«Άρον άρον, σταύρωσον αυτόν»: με τον Ιησού ή τον Βαραββά;

[ Κατέ Καζάντη / Ελλάδα / 17.04.20 ]

 Υπήρξε στ’ αλήθεια ο Bar abba; Ο διαβόητος Ιουδαίος “ληστής”, ο οποίος πήρε τα όπλα και βγήκε στο βουνό εναντίον των κατακτητών Ρωμαίων και ο οποίος ελευθερώθηκε αντί του Ναζωραίου, με επιθυμία του λαού, του επονομαζόμενου “όχλου”; Υπήρξε ή προστέθηκε μετά στην ιστορία από τους Ευαγγελιστές για να τονιστεί η αντίθεση με την αγιότητα του Ιησού αλλά και ο ρόλος, ο τραγικός ρόλος, του πλήθους στη σωτηριολογία της ενανθρώπησης του θείου Λόγου; Υπήρξε ο Βαραββάς ο επαναστάτης, που πίστευε στη βία ως τη μαμμή της ιστορίας ή εφευρέθηκε για να ανυψώσει το κύρος του ειρηνιστή Χριστού ο οποίος εξάλλου ο ίδιος ο σάρκωνε την ιστορία;

 Το εξελληνισμένο από τα αραμαϊκά όνομα Βαραββάς σημαίνει γιος του Πατέρα, όπου Πατέρας λογαριάζεται ο Θεός. Οι ιστορικοί αναφέρουν πως στις πηγές μπροστά από το Bar abba υπάρχει το Yeshua, όπερ σημαίνει πως, ίσως, Βαραββάς και Ναζωραίος ταυτίζονται: το ένα και το αυτό πρόσωπο διαχωρίστηκε κατόπιν στις γραφές ώστε να μην αμαυρώνεται το πρόσωπο του θεανθρώπου με τον «δέσμιον επίσημον», τον διαβόητο φυλακισμένο στασιαστή. Τα κοσμικά κριτήρια του πρώτου αντίκεινται στα θρησκευτικά -αποκαλυπτικά του δεύτερου.

 Σε κάθε περίπτωση, το ιστορικό πρόσωπο του Βαραββά υπάρχει μοναχά εφόσον συμφωνήσουμε στα της ύπαρξης και του ιστορικού Ιησού. Πλην των αναφορών του Ιώσηπου (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία), ο “Ἰησούς σοφὸς ανήρ (…) ην γαρ παραδόξων έργων ποιητής, διδάσκαλος ανθρώπων” ελάχιστα αναφέρεται (Πλήνιος ο Νεώτερος, Σουητώνιος). Ποιος, άλλωστε, θα ασχολούνταν με μία ακόμα, αποκαλυπτικού τύπου, σέχτα ανάμεσα στους Ιουδαίους της Παλαιστίνης;

Έτσι, οι αναφορές των Ευαγγελίων και των λοιπών χριστιανικών πηγών στον Βαραββά δεν βοηθούν και πολύ -μεροληπτικές γαρ- για να φωτιστεί η ιστορική του προσωπικότητα -εάν υπήρξε. Έμεινε όμως, -όπως και ο άλλος, ο δόλιος Ιούδας, το σημαντικότερο πρόσωπο του θείου δράματος- να συμβολίζει το ολέθριο λάθος του λαού. Και την ενοχή του: ωσάν η ανθρώπινη κακότητα, μόνη αυτή, να κινεί και τη φυσική και μεταφυσική, φορτώνεται στις πλάτες του πλήθους η αμαρτία. Απολυτοποιείται δε η ανθρώπινη ύπαρξη ως το απόλυτο κακό, που στρέφεται εναντίον του σωτήρα και δημιουργού του. Και που χρειάζεται πάντα την υπεράνω εξουσία για να τον καθοδηγεί και να τον διδάσκει.

 Αληθεύουν δεν αληθεύουν τα αντικρουόμενα των πηγών για το τι όντως συνέβη στον Γολγοθά, εδώ ακριβώς, στον ανθρωποποιημένο “γιο του θεού”, τον  Βαρ-αββά, και στην επιλογή να κρατηθεί ζωντανός, εδράζεται ο εξουσιαστικός χαρακτήρας της θρησκείας: η παντελώς λανθασμένη απόφαση των από κάτω, συνέχεια του προπατορικού αμαρτήματος, έρχεται να αποδείξει πως τα σφάλματα που διαπράττει ο λαός δεν είναι “απείρως προτιμότερα και πολυτιμότερα” από τα αλάθητα των, φυσικών και μεταφυσικών, ηγεσιών, μα το αντίθετο. Εάν οι Ιουδαίοι διέσωσαν τον επαναστάτη, τόσο το χειρότερο για τους Ιουδαίους. Το “λάθος” έπεσε στα κεφάλια τους, ο ίδιος ο σωτηριολογικός χαρακτήρας του “λάθους” -δίχως σταύρωση δεν έρχεται ανάσταση- ξεχάστηκε κι ένας ολόκληρος λαός, ο εβραϊκός, έμεινε στη συνείδηση της κατόπιν χριστιανικής ανθρωπότητας ως προδοτικός. Ώσπου οι διαρκείς επιστρώσεις του ρατσιστικού λόγου, μαζί με άλλα, επέφεραν το Ολοκαύτωμα.

 Ιησούς, λοιπόν, ή Βαραββάς; Διαχωρίζονται τα πρόσωπα; Διαχωρίζεται η φυσική, της ζωής, από τη μεταφυσική, της ψυχής, σωτηρία; Διαχωρίζεται η ανάγκη του, έστω, βίαιου, αγώνα για την ελευθέρωση από τους ζυγούς, από την τάση του ανθρώπου να διάγει βίο ειρηνικό;

Ως διιστορικό, το δίλημμα δεν απαντιέται, όπως δεν απαντιέται, ορθολογικώ τω τρόπω, η ύπαρξη του θεού. Μπορεί όμως να γίνει ένα διαρκές ερέθισμα αναστοχασμού των δεσμεύσεων της ύπαρξης από τις βίαιες σχέσεις εξουσίας που αναπτύσσονται στην εγκόσμια ζωή, υπενθυμίζοντας ταυτόχρονα τη ματαιότητά της. Η επίγνωση του λιγοστού χρόνου του καθενός επί Γης έπρεπε, κανονικά, να κάνει τον άνθρωπο  ανθρωπινότερο. Αλλά και πιο μαχητικό.