Ηγεμονίσκοι ελέω λαού, εναντίον του λαού

[ Κατέ Καζάντη / Ελλάδα / 13.12.21 ]

Μια νέα ιδιότυπη σχέση αυταρχισμού μεταξύ λαών και ηγετών έρχεται να χαρακτηρίσει τις σύγχρονες κοινωνίες της μεταδημοκρατίας, βασιζόμενη μάλιστα στην πεμπτουσία της δημοκρατίας, τις εκλογές. Δηλαδή: η από τα κάτω, με διευρυμένη πάντα τη βάση των εκλογέων, ανάδειξη των αρχηγών των κομμάτων που προσπερνά τα θεσμισμένα όργανα, διαφημίζοντας την “αμεσοδημοκρατία”, καταλύει επί της ουσίας κάθε δυνατότητα ελέγχου του αρχηγού, αφού αυτός θα λογοδοτεί στο απροσδιόριστο σύνολο του “λαού” που τον εξέλεξε και όχι στα ενδιάμεσα, καταργημένα στην πράξη, όργανα. Έτσι ώστε η φωνή λαού να γίνεται φωνή θεού και η ελέω λαού εξουσία να εξομοιώνεται με την ελέω θεού, άλλων, προδημοκρατικών κοινωνιών.

 Ιδιοσυστατικό της μεταδημοκρατίας είναι να προσπερνά με κάθε τρόπο τα κόμματα. Τα οποία θεωρεί, και σωστά, μηχανισμούς ελέγχου των αρχηγών τους αφού αυτά είναι οι φορείς των πολιτικών θέσεων από τις οποίες ο αρχηγός δεσμεύεται. Οι ιδεολογικές μετατοπίσεις χωρίς τα κόμματα γίνονται ευκολότερες αφού η απευθείας ανάθεση της εξουσίας βασίζεται στην προσωπική γοητεία, την ακτινοβολία, το χάρισμα κ.ο.κ. Οι πολιτικοί, έτσι, σταδιακά, μετατρέπονται σε απολίτικα είδωλα. Γίνονται σταρ, περίπου με τους όρους που θέτει η βιομηχανία του θεάματος. Φερέλπιδες νέοι και ωραίοι προηγούνται, το όραμα, η ιδεολογία ή και τα πεπραγμένα έπονται.

Έτσι, η φετιχοποίηση της δημοκρατικότητας των ανοιχτών εκλογών προσυπογράφει την επί της ουσίας κατάργηση της ίδιας της δημοκρατίας. Διότι μπορεί μεν «οι μάζες στην πραγματικότητα είναι ο ηγέτης του εαυτού τους, αναπτύσσοντας διαλεκτικά τη δική τους αναπτυξιακή πορεία» (Λούξεμπουργκ), επειδή, όμως, ανοργάνωτες γαρ, η ψήφος τους δεν ταυτίζεται κατ’ ανάγκην με τα συμφέροντα τους, μπορούν κάλλιστα να στραφούν και κατά του εαυτού τους. Οπότε, οι λεγόμενες “ανοιχτές διαδικασίες” φετιχοποιούν, και φετιχοποιώντας ευτελίζουν και την ίδια την ουσία του λαού και της λαϊκής ψήφου.

 Αν η παραδοσιακή δομή των κομμάτων -ακόμα και των δεξιών- θεωρείται λενινιστική, άρα συγκεντρωτική, παλαιού τύπου και ξεπερασμένη, η νέα προτεινόμενη δομή της δήθεν απευθείας συνομιλίας χαρισματικού αρχηγού με τον λαό, ενισχύει τον αυταρχισμό. Η ανάθεση από τα κάτω προσδίδει μεσσιανικά χαρακτηριστικά, ενισχυτικά μιας υπερεξουσίας “αδέσμευτης” από ενοχλητικές ιδεολογίες που, δήθεν, κρατούν πίσω την πρόοδο. Κοντολογίς, η μεταδημοκρατία πετά στον κάλαθο των αχρήστων τα κόμματα ως εκφραστές ταξικών συμφερόντων και τα αντικαθιστά, όταν δεν τα καταργεί -βλέπε Μακρόν στη Γαλλία-, με άμορφους σχηματισμούς, επί της ουσίας αντιλαϊκούς.

 Σ’ αυτό το πλαίσιο, η εκλογή Ανδρουλάκη, πέραν των γενικών παθογενειών της σοσιαλδημοκρατίας εν γένει, μόνο δημοκρατική δεν δύναται να χαρακτηριστεί. Η νέα επιλογή του συστήματος για τη διασφάλιση της αναπαραγωγής του είναι όλα όσο ο νεοεκλεγμένος πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ εκπροσωπεί. Ομνύει στην απροσδιόριστη, χωρίς πολιτικά χαρακτηριστικά, “πρόοδο”, η οποία, ως βήμα προς τα εμπρός χωρεί τα πάντα: από την απρόσκοπτη επέλαση του κεφαλαίου χωρίς κρατικούς παρεμβατισμούς μέχρι την κατάργηση αυτονόητων ως τώρα δικαιωμάτων (συνδικαλισμός) και θεσμών (κόμματα). Θέσεις του είναι όλα εκείνα τα ιδεολογήματα που έκαναν την άλλοτε κραταιά σοσιαλδημοκρατία παιδί του συστήματος, τη συρρίκνωσαν εκλογικά και την κατέστησαν αναξιόπιστη στον κόσμο της εργασίας, τάξη που υποτίθεται πως εκπροσωπούσε.

 Έτσι, το θέαμα-ντέρμπι “εκλογές από τη βάση”, πρωτεργάτης του οποίου εν Ελλάδι ήταν ο τωρινός ηττημένος Γ. Α. Παπανδρέου, έρχεται να επιβεβαιώσει τη μεγάλη αναστροφή: το σύστημα, όσο περιορίζει δικαιώματα και διαδικασίες, τόσο τα φετιχοποιεί και τα επιδεικνύει. Εάν τη νέα μεταδημοκρατική μόδα προτίθενται ν’ ακολουθήσουν κι άλλα κόμματα, καθ’ υπόδειξιν των καναλαρχών, τούτο δεν θα μαρτυρά παρά μία ακόμα παραχώρηση της πολιτικής στην οικονομική ολιγαρχία, μία ακόμη ιδεολογική υποχώρηση.

 Κόμματα της αριστεράς, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., δεν πρόκειται να μπουν σε τέτοιες ατραπούς.