. Και όταν η διαιρεμένη αντιπολίτευση(Δηλιγιάννης, Καραπάνος, Ράλλης) ενώθηκε, η κατάσταση για τον Τρικούπη κατέστη αφόρητη. Τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα όταν ο Τρικούπης διαφώνησε με το βασιλιά που αξίωσε να ψηφιστεί νομοσχέδιο που θα χορηγούσε στους βασιλόπαιδες Γεώργιο και Νικόλαο μεγάλες μηνιαίες χρηματοδοτήσεις. Αλλά η παραίτηση της κυβέρνησης Τρικούπη έγινε μετά από την έφιππη συμμετοχή του διαδόχου Κωνσταντίνου σε συλλαλητήριο στο πεδίο του Άρεως στις 8/1/1895 των δηλιγιαννικών[16]

  Η πτώχευση του 1893 θα αντιμετωπιστεί από τους «πάνω» με μία φυγή προς τα εμπρός. Αυτή ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1896. Η απελπισία και η υπερχειλίζουσα οργή κατευθύνθηκε στο θέαμα της Μεγάλης Ιδέας  καθώς οι ολυμπιακοί αγώνες  συμβόλιζαν τη συνέχεια των Ελλήνων  κι από εκεί στην ήττα του 1897. Στο ενδιάμεσο συνέβη η μεγάλη απεργία του Λαυρίου και η σύγκρουση εργατών και χωροφυλάκων. Η διανόηση της υβριδικής αστικής τάξης δεν θα δει το Λαύριο όσο τους Ολυμπιακούς Αγώνες όπου «μέσα στην μεγάλη οικονομική κρίση που μαστίζει ιδιαίτερα την Ελλάδα, τις παραμονές μιας βιαστικής επιστράτευσης, οι Αθηναίοι(σ.σ. όχι οι Έλληνες, οι Αθηναίοι) βλέπουν τη μεγαλοϊδεατική ελληνολατρεία τους να παίρνει μια χροιά εντελώς καινούρια, ένα παλιό όνειρό τους να επικυρώνεται από ένα διεθνή οργανισμό. Κι ακόμα, με τους Ολυμπιακούς εκείνους, γινόταν η αποκάλυψη της σωματικής αρμονίας κάτω από τον αττικό ουρανό, ένα προμήνυμα των διεκδικήσεων του σώματος που λίγο αργότερα θα διαδοθούν ανάμεσα στους ωραιολάτρες, (σ.σ. όπως ο Περικλής Γιαννόπουλος). Κι ένα άλλο προμήνυμα σημαδεύει την ίδια χρονιά: η σύγκρουση εργατών και χωροφυλάκων στην απεργία του Λαυρίου»[17].

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

[1] Ο Γ. Παχύς συνδέεται τόσο με το ξένο βιομηχανικό κεφάλαιο, που επενδύει στην Ελλάδα, όσο και με την βασιλική αυλή, που ευνοεί αρχικά την ανάπτυξη του ξένου κεφαλαίου στην Ελλάδα, πριν συνδεθεί και με το κεφάλαιο της ελληνικής διασποράς(Συγγρός και άλλοι). Η σύνδεση των οικονομικών συμφερόντων «δένεται με αίμα» καθώς ο Γ. Παχύς παντρεύεται την Αιμιλία Σκουζέ, της γνωστής οικογενείας της βασιλικής αυλής, αλλά και με τον Σερπιέρη καθώς η κόρη του Παχύ και της Σκουζέ, Λαυρία παντρεύεται τον Φ. Σερπιέρη.

[2] Για την ακρίβεια ο μετέπειτα υπουργός Λεωνίδας Δεληγεώργης, αδελφός του Επαμεινώνδα, είναι σύγαμβρος του Κωνσταντίνου Καραπάνου, αφού παντρεύτηκε τη Θεανώ Ζωγράφου, αδελφή της Μαρίας, συζύγου του Κ. Καραπάνου. Και οι δύο ήταν κόρες τους πλούσιου τραπεζίτη και τσιφλικά της Θεσσαλίας Χρηστάκη Ζωγράφου. Συνεπώς, ο Λ. Δεληγεώργης κληρονομώντας από τον αδελφό του την αρχηγία του πολιτικού του κόμματος, κληρονόμησε κατ’ αρχήν και τον αντιμοναρχισμό του.    

[3] Η αντιπαλότητα δεν εμποδίζει το βασιλιά να τρώει το Σεπτέμβριο του 1881 στο σπίτι του Καραπάνου στην Άρτα ή στο σπίτι του Συγγρού. Αργότερα μάλιστα θα προσεταιρισθεί πολλούς εξ αυτών.

[4] Ο Γιάννης Κορδάτος γράφει για την «πάλη ανάμεσα φεουδαρχισμού και αστισμού στα χρόνια του Τρικούπη, εξόν από τις δημοκοπίες του Δηλιγιάννη, του Καραπάνου, Ράλλη και των άλλων αντιτρικουπικών πολιτικών ηγετών, εκδηλώθηκε πολύ χτυπητά και από τα άρθρα που δημοσίεψε ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης» (Ιστορία της Ελλάδας, τόμος XII, σελ. 388 και 389). Ο Μαυρομιχάλης την περίοδο 1875-1890 «σαν αληθινός κοτζάμπασης ο ‘’μπέης’’ της Μάνης, έβλεπε στην αστική τάξη που καταπιανόταν με εμπορικές και βιομηχανικές κλπ. επιχειρήσεις, τον ανατρεπτικό διάβολο κάθε κοινωνικής και ηθικής αξίας». Ο Κορδάτος προσπαθεί να ανακαλύψει με βάση την μαρξιστική τυπολογία τη σύγκρουση φεουδαρχών και αστών. Μόνο που ο Έλληνας της διασποράς είναι ένας «πολυμορφικός αστός», είναι δηλαδή ακόμα και φεουδάρχης, όπως ο τσιφλικάς Κ. Καραπάνος που είναι τσιφλικάς, χρηματιστής, έμπορος γης, ακόμα και αρχαιολόγος.   

[5] Στην πολιτική διαθήκη του ο Χ. Τρικούπης σημειώνει πως «Ο βασιλεύς είναι ο μεγαλύτερος των ρουσφετολόγων…»

[6] Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή ο Δεληγιώργης ήταν τέκτονας και μαζί με τον επίσης τέκτονα Στέφανο Σκουλούδη συμμετείχαν στην επιχείρηση του Κλεάνθη Σκαλιέρη, τραπεζίτη της Πόλης και μέγα δάσκαλου της στοάς «Η Πρόοδος» της Κωνσταντινούπολης, να ανατρέψουν το Σουλτάνο και να τον αντικαταστήσουν μ’ έναν άλλο αποφασισμένο για ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις και ο οποίος θα υπηρετούσε το δόγμα των Αγγλογάλλων για μία ακέραιη Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η μεγάλη απειλή ήταν η Τουρκία και οι Σλάβοι που ήθελαν το διαμελισμό της Αυτοκρατορίας. Ο Σκαλιέρης μύησε το 1872 τον Μουράτ, ανιψιό του σουλτάνου Αβδούλ Αζίζ, που έγινε ο σουλτάνος Μουράτ ο Ε΄. Όμως μετά από τρεις μήνες ο Μουράτ παραιτήθηκε και σουλτάνος έγινε ο αδελφός Αδβδούλ Χαμίτ, που δήμευσε τη μεγάλη περιουσία του Σκαλιέρη(Δ. Παπαχρήστος: Γεώργιος Βιζυηνός…, Ηλέκτρα, 2005)   

[7] Ο Α. Συγγρός είχε εκλεγεί βουλευτής Αττικής σε αναπληρωματική εκλογή. Τις παραμονές της εκλογής του έκανε χορό στο σπίτι του με τη συμμετοχή και της βασιλικής οικογένειας, παρά τις προσπάθειες του Δηληγιάννη να αποτρέψει το Γεώργιο. Ο τελευταίος του απάντησε πως ο Συγγρός είναι «εθνικός ευεργέτης» (Παύλος Καρολίδης, τόμος 8, σελ. 37).

[8] Ο Καραπάνος μαζί με τους Δηληγιάννη και Σωτηρόπουλο από το βήμα της Βουλής και τις στήλες των εφημερίδων κατέκριναν τον Τρικούπη «ως φορομπήχτη»: Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία της Ελλάδας, τόμοXII, εκδ. Αιών, σελ.388

[9] Αναδιαπραγμάτευση του χρέους όπως θα λέγαμε σήμερα

[10] Π. Καρολίδης, Σύγχρονος ιστορία των Ελλήνων και λοιπών λαών της Ανατολής από το 1821 μέχρι το 1921, εκδ. Αλεξ. Βιτσικουνάκη, εν Αθήναις, 1922, τομ. 8, σ. 89

[11] Κ. Καραπάνος, Προς Εκλογείς της εκλογικής μου περιφερείας: «Αγαπητοί μου συμπατριώται, ελθών εις διάστασιν προς την πολιτικήν μερίδα, μεθ’ ης επί πέντε περίπου έτη συνέπραττον εν τη Βουλή ως αντιπρόσωπος υμών, νομίζω καθήκον μου να εξηγήσω υμίν τον λόγον της διαστάσεως ταύτης, αφ’ ου  επελθούσα διάλυσις της Βουλής μοι καθιστά αδύνατον να πράξω τούτο από του βήματος αυτής. Ο λόγος ούτος είναι η διαφωνία προς το σύστημα και τον τρόπον, καθ’ όν πρέπει να διαρρυθμισθώσι τα οικονομικά της πατρίδος ημών. Το οικονομικόν σύστημα, όπερ υπέβαλεν εις την διαλυθείσαν Βουλήν ο πρόεδρος της κυβερνήσεως κύριος Χ. Τρικούπης αντίκειται εις τας γνώμας, ας έχω περί της οικονομικής καταστάσεως ημών… Την προς το οικονομικόν σύστημα της κυβερνήσεως διαφωνίαν μου οφείλω να εξηγήσω, τοσούτω μάλλον καθόσον προ δύο περίπου ετών, εν περιστάσεσιν αλλοίαις των σημερινών, υπεστήριξα από του βήματος της Βουλής οικονομικόν σύστημα παρουσιάζον κατά το φαινόμενον αναλογίας τινάς προς το εις την διαλυθείσαν Βουλήν υπό του κ. προέδρου της κυβερνήσεως υποβληθέν». Το πρόβλημα του Κ. Καραπάνου ήταν ότι «δεν δυνάμεθα να επιβάλλωμεν νέους φόρους επί της γεωργίας» που θα έβλαπταν σοβαρά τον ίδιο και κυρίως τον πεθερό του. Η δικαιολογία που προέβαλε ήταν πως η γεωργία από τριετίας «έπασχε δεινώς» λόγω καιρικών συνθηκών και ελλείψει μερίμνης και καθοδηγήσεως υπέρ αυτής.  

[12] Δες και το τραμ(χρηματιστηριακή φούσκα) της Κωνσταντινούπολης αλλά και το «χρηματιστικό» γραφείο που διέθετε στην Άρτα.

[13] Γ. Δερτιλής, 1985

[14] Όπως σημειώνει ο Γ. Κορδάτος «Ο Καραπάνος που θεωρούντανε «σπουδαίος και τρανός οικονομολόγος» –γιατί είχε χρήμα και αγόραζε εφημερίδες για να διαφημίζουν την οικονομολογική «σοφία» του- όχι μόνο στη Βουλή πολέμησε την οικονομική πολιτική του Τρικούπη, αλλά πήγε και στο Παρίσι και πήρε μέρος στο συνέδριο των κεφαλαιούχων και οικονομολόγων. Αφού κατηγόρησε τον Τρικούπη, δε δίστασε να παρουσιάσει την Ελλάδα σαν μια χώρα χρεωκοπημένη». Γ. Κορδάτος  Ιστορία της Ελλάδας, 12ος τόμος, σελ. 517 

[15] Ελεύθερον Βήμα, 12 Μάρτη 1927

[16] Οι αντιθέσεις στο παλάτι μεταξύ του βασιλιά Γεωργίου(αντιδηλιγιαννικού) και του διαδόχου Κωνσταντίνου(Δηλιγιαννικού) ήταν έντονες. Έτσι, όταν ο Γεώργιος συμφιλιώνονταν με τον Δηλιγιάννη αυτό σήμαινε και συμφιλίωση με τον Κωνσταντίνο.

[17] Mario Vitti, Ιδεολογική λειτουργία της ελληνικής ηθογραφίας, Κέδρος, 1980